Powered By Blogger

29.5.11

H Ανάληψη του Κυρίου


Η ένδοξη Ανάληψη του Κυρίου στους ουρανούς είναι, κατά τον Απόστολο Παύλο, ένα από τα κεφαλαιώδη μυστήρια της πίστης μας, εφόσον βεβαιώνει θεόπνευστα ότι «Μέγα εστί το της ευσεβείας μυστήριον Θεός εφανερώθη εν σαρκί, ... ανελήφθη εν δόξη» (1 Τιμ. 3, 16). Αν θελήσει δε κανείς να προσεγγίσει με πίστη στο μυστήριο αυτό, θα διδαχθεί ασφαλώς πολλά από τα υπέρ νουν και λόγον μυστήρια της πίστης και θα συναναληφθεί πνευματικά μαζί με τον Κύριο στους ουρανούς της θείας ζωής και βασιλείας, εορτάζοντας στο εξής θεοπρεπώς την «πάνδημον» Ανάληψη του Κυρίου. Για το λόγο δε αυτό, θα παρουσιάσουμε πιο κάτω κάποια από τα όσα έγιναν και ειπώθηκαν κατά την Ανάληψη του Κυρίου, δηλαδή τα εξής:

α) Η πορεία προς το όρος των Ελαιών
Είχε τελειώσει ο Κύριος κάθε διδασκαλία Του, διαβεβαιώνοντας τους Μαθητές Του ότι θα ήταν μαζί τους «έως της συντελείας των αιώνων» (Ματθ. 28, 20), όταν τον πλησίασαν κάποιοι από αυτούς και τον ρώτησαν: «Κύριε, ει εν τω χρόνω τούτω αποκαθιστάνεις τη βασιλεία του Ισραήλ;» (Πρ. 1, 6). Κύριε, δηλαδή, θέλουμε να μας φανερώσεις, αν στα χρόνια τα δικά μας θα γίνει η Β’ Παρουσία Σου στη γη; Ο Κύριος, όμως, δεν θέλησε να αποκαλύψει στους Μαθητές το χρόνο της Β’ Παρουσίας Του, γιατί προφανώς δεν έπρεπε να τον γνωρίζουν, λέγοντας: «Ουχ υμών εστί γνώναι χρόνους ή καιρούς, ους ο Πατήρ έθετο εν τη ιδία εξουσία, αλλά λήψεσθε δύναμιν, επελθόντος του Αγίου Πνεύματος εφ’ υμάς και έσεσθέ μοι μάρτυρες εν τε Ιερουσαλήμ και εν πάση τη Ιουδαία και Σαμαρεία και έως εσχάτου της γης» (Πρ. 1, 7-8). Δεν είναι, δηλαδή, επιτρεπτό σε σας το να γνωρίζετε τους ακριβείς χρόνους και τους ορισμένους καιρούς που γνωρίζει μονάχα ο Θεός. Σας βεβαιώνω, όμως, ότι μετά την Ανάληψή μου στους ουρανούς, θα λάβετε όλοι τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος και με τη δύναμη αυτή θα γίνετε μάρτυρες της Ανάστασής μου, όχι μονάχα στην πόλη των Ιεροσολύμων, αλλά και σ’ ολόκληρη την Ιουδαία και τη Σαμάρεια, φθάνοντας και στα πέρατα της γης.
Ύστερα από τα πιο πάνω λόγια, ο Κύριος βγήκε από την κατοικία εκείνη (το γνωστό υπερώο του Ευγγελιστού Μάρκου) και πήρε μαζί με 500 περίπου Μαθητές και Μαθήτριες το δρόμο προς τη Βηθανία.
Από τα πιο πάνω φαίνεται, κατά τον Π. Τρεμπέλα, ότι «Το πρώτον έργον των Αποστόλων ήτο, το να είναι μάρτυρες του Χριστού και το ειδικότερον θέμα της μαρτυρίας των ήτο η ανάστασις του Χριστού» (Υπ. εις τας Πράξεις, α, 8, Αθήναι 1955, σ. 57). Και τούτο γιατί, κατά τον Απόστολο Παύλο, αποδεικνύεται περίτρανα ότι ήταν «Υιός Θεού εξ αναστάσεως» (Ρωμ. 1, 4).



β) Η Ανάληψη του Κυρίου στους ουρανούς
Καθώς, όμως, ο Κύριος συζητούσε φιλικά με τους Μαθητές Του, έφθασαν σε λίγο στην πιο ψηλή κορυφή του όρους των Ελαιών, που απείχε «Σαββάτου οδόν», όπου στάθηκαν, ενώ ο Κύριος αγκάλιασε όλους εκείνους τους Μαθητές με το βλέμμα της αγάπης Του και για τελευταία φορά στον κόσμο αυτό τους ευλόγησε και με το χέρι Του. Την ίδια δε στιγμή της ευλογίας εκείνης ένα σύννεφο θεϊκό, που είχε κατεβεί από τον ουρανό, παρέλαβε σαν άρμα τον Κύριο και άρχισε να Τον ανεβάζει «εν δόξη» (Α’ Τιμ. 3, 16) προς τον ουρανό. «Ανεφέρετο, σημειώνει χαρακτηριστικά για την Ανάληψη ο Κ. Καλλίνικος, βραδέως και μεγαλοπρεπώς, ως πλοίον ανελκύσαν την άγκυραν και μικρόν κατά μικρόν χανόμενον εις τον ορίζοντα» (Τα θεμέλια της πίστεως, Αθήναι 1958, σ. 188).
Την Ανάληψη δε αυτή του Κυρίου παρουσίαζαν παραστατικά κατά το Μεσαίωνα στη Δύση, κατασκευάζοντας ένα ομοίωμα του Χριστού, που έσυραν με ένα σχοινί σιγά - σιγά προς την οροφή του ναού, όπου εξαφανιζόταν σε κάποιο αόρατο στους πολλούς άνοιγμα (ΘΗΕ 2, 509). Το βέβαιο, πάντως, ήταν ένα, το ότι δηλαδή οι Μαθητές βεβαιώθηκαν «διά της ευλογίας» ότι ο Χριστός ήταν «ο Υιός του Θεού, ο Λυτρωτής του κόσμου». Και τούτο γιατί, κατά την Αγία Γραφή, ο Θεός «κάθηται επί νεφέλης κούφης» (Ησ. 19, 1). «Νεφέλη γαρ και γνόφος, κατά ψαλμωδό κύκλω Αυτού» (Ψαλμ. 96, 2).
Μια τέτοια βεβαιότητα για τη θεία φύση του Κυρίου πρέπει να υπάρχει ασφαλώς και στις καρδιές όλων των Χριστιανών, ώστε να ομολογούμε μαζί με τον Απόστολο Παύλο ότι «Κύριος Ιησούς Χριστός εις δόξαν Θεού Πατρός» (Φιλ. 2, 11).
γ) Η εμφάνιση δύο Αγγέλων
Ενώ, όμως, οι Μαθητές του Κυρίου εκείνοι εξακολουθούσαν να κοιτάζουν προς τον ουρανό, μη μπορώντας να πιστέψουν ότι δεν θα ξανάβλεπαν τον Κύριο, παρουσιάστηκαν ξαφνικά δύο Άγγελοι, ντυμένοι στα λευκά, και είπαν: «Άνδρες Γαλιλαίοι, τι εστήκατε εμβλέποντες εις τον ουρανόν; Ούτος ο Ιησούς ο αναληφθείς αφ’ υμών εις τον ουρανόν, ούτως ελεύσεται, ον τρόπον εθεάσασθε αυτόν πορευόμενον εις τον ουρανόν» (Πρ. 1, 11. Βλ. και Ματθ. 25, 31, Α’ Θεσ. 4, 16, Αποκ. 1, 7). Άνθρωποι, δηλαδή, που οι πιο πολλοί κατάγεσθε από τη Γαλιλαία, γιατί σταθήκατε εδώ, κοιτάζοντας προς τον ουρανό; Σας βεβαιώνουμε ότι αυτός ο ίδιος ο Ιησούς, που αναλήφθηκε κατά τον τρόπο που είδατε στον ουρανό, θα έλθει μια ημέρα και πάλι κατά τρόπο μεγαλειώδη και ένδοξο, κατεβαίνοντας από τον ουρανό. Με τον τρόπο δε αυτό ο Χριστός, κατά τον Απόστολο Παύλο, «Ανέβη υπεράνω των ουρανών, ίνα πληρώση τα πάντα» (Εφεσ. 4, 10), «Και ημάς... συνήγειρε και συνεκάθισεν εν τοις επουρανίοις» (Εφ. 2, 5 - 6), «ίνα ενδείξηται εν τοις αιώσι τοις επερχομένοις τον υπερβάλλοντα πλούτον της χάριτος Αυτού» (Εφ. 2, 7). Ανέβηκε, δηλαδή, ο Χριστός στους ουρανούς, σύροντας πίσω Του και το «φύραμα» που ζυμώνεται μαζί Του «εις την οικειότητα της Τριαδικής ζωής» (ΘΗΕ 2, 504).
δ) Η επιστροφή των Μαθητών στα Ιεροσόλυμα μετά χαράς μεγάλης
Ύστερα από τα πιο πάνω λόγια, οι Άγγελοι εκείνοι εξαφανίστηκαν, ενώ όλοι οι Μαθητές προσκύνησαν τον Κύριο, που είχε αναληφθεί στους ουρανούς και ξαναγύρισαν στα Ιεροσόλυμα «μετά χαράς μεγάλης» (Λουκ. 24, 52). Γύρισαν, δηλαδή, στα Ιεροσόλυμα, όπου έσπευδαν «διά παντός εν των ιερώ αινούντες και ευλογούντες τον Θεόν» (Λουκά 24, 53) και αναμένοντες «δύναμιν εξ ύψους» (Λουκά 24, 49). Ταυτόχρονα, όμως, χαίρονταν εξαιτίας της ευλογίας που είχαν από τον Χριστό, αλλά και «διά την ελπίδα της ειρημένης επαγγελίας» (Βλ. Π. Τρεμπέλα, Υπ. εις το κατά Λουκάν Ευαγγέλιον, Αθήνα 1972, σ. 681). Αυτή δε τη χαρά ζητεί ο υμνογράφος της Εκκλησίας για όλους τους Χριστιανούς, λέγοντας:
«Ο τους Μαθητάς και την τεκούσαν Σε Θεοτόκον χαράς απλήστου πλήσας εν τη ση Αναλήψει, και ημάς αξίωσον των εκλεκτών Σου της χαράς ευχαίς αυτών, διά το μέγα Σου έλεος».

Ύστερα από τα πιο πάνω, όλοι οι Χριστιανοί, κατά τον Απόστολο Παύλο, πρέπει να προσερχόμαστε «μετά παρρησίας τω θρόνω της Χάριτος», γιατί έχουμε «Αρχιερέα μέγαν, διεληλυθότα τους ουρανούς» (Εβρ. 4, 14-16). Ο Χριστός, δηλαδή, είναι ο Αρχηγός και η αόρατη κεφαλή της Εκκλησίας. Και όπου είναι η κεφαλή, πρέπει να είναι και το σώμα. Όπως, δηλαδή, ένας κολυμβητής, λέγει ο Κ. Καλλίνικος, έχει το σώμα βυθισμένον κάτω από τα κύματα της θάλασσας, αλλά το κεφάλι του έξω από το νερό, έτσι και εδώ. «Το σώμα της Εκκλησίας κυματοπαλαίει, πεφυλακισμένον υπό την ρευστήν των εγκοσμίων φύσιν, αλλ’ ο Χριστός, η κεφαλή του, είναι άνω, έξω των γηίνων κυμάτων, άλλην ατμόσφαιραν αναπνέων και τούτο προς το καλόν ημών» (Τα θεμέλια της πίστεως, 188 - 189). Σ’ αυτήν ακριβώς την ατμόσφαιρα ας παρακαλούμε τον Χριστό να οδηγήσει και μας, σαν μέλη του μυστικού Σώματός Του, με την ενίσχυση της Χάρης του Αγίου Πνεύματος, λέγοντας «Μη χωρισθής ημών, ο Ποιμήν ο καλός, αλλά πέμψον ημίν το Πνεύμα Σου το πανάγιον, το οδηγούν και στηρίζον τας ψυχάς ημών».


« Ὁ Κύριος ἀνελήφθη εἰς οὐρανούς, ἵνα πέμψῃ τὸν Παράκλητον τῶ κόσμω, οἱ οὐρανοὶ ἡτοίμασαν τὸν θρόνον αὐτοῦ, νεφέλαι τὴν ἐπίβασιν αὐτοῦ, Ἄγγελοι θαυμάζουσιν, ἄνθρωπον ὁρῶντες ὑπεράνω αὐτῶν, ὁ Πατὴρ ἐκδέχεται, ὃν ἐν κόλποις ἔχει συναϊδιον, Τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον κελεύει πᾶσι τοὶς Ἀγγέλοις αὐτοῦ, Ἄρατε πύλας οἱ ἄρχοντες ἡμῶν, Πάντα τὰ ἔθνη κροτήσατε χείρας. ὅτι ἀνέβη Χριστός, ὅπου ἣν τὸ πρότερον».
Ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός μετά την λαμπροφόρο Ανάστασή Του από τους νεκρούς, δεν εγκατέλειψε αμέσως τον κόσμο, αλλά συνέχισε για σαράντα ημέρες να εμφανίζεται στους μαθητές Του (Πράξ.1,3). Αυτές οι μεταναστάσιμες εμφανίσεις Του προς αυτούς είχαν πολύ μεγάλη σημασία. Έπρεπε οι πρώην δύσπιστοι και φοβισμένοι μαθητές να βιώσουν το γεγονός της Αναστάσεως του Διδασκάλου τους και να αποβάλλουν κάθε δισταγμό και ψήγμα απιστίας για Εκείνον.
Την τεσσαρακοστή λοιπόν ημέρα, σύμφωνα με το Ευαγγέλιο του Λουκά, ο Κύριος τους μαθητές του «εξήγαγε έξω έως τη Βηθανία», στο όρος των Έλαιών όπου συνήθως προσηύχετο. «Και αφού σήκωσε τα χέρια του, τους ευλόγησε». (Λουκά 24,50) και «ευλογώντας τους, εχωρίσθηκε απ' αυτούς και εφέρετο πρός τα πάνω, στον ουρανό» μέχρι που τον έχασαν από τα μάτια τους. Και μετά αφού Τον προσκύνησαν επέστρεψαν στην Ιερουσαλήμ με χαρά μεγάλη και έμεναν συνεχώς στο ναό υμνολογώντας και δοξολογώντας το Θεό.
Ο ευαγγελιστής Μάρκος, περιγράφοντας πιο λακωνικά το θαυμαστό και συνάμα συγκινητικό γεγονός, αναφέρει πως μετά από την ρητή αποστολή των μαθητών σε ολόκληρο τον κόσμο κηρύττοντας και βαπτίζοντας τα έθνη, «ανελήφθη εις τον ουρανόν και εκάθισεν εκ δεξιών του Θεού. Εκείνοι δε εξελθόντες εκήρυξαν πανταχού, του Κυρίου συνεργούντος και τον λόγον βεβαιούντος δια των επακολουθούντων σημείων» (Μαρκ.16,19-20).
Αυτή η ευλογία είναι πια η αρχή της Πεντηκοστής. Ο Κύριος ανέρχεται για να μας στείλει το παράκλητο Πνεύμα, όπως λέγει το τροπάριο της εορτής: «Ανυψώθηκες στη δόξα, Χριστέ Θεέ μας, αφού χαροποίησες τους μαθητές σου με την επαγγελία του Αγίου Πνεύματος και βεβαιώθηκαν από την ευλογία σου».
Η Ανάληψη του Κυρίου μας Ιησού Χριστού αποτελεί αναμφίβολα το θριαμβευτικό πέρας της επί γης παρουσίας Του και του απολυτρωτικού έργου Του. «Ανελήφθη εν δόξη» για να επιβεβαιώσει την θεία ιδιότητά Του στους παριστάμενους μαθητές Του. Για να τους στηρίξει περισσότερο στον τιτάνιο πραγματικά αγώνα, που Εκείνος τους ανάθεσε, δηλαδή τη συνέχιση του σωτηριώδους έργου Του για το ανθρώπινο γένος.
Ο Κύριος Ιησούς Χριστός ανήλθε στους ουρανούς, αλλά δεν εγκατέλειψε το ανθρώπινο γένος, για το οποίο έχυσε το τίμιο Αίμα Του. Μπορεί να κάθισε στα δεξιά του Θεού στους ένδοξους ουρανούς, όμως η παρουσία Του εκτείνεται ως τη γη και ως τα έσχατα της δημιουργίας. Άφησε στη γη την Εκκλησία Του, η οποία είναι το ίδιο το αναστημένο, αφθαρτοποιημένο και θεωμένο σώμα Του, για να είναι το μέσον της σωτηρίας όλων των ανθρωπίνων προσώπων, που θέλουν να σωθούν. Νοητή ψυχή του σώματός Του είναι ο Θεός Παράκλητος, «το Πνεύμα της αλήθείας» (Ιωάν. 15,26), ο Οποίος επεδήμησε κατά την αγία ημέρα της Πεντηκοστής σε αυτό, για να παραμείνει ως τη συντέλεια του κόσμου.
Η σωτηρία συντελείται με την οργανική συσσωμάτωση των πιστών στο θεανδρικό Σώμα του Χριστού. Αυτό εννοούσε, όταν υποσχόταν στους μαθητές Του: «ιδού εγώ μεθ’ υμών ειμί πάσας τας ημέρας έως της συντελείας του αιώνος» (Ματθ.28,20).
Απολυτίκιον Ἦχος δ'
«Ἀνελήφθης ἐν δόξῃ, Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν, χαροποιήσας τοὺς Μαθητάς, τὴ ἐπαγγελία τοῦ ἁγίου Πνεύματος, βεβαιωθέντων αὐτῶν διὰ τῆς εὐλογίας, ὅτι σὺ εἰ ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, ὁ λυτρωτὴς τοῦ κόσμου».

«Ο ίδιος ο Κύριος λέει: «συμφέρει υμίν ίνα εγώ απέλθω ... και εγώ ερωτήσω τον Πατέρα και άλλον Παράκλητον δώσει υμίν» (Ιωάν. 14,16). Έτσι η Ανάληψη του Χριστού είναι η κατ' εξοχήν επίκληση, γιατί είναι θεία• ο Υιός παρακαλεί τον Πατέρα να στείλη το Άγιο Πνεύμα και, εις απάντηση αυτής της παρακλήσεως, ο Πατήρ στέλνει το Πνεύμα και πραγματοποιεί την Πεντηκοστή. Η ολοκληρωμένη αυτή θεώρηση των οικονομιών δεν ελαττώνει καθόλου τον κεντρικό χαρακτήρα του απολυτρωτικού έργου του Χριστού, της θυσίας του Αμνού, αλλά προσδιορίζει την προοδευτική τάξη των γεγονότων και δείχνει τον Υιό και το Πνεύμα, καθένα ιδιαίτερα στην προσωπική Του μεγαλοπρέπεια και διάσταση, καθένα στην υπηρεσία του άλλου σε μια αμοιβαία λειτουργία που συμπίπτει με τη Βασιλεία του Πατρός».
Paul Evdokimov
Ευαγγελική περικοπή (Ιωαν. 24: 36-53)
«36 Ταῦτα δὲ αὐτῶν λαλούντων αὐτὸς ὁ Ἰησοῦς ἔστη ἐν μέσῳ αὐτῶν καὶ λέγει αὐτοῖς· Εἰρήνη ὑμῖν. 37 πτοηθέντες δὲ καὶ ἔμφοβοι γενόμενοι ἐδόκουν πνεῦμα θεωρεῖν. 38 καὶ εἶπεν αὐτοῖς· Τί τεταραγμένοι ἐστέ, καὶ διατί διαλογισμοὶ ἀναβαίνουσιν ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν; 39 ἴδετε τὰς χεῖράς μου καὶ τοὺς πόδας μου, ὅτι αὐτὸς ἐγώ εἰμι· ψηλαφήσατέ με καὶ ἴδετε, ὅτι πνεῦμα σάρκα καὶ ὀστέα οὐκ ἔχει καθὼς ἐμὲ θεωρεῖτε ἔχοντα. 40 καὶ τοῦτο εἰπὼν ἐπέδειξεν αὐτοῖς τὰς χεῖρας καὶ τοὺς πόδας. 41 ἔτι δὲ ἀπιστούντων αὐτῶν ἀπὸ τῆς χαρᾶς καὶ θαυμαζόντων εἶπεν αὐτοῖς· Ἔχετέ τι βρώσιμον ἐνθάδε; 42 οἱ δὲ ἐπέδωκαν αὐτῷ ἰχθύος ὀπτοῦ μέρος καὶ ἀπὸ μελισσίου κηρίου, 43 καὶ λαβὼν ἐνώπιον αὐτῶν ἔφαγεν. 44 εἶπε δὲ αὐτοῖς· Οὗτοι οἱ λόγοι οὓς ἐλάλησα πρὸς ὑμᾶς ἔτι ὢν σὺν ὑμῖν, ὅτι δεῖ πληρωθῆναι πάντα τὰ γεγραμμένα ἐν τῷ νόμῳ Μωϋσέως καὶ προφήταις καὶ ψαλμοῖς περὶ ἐμοῦ. 45 τότε διήνοιξεν αὐτῶν τὸν νοῦν τοῦ συνιέναι τὰς γραφάς, 46 καὶ εἶπεν αὐτοῖς ὅτι Οὕτω γέγραπται καὶ οὕτως ἔδει παθεῖν τὸν Χριστὸν καὶ ἀναστῆναι ἐκ νεκρῶν τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ, 47 καὶ κηρυχθῆναι ἐπὶ τῷ ὀνόματι αὐτοῦ μετάνοιαν καὶ ἄφεσιν ἁμαρτιῶν εἰς πάντα τὰ ἔθνη, ἀρξάμενον ἀπὸ Ἱερουσαλήμ. 48 ὑμεῖς δέ ἐστε μάρτυρες τούτων. 49 καὶ ἰδοὺ ἐγὼ ἀποστέλλω τὴν ἐπαγγελίαν τοῦ πατρός μου ἐφ' ὑμᾶς· ὑμεῖς δὲ καθίσατε ἐν τῇ πόλει Ἱερουσαλήμ ἕως οὗ ἐνδύσησθε δύναμιν ἐξ ὕψους. 50 Ἐξήγαγε δὲ αὐτοὺς ἔξω ἕως εἰς Βηθανίαν, καὶ ἐπάρας τὰς χεῖρας αὐτοῦ εὐλόγησεν αὐτούς. 51 καὶ ἐγένετο ἐν τῷ εὐλογεῖν αὐτὸν αὐτοὺς διέστη ἀπ' αὐτῶν καὶ ἀνεφέρετο εἰς τὸν οὐρανόν. 52 καὶ αὐτοὶ προσκυνήσαντες αὐτὸν ὑπέστρεψαν εἰς Ἱερουσαλὴμ μετὰ χαρᾶς μεγάλης, 53 καὶ ἦσαν διὰ παντὸς ἐν τῷ ἱερῷ αἰνοῦντες καὶ εὐλογοῦντες τὸν Θεόν. Ἀμήν».
Αποστολικόν Ανάγνωσμα (Πραξ. 1: 1-12)
«1 Τὸν μὲν πρῶτον λόγον ἐποιησάμην περὶ πάντων, ὦ Θεόφιλε, ὧν ἤρξατο ὁ Ἰησοῦς ποιεῖν τε καὶ διδάσκειν 2 ἄχρι ἧς ἡμέρας ἐντειλάμενος τοῖς ἀποστόλοις διὰ Πνεύματος ἁγίου οὓς ἐξελέξατο ἀνελήφθη· 3 οἷς καὶ παρέστησεν ἑαυτὸν ζῶντα μετὰ τὸ παθεῖν αὐτὸν ἐν πολλοῖς τεκμηρίοις, δι' ἡμερῶν τεσσαράκοντα ὀπτανόμενος αὐτοῖς καὶ λέγων τὰ περὶ τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ. 4 καὶ συναλιζόμενος παρήγγειλεν αὐτοῖς ἀπὸ Ἱεροσολύμων μὴ χωρίζεσθαι, ἀλλὰ περιμένειν τὴν ἐπαγγελίαν τοῦ πατρὸς ἣν ἠκούσατέ μου· 5 ὅτι Ἰωάννης μὲν ἐβάπτισεν ὕδατι, ὑμεῖς δὲ βαπτισθήσεσθε ἐν Πνεύματι ἁγίῳ οὐ μετὰ πολλὰς ταύτας ἡμέρας. 6 οἱ μὲν οὖν συνελθόντες ἐπηρώτων αὐτὸν λέγοντες· Κύριε, εἰ ἐν τῷ χρόνῳ τούτῳ ἀποκαθιστάνεις τὴν βασιλείαν τῷ Ἰσραήλ; 7 εἶπε δὲ πρὸς αὐτούς· Οὐχ ὑμῶν ἐστι γνῶναι χρόνους ἢ καιροὺς οὓς ὁ πατὴρ ἔθετο ἐν τῇ ἰδίᾳ ἐξουσίᾳ, 8 ἀλλὰ λήψεσθε δύναμιν ἐπελθόντος τοῦ ἁγίου Πνεύματος ἐφ' ὑμᾶς, καὶ ἔσεσθέ μου μάρτυρες ἔν τε Ἱερουσαλὴμ καὶ ἐν πάσῃ τῇ Ἰουδαίᾳ καὶ Σαμαρείᾳ καὶ ἕως ἐσχάτου τῆς γῆς. 9 καὶ ταῦτα εἰπὼν βλεπόντων αὐτῶν ἐπήρθη, καὶ νεφέλη ὑπέλαβεν αὐτὸν ἀπὸ τῶν ὀφθαλμῶν αὐτῶν. 10 καὶ ὡς ἀτενίζοντες ἦσαν εἰς τὸν οὐρανὸν πορευομένου αὐτοῦ, καὶ ἰδοὺ ἄνδρες δύο παρειστήκεισαν αὐτοῖς ἐν ἐσθῆτι λευκῇ, 11 οἳ καὶ εἶπον· Ἄνδρες Γαλιλαῖοι, τί ἑστήκατε ἐμβλέποντες εἰς τὸν οὐρανόν; οὗτος ὁ Ἰησοῦς ὁ ἀναληφθεὶς ἀφ'ὑμῶν εἰς τὸν οὐρανὸν, οὕτως ἐλεύσεται, ὃν τρόπον ἐθεάσασθε αὐτὸν πορευόμενον εἰς τὸν οὐρανόν. 12 Τότε ὑπέστρεψαν εἰς Ἱερουσαλὴμ ἀπὸ ὄρους τοῦ καλουμένου ἐλαιῶνος, ὅ ἐστιν ἐγγὺς Ἱερουσαλὴμ, σαββάτου ἔχον ὁδόν.».
.

Αρχάγγελοι και Αγγελική ιεραρχία


Αρχάγγελοι και Αγγελική ιεραρχία

Στην Αγία Γραφή γίνεται συχνά λόγος για τους άγγελους.
Ο Αρχαγγελος Μιχαηλ εμφανιστηκε στον Αβρααμ, στον Λωτ, στον πατριαρχη Ιακωβ οταν τον γλιτωσε απο τον αδερφο του Ησαυ, οδηγησε τους Ισραηλιτες εκτος της Αιγυπτου, εμφανιστηκε στον Ιησου του Ναυη, αλλα και στις Χωναις της φρυγιας
Ο Αρχαγγελος Γαβριηλ εμφανιστηκε πολλες φορες στον προφητη Δανιηλ , στη γυναικα του Μανωε να της πει οτι θα γεννησει τον Σαμψων, στον Ιωακειμ και την Αννα οτι θα γεννησουν τη Θεοτοκο, στον Ζαχαρια οτι η γυναικα του θα γεννησει τον Ιωαννη τον Προδρομο. Επισης ετρεφε την Παναγια επι δωδεκα χρονια στο Ναο, εφερε το μηνυμα του ευαγγελισμου στη Θεοτοκο, φανηκε στον Ιωσηφ για να του πει να μην φοβαται, αλλα να παραλαβει τη Μαριαμ επειδη το παιδι που θα γεννηθει θα ειναι εκ πνευματος Αγιου, αλλα και για να φυγουν προς την Αιγυπτο και να γυρισουν απο την Αιγυπτο στη γη του Ισραηλ. Ακομη αποκυλησε το λιθο απο την πορτα του ταφου του Κυριου και ανηγγειλε την Ανασταση του Κυριου στις μυροφορες.
Πολλες ειναι οι εορτες που ειναι αφιερωμενες στους αγγελους.
-η Δευτερα ημερα της εβδομαδας ειναι αφιερωμενη στα ταγματα των Ουρανιων Δυναμεων
-Συναξη του Αρχαγγελου Γαβριηλ στις 26 μαρτιου
-Συναξη του Αρχαγγελου Γαβριηλ «εν τω Αδειν» στις 11 ιουνιου στη σκητη του Πρωτατου που βρισκεται στις Καρυες της ιερας μονης Παντοκρατορος υπαρχει λακκος που εχει διαφορα κελλια. Σε ενα απο αυτα το οποιο ηταν αφιερωμενο στην Παναγια κατοικουσε ιερομοναχος με τον υποτακτικο του. Ενα σαββατο βραδυ που ο γεροντας ηταν στο Πρωτατο και ο υποτακτικος ετοιμαζοταν να αναγνωσει την ακολουθια του, ηρθε στο κελλι του ενας ξενος και ζητησε να φιλοξενηθει. Εψαλλαν μαζι την ακολουθια, οταν ομως εφτασαν στην Τιμιωτερα ο μοναχος εψαλλε μονο «την Τιμιωτερα των Χερουβειμ», ο ξενος μοναχος ομως εψαλλε « Αξιον εστι ως αληθως μακαριζειν σε την Θεοτοκον την αειμακαριστον και παναμωμητον και Μητερα του Θεου ημων» και στη συνεχεια προσθεσε και το «την Τιμιωτεραν...» εως τελους. Ο Αγιορειτης μοναχος θαυμασε τον υμνο και ζητησε απο τον ξενο να του τον γραψει . επειδη δεν ειχε χαρτι και μολυβι ο ξενος χαραξε τον υμνο με το δαχτυλο του σε μαρμαρο και αμεσως εξαφανιστηκε. Η μαρμαρινη πλακα απεσταλει στην Κωνσταντινουπολη και απο την εποχη εκεινη ο αρχαγγελικος αυτος υμνος ψαλλεται απο ολους τους Ορθοδοξους. Η εικονα στην οποια εψαλλει ο υμνος ονομαζεται Αξιον Εστι και φυλασσεται στο Πρωτατο, στον κεντρικο ναο των Καρυων του Αγιου Ορους. Ο υμνος εχει ως εξης: « Αξιον εστιν ως αληθως, μακαριζειν σε την Θεοτοκον, την αειμακαριστον και παναμωμητον, την Μητερα του Θεου ημων. Την Τιμιωτεραν των Χερουβειμ και ενδοξοτεραν ασυγκριτως των Σεραφειμ, την αδιαφθορως Θεον Λογον τεκουσαν την οντως Θεοτοκον σε μεγαλυνομεν».
- Το θαυμα του Αρχαγγελου Μιχαηλ στους Κολοσσους της Φρυγιας, το εν Χωναις στις 6 σεπτεμβριου Στην περιοχη των Κολοσσων ειχε αναβλυσει πηγη με αγιασμενο νερο που θεραπευε καθε αρρωστια. Εκει χτιστηκε ναος στο ονομα του Αρχαγγελου Μιχαηλ. Οι ειδωλολατρες στραφηκαν εναντιον του ιερεα του ναου, τον προστατευσε ομως ο Αρχαγγελος και σωθηκε. Οι ειδωλολατρες δοκιμασαν τοτε να εκτρεψουν το ρου ενος ποταμου για να πνιξουν τον ιερεα και να καταστρεψουν το ναο. Τοτε ο Αρχαγγελος Μιχαηλ επενεβη και με τη ρομφαια του εσκισε στα δυο τη γη και τα νερα χωνευθηκαν μεσα. Εως σημερα τα νερα των ποταμων χωνευονται. Γιαυτο και το μερος ονομαστηκε Χωναι.
-Συναξη Αρχιστρατηγων Μιχαηλ και Γαβριηλ στις 8 Νοεμβριου. Την ημερα αυτη ειναι και η εορτη της Πολεμικης μας Αεροποριας.
Πληθος διηγησεων της προστατευτικης δρασης Αρχαγγελων και ιδιαιτερα του Αρχαγγελου Μιχαηλ διασωζονται σε διαφορες περιοχες. Κοντα στο Αιγιο υπαρχει η Μονη των Παμμεγιστων Ταξιαρχων. Καυχημα της Μονης ειναι τα «Αχραντα Παθη» που εχουν θαυματουργικες ιδιοτητες. Στη Μυτιληνη στο χωριο Μανταμαδες υπαρχει το μοναστηρι του Αρχαγγελου Μιχαηλ η Ταξιαρχου. Εκει φυλασσεται μια αναγλυφη εικονα του Αρχαγγελου, η οποια εχει πλαστει απο λασπη , που εγινε απο χωμα και απο το αιμα των μοναχων μαρτυρων, οι οποιοι σφαγιασθηκαν στην περιοχη κατα την τουρκοκρατια. Τον Αρχαγγελο επλασε ο μοναδικος μοναχος που επεζησε απο τη σφαγη. Ειναι απο τα μεγαλυτερα πανελληνια προσκηνυματα που διαρκως θαυματουργει.
Στην εισοδο της μονης βρισκεται και η ολοσωμη εικονα του Αρχαγγελου, η οποια ενω ειναι τοιχογραφια , θαυματουργικα ειχε εξαφανιστει κατα της ημερες της εθνικης κρισης στην Κυπρο το 1963 και εμφανιστηκε ξανα με τη ληξη των γεγονοτων.
Στη Λεσβο επισης υπαρχει και ολοκληρο χωριο αφιερωμενο στον Αρχαγγελο Μιχαηλ, το χωριο Ταξιαρχης , οπου και η φερωνυμη εκκλησια, στην οποια μπορει να δει κανεις το αποτυπωμα στο μαρμαρινο δαπεδο της εκκλησιας, αναμνηση του θαυματος που συνεβη εκει παλαιοτερα. Οταν ο Αρχαγγελος με τη θαυματουργικη παρουσια του διεσωσε μια μοναχη την οποια καταδιωκαν οι τουρκοι. Τον Ταξιαρχη ακομη τιμουν με μεγαλη ευλαβεια στη Συμη της Δωδεκανησου, οπου και το μοναστηρι του Πανορμιτη, οπως ετσι τον ονομαζουν εκει. Πολλα θαυματα αποδιδονται και εκει στον Αρχαγγελο. Με τους Αρχαγγελους και την προστασια τους συνδεεται ιδιαιτερα η Μονη Δοχειαριου του Αγιου Ορους.

Η ΣΥΝΑΞΗ ΤΩΝ ΑΡΧΑΓΓΕΛΩΝ

Τηρωντας την αρχαια παραδοση, η Εκκλησια τελει την εορτη της συναξεως των αρχιστρατηγων Μιχαηλ και Γαβριηλ και ολων των επουρανιων δυναμεων στις 8 Νοεμβριου σε αναμνηση της αποστασιας του σατανα. Οταν ο αρχαγγελος Μιχαηλ ειδε το σατανα πεσοντα, καλεσε τις ουρανιες δυναμεις. Αναφωνησε «προσχωμεν» και υμνησε με τους υπολοιπους αγγελους το Θεο. Αυτη η συγκροτηση ονομαστηκε συναξη των ασωματων, δηλαδη προσοχη ενωση και ομονοια των αγαθων αγγελων.
Ενα μερος απο τους αγαθους αγγελους εχοντας ως επικεφαλης τους τον εωσφορο εξαιτιας της υπερηφανειας και του εγωισμου ηρθαν εναντιον του Θεου. Ετσι εξεπεσαν απο την αγαθοτητα και μεταβληθηκαν σε πονηρα πνευματα τους δαιμονες. Αντιστρατευονται το θελημα του Θεου και υποβαλλοντας τους ανθρωπους σε διαφορους πειρασμους προσπαθουν να τους απομακρυνουν απο τη σωτηρια και απο τον Θεο. Ο Αγιος Ιωαννης ο Δαμασκηνος γραφει: « καθε κακια επινοηθηκε απο αυτους οπως και τα ακαθαρτα παθη. Και τους δωθηκε η παραχωρηση να προσβαλλουν τον ανθρωπο, δεν μπορουν ομως να εξαναγκασουν κανεναν. Σε μας υπαρχει η δυνατοτητα να δεχτουμε η να μην δεχτουμε την προσβολη».
Κατα τον Προκλο Κωνσταντινουπολεως, το ονομα Μιχαηλ ερμηνευεται ως «Δυναμις Θεου» και Γαβριηλ σημαινει «ανθρωπος Θεου». Για το λογο αυτο και ο Αρχαγγελος Γαβριηλ υπηρετησε με μοναδικο τροπο την ενσαρκωση του Θεανθρωπου.
Οι αγγελοι ειναι δημιουργηματα του Θεου «γιατι τα παντα δι' αυτου ηρθαν στην υπαρξη οσα στον ουρανο και οσα στη γη, τα ορατα και τα αορατα, θρονοι και κυριοτητες, αρχες και εξουσιες» προς Κολοσσαεις 1,16. Σε σχεση με τους ανθρωπους ειναι ανωτεροι στη γνωση, απαλλαγμενοι απο τα παθη, αυλοι και ασωματοι, οχι ομως απολυτως γιατι παντογνωστης, απαθης, αυλος, ασωματος, πανταχου παρων ειναι μονον ο Θεος. Ειναι δευτερα φωτα νοερα, τα οποια λαμβανουν το φωτισμο τους απο το πρωτο και αναρχο φως, το Θεο. Στο χριστιανισμο ειναι πνευματοϋλικες υπαρξεις λεπτοσωμες και επιτελουν το εργο της δοξας και του υμνου του Θεου. Συχνα προς ωφελεια των ανθρωπων ερχονται σε επαφη με αυτους. Στην παραδοση μας εχει σχηματιστει η εικονα της υπαρξης των αγγελων ως νεανιες με φτερα αλλα και ιεροπρεπεια, με τη μορφη ενος επουρανιου στρατευματος. Χωριζονται και κατατασσονται σε ταγματα με ξεχωριστα ονοματα.
Τα εννεα αγγελικα ταγματα ειναι: Αγγελοι, Αρχαγγελοι, Αρχες, Εξουσιες, Δυναμεις, Θρονοι, Κυριοτητες, Χερουβειμ, Σεραφειμ.
Γνωστοτεροι απο αυτους ειναι οι Αρχιστρατηγοι Αρχαγγελοι, Μιχαηλ και Γαβριηλ. Τους Αρχιστρατηγους Μιχαηλ και Γαβριηλ τους αποκαλουμε και Ταξιαρχες και την εορτη τους των Ταξιαρχων.




ΑΡΧΑΓΓΕΛΟΣ ΓΑΒΡΙΗΛ
Ο ΧΑΡΙΤΩΜΕΝΟΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΙΤΟΣ ΑΡΧΑΓΓΕΛΟΣ ΓΑΒΡΙΗΛ
του π. Αθανασίου Γιουσμά

Αρκετά επίκαιρα θέματα απασχόλησαν την καθιερωμένη αυτή εβδομαδιαία στήλη μας κι αυτό είχε ως αποτέλεσμα το γενικό θέμα «οι Ασώματοι Άγιοι Άγγελοι», να παραμείνει για λίγο... στάσιμο. Επιστρέφουμε με αυτό μας το άρθρο.
Ένας από τους τέσσερις Αρχαγγέλους, πολύ γνωστός, χαριτωμένος, προσιτός, Άγγελος καλών ειδήσεων είναι και ο Αρχάγγελος Γαβριήλ. Τον συναντάμε στην Παλαιά και στην Καινή Διαθήκη. Μάλιστα, τέσσερις φορές γίνεται ονομαστικά λόγος για το πρόσωπό του και τις υπόλοιπες αναφέρεται απλώς μόνο με την ονομασία «Άγγελος».
Ο Αρχάγγελος Γαβριήλ είναι αυτός που σταλμένος από το Θεό στάθηκε «ενώπιον» του Προφήτη Δανιήλ, «ως όρασις ανδρός», με ανδρική μορφή και του εξήγησε το δεύτερο όραμα που είχε δει (Δαν. 8, 15 κ. εξ.). Μάλιστα, στο αγιογραφικό αυτό κείμενο βρίσκουμε μια σημαντική λεπτομέρεια που επιβεβαιώνει κάποια παρόμοια δική μας λατρευτική τακτική και πράξη: Καθώς πλησίασε ο Άγγελος του Κυρίου τον Προφήτη, ο Δανιήλ θαμπώθηκε κι έπεσε με το πρόσωπο στη γη! Γονάτισε όπως γονατίζουμε κι εμείς στο Ναό σε διάφορες καθορισμένες στιγμές της Θείας Λατρείας ή στο σπίτι μας κατά την προσωπική μας προσευχή ή πριν ασπαστούμε ιερά λείψανα και εικόνες! Ο Αρχάγγελος Γαβριήλ ήταν εκείνος που αποκάλυψε στον ίδιο Προφήτη το χρόνο έλευσης του Μεσσία (Δαν. 9, 21 κ. εξ.).
Στην Καινή Διαθήκη και συγκεκριμένα στο Ευαγγέλιο του Λουκά, ο ίδιος Ασώματος Άγιος Άγγελος προλέγει στο γέροντα Ιερέα Ζαχαρία τη γέννηση του Προδρόμου και του επιβάλλει για τη δυσπιστία του, το επιτίμιο της αφωνίας μέχρι να γεννηθεί το παιδί και να του γίνει η ονοματοδοσία (Λουκ. 1, 11 κ. εξ.). Ο ίδιος Ευαγγελιστής –έχοντας σύμφωνα με τη Χριστιανική Παράδοση, τη σχετική πληροφόρηση από την ίδια τη Θεοτόκο– αναφέρει πως την είδηση της Γέννησης του Χριστού στην Παναγία τη μετέφερε ο Αρχάγγελος Γαβριήλ! Διαβάζουμε: «Τον έκτο μήνα της εγκυμοσύνης της Ελισάβετ, ο Θεός έστειλε τον Άγγελο Γαβριήλ στην πόλη της Γαλιλαίας Ναζαρέτ σε μια παρθένο...» (Λουκ. 1, 26 κ. εξ.). Ο Γαβριήλ είναι ο Αρχάγγελος του Ευαγγελισμού! Κι όχι μόνο: Εκείνος –έστω κι αν δεν αναφέρεται το όνομά του– θεωρείται από την Εκκλησία μας πως: Μετέφερε την εντολή του Θεού στον Ιωσήφ να παραλάβει την Παναγία σπίτι του και να μην την παραδώσει για λιθοβολισμό, συνομίλησε με τους βοσκούς το βράδυ της Γέννησης του Χριστού, έδωσε εντολή στους Μάγους να επιστρέψουν στα μέρη τους από διαφορετικό δρόμο και πληροφόρησε τον Ιωσήφ να φύγουν στην Αίγυπτο κι αργότερα τον ενημέρωσε το πότε να επιστρέψουν στη Γη των Ιουδαίων. Κατά την άποψη πολλών Πατέρων της Εκκλησίας μας, ο Αρχάγγελος Γαβριήλ αποκύλησε «τον λίθον του μνημείου» του Κυρίου την ημέρα της Αναστάσεως και μετέφερε στις Μυροφόρες το χαρμόσυνο αυτό γεγονός. Δηλαδή, ο Γαβριήλ είναι ο Άγιος Άγγελος που στενά συνδέθηκε από τα χρόνια της Παλαιάς Διαθήκης με όλη την υπόθεση της Θείας Οικονομίας, της μεγάλης του Χριστού ταπείνωσης να προσλάβει την ανθρώπινη σάρκα με σκοπό να σώσει το ανθρώπινο γένος!
Ήδη, από την παλαιοχριστιανική εποχή έχουμε ζωγραφικές παραστάσεις του Αρχαγγέλου Γαβριήλ στη γλυπτική, στη μικροτεχνία, στη ζωγραφική εν γένει, ακόμα και σε ενδύματα! Μέχρι τον 4ο μ.Χ. αιώνα απεικονιζόταν όπως ακριβώς και οι υπόλοιποι Άγιοι Άγγελοι. Αργότερα τον συναντάμε σε βυζαντινές τοιχογραφίες ή φορητές εικόνες πιο προσιτός, πιο γλυκός και γαλήνιος από τον Αρχάγγελο Μιχαήλ. Η μορφή του, καταλαμβάνει όχι μόνο αψίδες του Ιερού Βήματος, αλλά ακόμη και μέρη του τρούλου! Εικονίζεται μόνος, πλάι στη Θεοτόκο, πλάι στον Παντοκράτορα, μαζί με υπολοίπους Αγγέλους, αλλά και σε διάφορες άλλες φάσεις.
Ο Γαβριήλ θεωρήθηκε ως ένας εκ των Αρχαγγέλων, όχι μόνο γιατί αυτό μαρτυρεί η εκκλησιαστική γραμματεία αλλά, επειδή ο ίδιος είχε πει στον πατέρα του Προδρόμου, το Ζαχαρία, πως: «Εγώ είμαι ο Γαβριήλ που παραστέκομαι ενώπιον του Θεού» (Λουκ. 1, 19). Ας ευχηθούμε κλείνοντας, ο αγαπημένος μας τούτος Αρχάγγελος, αφού βρίσκεται δίπλα στον Τριαδικό Θεό, να εύχεται και να μεσιτεύει για όλους μας.

Εφημερίδα Εμπρός, 14 Μαρτίου 2007


Ο Αρχάγγελος Γαβριήλ και η Θεοτόκος

του π. Αθανασίου Γιουσμά

Τούτες τις ημέρες τις χαρμολυπητερές, της Μεγάλης Σαρακοστής και συγκεκριμένα κάθε Παρασκευή, στους Ναούς λίγο πριν το «Δι'; ευχών», οι Ψάλτες ψάλλουν κι οι πιστοί τούς συνοδεύουν χαμηλόφωνα, ένα πανέμορφο τροπάριο. Ένα «Θεοτοκίο» του Γ΄ ήχου. Το γνωστό: «Την ωραιότητα της παρθενίας σου...». Ας το θυμηθούμε σε μετάφραση: «Την ομορφιά της παρθενίας Σου και την λαμπρότητα της αγνότητάς Σου, θαυμάζοντας ο Αρχάγγελος Γαβριήλ κατάπληκτος Σου έλεγε Θεοτόκε: Ποιο εγκώμιο, αλήθεια, μπορώ να Σου προσφέρω που να Σου αξίζει, Παναγία; Και πώς να Σε αποκαλέσω; Απορώ και εκπλήττομαι. Γι'; αυτό, όπως έχω εντολή από το Θεό, Σου απευθύνω τούτον τον απλό και σημαντικό χαιρετισμό: Χαίρε Εσύ που είσαι η Κεχαριτωμένη όλων»!
Στους «Οίκους» των Χαιρετισμών της Θεοτόκου πάλι, ο υμνογράφος θεωρεί τον Αρχάγγελο που στάλθηκε από τον ουρανό στη φτωχή και μικρή κόρη της Ναζαρέτ, να Την κοιτά, να Τη θαυμάζει και να Της λέει με την «ασώματη φωνή» του, πολύ δυνατά, «κραυγάζοντας», τα αναρίθμητα «χαίρε».
Αλήθεια, τι ήταν αυτό το ιδιαίτερο που κοσμούσε την Θεοτόκο και προξένησε τόσο θαυμασμό στον Αρχάγγελο Γαβριήλ, καθώς Την αντίκρισε εκείνη την ημέρα του Ευαγγελισμού; Δεν υπήρξαν πιο πριν άλλες γυναίκες παρθένες ή τόσο αγνές σαν την Κυρία Θεοτόκο; Δεν είχε συναντήσει ο Αρχάγγελος άλλο παρόμοιο πρόσωπο με Εκείνη; Ποια απάντηση θα μπορούσαμε να δώσουμε σε τούτη την ερώτηση και απορία;
Είναι αλήθεια πανθομολογούμενη από τους Ιερούς Πατέρες της Εκκλησίας μας, πως καμιά γυναίκα της Παλαιάς Διαθήκης δεν κατάφερε μέσα στους τόσους αιώνες που πέρασαν από την πτώση των Πρωτοπλάστων, να συγκεντρώσει στο πρόσωπό της τόσες πολλές αρετές και μάλιστα από την εφηβική της ηλικία, όπως η Θεοτόκος! Την Παναγία μας δεν Την κοσμούσε μονάχα η παρθενία, αλλά και όλη Της η ζωή ήταν κατά τον Άγιο Φώτιο Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως: «Ανωτέρα των ουρανίων νοών»! Ανώτερη από τον αγγελικό κόσμο. Πρόσωπο που δέσποζε ανάμεσα σε όλα τα άλλα δημιουργήματα του Θεού! Σε ένα του ποίημα ο Μανουήλ, ο επονομαζόμενος Μεγάλος ρήτωρ, σημειώνει: «Άχραντε, οι χορείες των Αγίων αΰλων Αγγέλων, στέκονται εμπρός Σου δουλικά και με δέος Σε ανυμνούν, γιατί Εσύ τους ξεπέρασες στην καθαρότητα»! Η Μητροπάρθενος Μαρία, κατά τον υμνογράφο Άγιο Ιωάννη τον Ευχαΐτων ήταν: «Η καλή και ωραία κόρη», την οποία επέλεξε «ο ωραίος κάλλει Κύριος»! Ήταν κατά τον ίδιο Άγιο: «Ωραία ψυχή και σώματι, ωραίαν και τω νοΐ»! Στη ψυχή και στο σώμα και στο μυαλό ωραία! Γι' αυτό και έγινε μετά την Αρχαγγελική φωνή και με τη θέληση του Πατέρα Θεού: «Ναός και πύλη και λυχνία, κιβωτός και στάμνα και ράβδος και σκηνή, γη αγία και θεία τράπεζα, γέφυρα και σκάλα, θρόνος και νυφικό παλάτι του Θεού Υιού και Λόγου»!
Ο Αρχάγγελος Γαβριήλ - όπως και κάθε Άγγελος - δεν διέθετε παντογνωσία, αυτή είναι ιδιότητα μόνο του Θεού. Δε γνώριζε το πλήθος των αρετών της Θεοτόκου πριν Τη συναντήσει, γι' αυτό κοιτώντας Την «εξίσταται» και απορεί. Απορεί γιατί ήταν «δυσθεώρητη» ακόμα και για τα μάτια των Αγγέλων! Θαυμάζει γιατί Αυτή κατόρθωσε μόνη από όλους τους ανθρώπους να τραυματίσει τους δαίμονες με την απειθαρχία Της σ' αυτούς! Εκπλήττεται γιατί η Παναγία Μητέρα του Θεού του με την άγια βιωτή Της αποκαλύπτει στους ανθρώπους «των αγγέλων τον βίον» και αποτελεί για τους Αγγέλους το πανθαύμαστο «θαύμα»! Στο «Θεοτοκάριο» του Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου - ένα λειτουργικό Θεομητορικό βιβλίο - υπάρχουν θησαυρισμένες μπόλικες κι άλλες σχετικές απαντήσεις, που σε όμορφη ποιητική μορφή μαρτυρούν την αναμαρτησία της Κυρίας των Αγγέλων. Αυτό, δηλαδή, που είδε και κατάλαβε και διέγνωσε ο Γαβριήλ κατά τον Ευαγγελισμό.
Αλήθεια, αν σταλεί σήμερα στη γη μας ο Αρχάγγελος Γαβριήλ τι θα δει, τι θα βρει και τι θα διαπιστώσει; Δεν απαντώ. Η καθημερινότητα η δική μου και των άλλων βοά απαντητικά... Γι' αυτό σαρακοστιανά, νηστευτικά, όπως οι Νινευΐτες, ας ομολογήσει ο καθένας μας κι όποιος το νοιώθει, εκείνο που έψελνε με δάκρυα στην Παναγία ο Στουδίτης μοναχός Θεόκτιστος: «Μονάχος μου εγώ κι απ'; όλους τους χωματένιους ανθρώπους, έχω υπερβεί κάθε είδους ανωμαλία. Έζησα και ζω στην ασωτία. Έγινα ανοητότερος και των άμυαλων κτηνών. Βοήθησέ με Παρθένε, εσύ που είσαι η δόξα των Αγίων Αγγέλων, με τις δικές Σου μεσιτείες». Αμήν!



Τι είναι οι Άγγελοι;

Η λέξη «άγγελος» είναι ελληνική (από το ρήμα «αγγέλλω») και χρησιμοποιείται για να δηλώσει κάποιον που αναγγέλει μια είδηση ή μεταφέρει ένα μήνυμα, τον αγγελιαφόρο.
Η ευρέως διαδεδομένη εικόνα των αγγέλων με την ανθρωπόμορφη φυσιογνωμία, τα λευκά ρούχα, τα χρυσά φτερά και τις πέραν του κόσμου τούτου ιδιότητες, φαίνεται να γεννήθηκε από τη δυτική φαντασία, η οποία θέλησε μέσω των αγγέλων να προβάλει μια πιο ιδανική και εξαγνισμένη μορφή των ανθρώπων.
Η ιστορία, ωστόσο, των ποικιλόμορφων φτερωτών πλασμάτων που κατοικούν στους ουρανούς και ενίοτε επισκέπτονται τη γη ως αγγελιαφόροι των θεϊκών μηνυμάτων, δεν είναι αποκλειστικά χριστιανικό προνόμιο. Ο αρχαιοελληνικός θεός Ερμής, ο Έρωτας, η φτερωτή Νίκη, καθώς και η Ίρις, η πιστή αγγελιαφόρος του Δία, είναι καθώς φαίνεται οι φιλολογικοί πρόγονοι των χριστιανικών αγγέλων, με ιδιότητες ανάλογες των χριστιανικών απογόνων τους. Αγγελικές μορφές εμφανίζονται επίσης και σε άλλες θρησκείες: στον Ινδουισμό, στο Ισλάμ, στο Σουφισμό, στον Ιουδαϊσμό. Σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό, όλες οι θρησκείες του κόσμου περιλαμβάνουν στη θεολογία τους τέτοιου είδους ουράνιες οντότητες.

ΟΙ ΑΓΓΕΛΟΙ ΣΤΗ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ

Οι άγγελοι δημιουργήθηκαν από το Θεό ως τα ανώτερα όντα στην κλίμακα της δημιουργίας και αποτελούν αναπόσπαστο μέρος και της ζωής των ανθρώπων. Βέβαια υπερτερούν κατά πολύ από τον άνθρωπο, εφόσον κατέχουν αλλόκοσμες δυνάμεις και ιδιότητες.
Η Αγία Γραφή δεν προσφέρει μαρτυρίες για το χρόνο της δημιουργίας τους, αλλά πολλοί από τους Πατέρες του Χριστιανισμού (Γρηγόριος Ναζιανζηνός, Ιωάννης Δαμασκηνός κ. ά.), υποθέτουν ότι οι άγγελοι δημιουργήθηκαν πριν δημιουργηθεί ο υλικός κόσμος. Η άποψή τους αυτή ενισχύθηκε από το χωρίο του `Ιώβ (λη΄,7): «Ότε εγεννήθησαν άστρα, ήνεσάν με φωνή μεγάλη πάντες άγγελοί μου («Όταν γεννήθηκαν τα άστρα με δοξολόγησαν με φωνή δυνατή όλοι οι άγγελοί μου»).
Ο Ιερός Αυγουστίνος όμως και ορισμένοι άλλοι υποστηρίζουν συνδημιουργία των αγγέλων και του υλικού κόσμου, από την πρώτη μέρα μάλιστα της Δημιουργίας, αλλά οι περισσότεροι από τους Πατέρες πιστεύουν ότι πλάστηκαν λίγο πριν από τη δημιουργία του υλικού κόσμου.
Συνοπτικά, η φύση τους ορίζεται από τις παρακάτω ιδιότητές τους:
Δεν είναι «πανταχού παρόντες», όπως ο Θεός. Παρ’ όλο που ο τόπος διαμονής τους δεν περιορίζεται σε αισθητά και υλικά όρια, ο Ιωάννης ο Δαμασκηνός περιγράφει: «Ότε εισίν εν ουρανώ, ουκ εισίν εν τη γη και εις την γην υπό του Θεού αποστελλόμενοι ουκ εναπομένουσιν εν τω ουρανώ».
Δεν διαχωρίζονται σε γένη (αρσενικό-θηλυκό), δεν πολλαπλασιάζονται, αλλά ούτε και πεθαίνουν, σύμφωνα με το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο. Σύμφωνα με πολλούς Πατέρες της Εκκλησίας (Ωριγένης, Μέγας Βασίλειος, Αυγουστίνος κ.ά.), έχουν σώμα αιθέριο και άφθαρτο, χωρίς αυτό να μειώνει την ασώματη και νοερή τους φύση, η οποία δεν προσβάλεται από τη φθορά και το θάνατο. Μπορούν να προσλάβουν σώμα, αλλά και να το αποβάλλουν όταν δεν το χρειάζονται πια. Δεν έχουν ούτε κάποια γλώσσα επικοινωνίας, σύμφωνα με τον Άγιο Θωμά τον Ακινάτη, αλλά μπορούν να επικοινωνούν τηλεπαθητικά με τους ανθρώπους. Επιπροσθέτως, είναι προικισμένοι με το αυτεξούσιο, γεγονός που τους επιτρέπει μεν να υψώνονται όλο και περισσότερο στη σφαίρα του αγαθού, αλλά και συνάμα να «εκπίπτουν», χάνοντας έτσι την αγιότητα την οποία κατείχαν εξαρχής ως κοινωνοί του Αγίου Πνεύματος.
Είναι προορισμένοι να γίνονται κήρυκες του Θεού, οδηγοί για τους ανθρώπους, προστάτες και φύλακες, αλλά και αυτοί που μας παρηγορούν και μας συμπαραστέκονται από την στιγμή που γεννιόμαστε ως την ύστατη του θανάτου μας. Η άποψη αυτή μάλιστα ενισχύεται και από την παρατήρηση του ίδιου του Χριστού (στο κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο και στις Πράξεις των Αποστόλων) ότι οι άγγελοι συνοδεύουν τους ανθρώπους από την παιδική ηλικία ως και το θάνατό τους, συνδεόμενοι κατά αυτό τον τρόπο με την ύπαρξή μας.
Άλλωστε δεν είναι καινούρια και απαντάται συχνότατα στη λαϊκή δοξασία, η άποψη ότι κάθε άνθρωπος έχει έναν άγγελο-φύλακα. Ο Χρυσόστομος λέει συγκεκριμένα ότι «όλοι οι χριστιανοί την ώρα της Βαπτίσεως λαμβάνουν ο καθένας ξεχωριστά από έναν άγγελο τον οποίο ορίζει ο Θεός».
Αλλά ούτε και η άποψη του Χρυσόστομου ήταν πρωτότυπη, ούτε και ξένη προς τις αρχαιοελληνικές κοσμολογικές θεωρίες. Ο έλληνας ποιητής Ησίοδος, παραδίδει στο έργο του Θεογονία: «…τάχθηκαν από το Δία και βρίσκονται στη γη 3.000.000 αθάνατοι φύλακες των θνητών ανθρώπων, οι οποίοι παρατηρούν και επιτηρούν τα ανθρώπινα έργα, καθοδηγώντας τις πράξεις τους ώστε να είναι σύμφωνες με τη θεϊκή εντολή».


Η ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΙΕΡΑΡΧΙΑ

Οι άγγελοι έχουν ταξινομηθεί από πολλούς σε τάξεις και ομάδες. Πολλά ονόματα και άλλοι τόσοι τρόποι κατάταξης έχουν δοθεί σε αυτές τις ομάδες, αλλά τελικά οι περισσότεροι θεολόγοι και μεταφυσικοί συμφωνούν στο διαχωρισμό που παραδίδεται πρωτίστως από τον Διονύσιο τον Αρεοπαγίτη στην «Ουράνια Ιεραρχία» και εν συνεχεία σχολιάζεται από τον Άγιο Θωμά τον Ακινάτη στο έργο του «Summa Theologica». Ο εν λόγω διαχωρισμός συνίσταται συνολικά σε 3 διακοσμήσεις και 9 τάγματα. Παραδίδεται ένα είδος σχεδιαγράματος με 3 ομόκεντρους κύκλους, όπου σαν κέντρο λαμβάνεται ο Θεός. Κάθε κύκλος αντιπροσωπεύει μια κατηγορία αγγέλων και όσο πιο κοντά βρίσκεται στο κέντρο, τόσο πιο κοντά βρίσκονται στο Θεό οι άγγελοι που ανήκουν σ’ αυτόν, απομακρυνόμενοι από το λειτουργικό επίπεδο του ανθρώπινου κόσμου. Συνοπτικά:

Στον πρώτο κύκλο ανήκουν οι άγγελοι που υπηρετούν άμεσα το Θεό:
1. Σεραφείμ
2. Χερουβείμ
3. Θρόνοι (Οφανείμ)

Στον δεύτερο κύκλο οι άγγελοι που δρουν ως θεϊκοί κυβερνήτες:
1. Εξουσίες
2. Κυριότητες
3. Δυνάμεις

Στον τρίτο κύκλο οι άγγελοι που δρουν ως κομιστές των θεϊκών μηνυμάτων:
1.Αρχές
2.Αρχάγγελοι
3.Άγγελοι

› Τα Σεραφείμ (που το όνομά τους σημαίνει «Αυτοί που λάμπουν»), βρίσκονται στην ανώτατη βαθμίδα της ιεραρχίας και είναι οι άγγελοι που βρίσκονται πιο κοντά απ’ όλους στο θρόνο του Θεού. Είναι αυτοί που τραγουδούν ασταμάτητα το τρισάγιο «Άγιος, άγιος, άγιος…» και περικυκλώνουν το θρόνο, εκπορευόμενοι από τη Γνώση που πηγάζει απ’ το Θεό. Λέγεται ότι το φως που εκπέμπουν είναι τόσο έντονο που ούτε καν άλλα θεία όντα δεν μπορούν να τους αντικρίσουν και υπάρχουν 4 τέτοια αγγελικά όντα, τα οποία αναφέρονται ως τα 4 ιερά θηρία στην Αποκάλυψη.

› Τα Χερουβείμ (που το όνομά τους σημαίνει «Αυτοί που είναι φίλεργοι»), είναι «Τα πνεύματα της Αρμονίας». Οι φύλακες των πλανητών και εφαρμοστές της Γνώσης. Σύμφωνα με ένα όραμα του Ιεζεκιήλ, τα Χερουβείμ αποτελούνταν από μία μορφή με τέσσερα πρόσωπα (ενός ταύρου, ενός λιονταριού, ενός αετού και ενός ανθρώπου). Ανεκδοτολογικά, πιστεύεται σε μεγάλο βαθμό ότι ο Εωσφόρος ανήκε στο τάγμα των Χερουβείμ.

› Οι Θρόνοι επιτελούν το έργο τους ως «άρμα» ή «θρόνος» του Θεού και συνήθως περιγράφονται ως ομοιάζοντες με τροχούς (πράγμα που δηλώνει και το όνόμα τους, αφού Οφανείμ σημαίνει «τροχός»). Θεωρούνται επίσης διανεμητές της Θεϊκής Δικαιοσύνης.

› Οι Εξουσίες είναι οι ουράνιες υπάρξεις οι οποίες εξουσιάζουν τις δραστηριότητες των υπολοίπων αγγελικών οντοτήτων που βρίσκονται ιεραρχικά χαμηλότερά τους. Διατηρούν την κοσμική ισορροπία, με την έννοια ολόκληρου του φυσικού στερεώματος, που επεκτείνεται και πέρα από τη Γη.

› Οι Κυριότητες υπηρετούν το Θεό παρέχοντας τη δύναμη που κινητοποιεί τα θαύματα. Ελέγχουν το «Τραγούδι της Ζωής» του Κόσμου και διοχετεύουν τις ευλογίες ή τιμωρίες που επιβάλει η Θεία Χάρη.

› Οι Δυνάμεις είναι οι φύλακες των συνόρων μεταξύ Παράδεισου και Κόλασης. Ασκούν επιρροή και σε δαίμονες και γι’ αυτό μερικές φορές καταλαμβάνονται από αυτούς. Η πλειοψηφία των «έκπτωτων» αγγέλων φαίνεται να προέρχεται από αυτό το τάγμα, εξαιτίας της επικίνδυνης φύσης των καθηκόντων τους στο μεταίχμιο Παράδεισου-Κόλασης. Στα καθήκοντά τους περιλαμβάνεται η διασφάλιση της δίκαιης ανταμοιβής των ανθρώπινων ψυχών (Παράδεισος ή Κόλαση) και αποτελούν την κύρια αμυντική δύναμη του Παράδεισου σε περίπτωση δαιμονικής επίθεσης.

› Οι Αρχές είναι οι προστάτες άγγελοι των εθνών. Έχουν εξουσία πάνω στους Αρχαγγέλους και σε μεγάλες ανθρώπινες ομάδες (έθνη, φυλές κτλ.). Αποτελούν τρόπον τινά τους στρατηγούς στην στρατιά του Παραδείσου.

› Οι Αρχάγγελοι βρίσκονται ένα σκαλοπάτι πιο πάνω από τους Αγγέλους στην ουράνια ιεραρχία. Ελέγχουν τις πράξεις των κατώτερων αγγέλων και μικρότερων ανθρώπινων ομάδων (οικογενειών, χωριών κτλ.). Υπάρχουν πολλοί αρχάγγελοι, αλλά οι πιο γνωστοί μεταξύ των ανθρώπων είναι ο Γαβριήλ (το όνομα του οποίου σημαίνει «ο Θεός είναι η Δύναμή μου»), ο Μιχαήλ («Ποιος είναι σαν το Θεό;»),
ο Ραφαήλ («Ο Θεός θεράπευσε») και ο Ουριήλ («Το Θείον Πυρ»). Ως κατώτερους από τις Αρχές, μπορούμε να τους αντιληφθούμε σαν αρχηγούς στην Ουράνια στρατιά.

› Οι Άγγελοι τέλος, αποτελούν τη χαμηλότερη βαθμίδα στην αγγελική ιεραρχία και είναι εκείνοι με τους οποίους οι άνθρωποι είμαστε περισσότερο εξοικειωμένοι. Αυτοί που γενικότερα αποκαλούμε «φύλακες-αγγέλους» μας. Είναι αυτοί που βρίσκονται πιο κοντά από τους υπόλοιπους στον υλικό κόσμο, γιατί ασχολούνται άμεσα με τις καθημερινές ανθρώπινες υποθέσεις. Υπάρχουν διαφόρων ειδών επεμβάσεις τους στη ζωή μας, αν και οι πιο συνηθισμένες ενέργειές τους είναι αυτές της προστασίας μεμονωμένων ανθρώπων, επιδρώντας στη συνείδησή τους και βοηθώντας τους να γλιτώσουν από κάποιο κίνδυνο ή αδιέξοδο στη ζωή τους. Ως κατώτατη βαθμίδα της αγγελικής ιεραρχίας, αποτελούν τους απλούς στρατιώτες στη στρατιά του Παραδείσου.

Κυριακή του τυφλού



Ημερομηνία εορτής:

29/05/2011

Τύπος εορτής:

Με βάση το Πάσχα.
Εορτάζει 35 ημέρες μετά το Άγιο Πάσχα.

Το ευαγγέλιο της Κυριακής του Τυφλού, αποτελεί μια αδιάψευστη απόδειξη ότι ο Χριστός δεν ήταν μόνο τέλειος άνθρωπος αλλά και τέλειος Θεός.

Όπως διαβάζουμε στο Κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο (κεφ. 9, 1-38), ο Χριστός, περνώντας μέσα από την Ιερουσαλήμ, συναντάει έναν εκ γενετής τυφλό. Ο Κύριος, έκανε πυλό, αφού έφτυσε στο χώμα, του άλειψε τα μάτια και τον έστειλε στην κολυμβήθρα του Σιλωάμ. Ο τρόπος αυτός θεραπείας, μας υπενθυμίζει τον τρόπο που ο Θεός δημιούργησε τον άνθρωπο, πλάθοντάς τον. Ο Θεός στην Παλαιά Διαθήκη, πλάθει τον άνθρωπο από χώμα, τώρα ο Χριστός, πλάθει τα μάτια του εκ γενετής τυφλού πάλι από χώμα. Ο ίδιος Θεός! Δοκιμάζει την πίστη του τυφλού και τον στέλνει στην κολυμβήθρα του Σιλωάμ. Σέβεται την ελευθερία του ανθρώπου, και ζητάει τη δική του εκούσια και ελεύθερη συμμετοχή του στο θαύμα. Ο τυφλός όμως με πίστη, υπακούει στην εντολή του Θεού, πηγαίνει και πλένεται και επιστρέφει βλέποντας.

Όμως, η ζωή του θεραπευμένου τυφλού, δε έγινε ευκολότερη. Γίνεται στόχος της κακίας και του μίσους των Φαρισαίων, των ανθρώπων εκείνων που με ζήλο πίστευαν στο Θεό και στην τήρηση του Νόμου Του. Ανακρίνουν τον τυφλό κι αντί να πιστέψουν κι εκείνοι βλέποντας ζωντανό το θαύμα μπροστά τους, κλείνουν τα μάτια της ψυχής τους. Ο θρησκευτικός φανατισμός τους, όχι μόνο τους κλείνει τα μάτια της ψυχής και εξαφανίζει από την ψυχή τους τη διάκριση αλλά τους απομακρύνει τελικά και από το Θεό.

Οι γονείς του τυφλού, φοβούνται να ομολογήσουν το θαύμα που έγινε στο παιδί τους που γεννήθηκε τυφλό, για να μην γίνουν αποσυνάγωγοι. Τόση ήταν η πίστη τους και η χαρά τους που απέκρυψαν αποφεύγοντας με μαεστρία να ομολογήσουν ένα αληθινό γεγονός. «Έχει ηλικία αυτόν να ρωτήσετε»! Ίσως ο Χριστός να τους χάλασε τα σχέδια, αφού ο εκ γενετής τυφλός γιος τους ζητιάνευε. Ίσως τους χάλασε την ησυχία τους αφού έπρεπε να παρουσιαστούν στη συναγωγή και να ανακριθούν με τον κίνδυνο να γίνουν αποσυνάγωγοι. Κι εμείς οι χριστιανοί που ευεργετούμαστε καθημερινά από το Θεό, ντρεπόμαστε ή φοβόμαστε να ομολογήσουμε το Θεό από την ολιγοπιστία μας. Βάζουμε τα συμφέροντά μας πάνω από το Θεό, πιστεύοντας ενδόμυχα πως Εκείνος θα μας καταλάβει! Εκείνος θα μας καταλάβει αλλά θα δει και την πίστη μας και τις προτεραιότητες που έχουμε βάλλει στη ζωή μας. Θα δει ποιους θεούς έχουμε βάλλει στη θέση Του και με το δικό του τρόπο δε θα πάψει να μας υπενθυμίζει πως Εκείνος είναι το φως του κόσμου.

Ο τυφλός, τελικά δε θεράπευσε μόνο τα μάτια του σώματός του αλλά και της ψυχής του. Αναγνωρίζει και προσκυνεί τη θεότητα του Ιησού και δε διστάζει να το ομολογήσει στους θρησκευτικούς άρχοντες με θάρρος που θα το ζήλευαν πολλοί από μας. Δεν αρκεί μόνο η πίστη, χρειάζεται και η ομολογία πίστεως για να γίνουμε γνήσια παιδιά του Ιησού. Όταν ομολογήσουμε το Χριστό μπροστά στους ανθρώπους, θα μας ομολογήσει και Εκείνος μπροστά στον Πατέρα Του, μας έχει υποσχεθεί ο Κύριος.







Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. α’.
Τὸν συνάναρχον Λόγον Πατρὶ καὶ Πνεύματι, τὸν ἐκ Παρθένου τεχθέντα εἰς σωτηρία ἡμῶν, ἀνυμνήσωμεν πιστοὶ καὶ προσκυνήσωμεν· ὅτι ηὐδόκησε σαρκί, ἀνελθεῖν ἐν τῷ Σταυρῷ, καὶ θάνατον ὑπομεῖναι, καὶ ἐγεῖραι τοὺς τεθνεῶτας, ἐν τῇ ἐνδόξῳ Ἀναστάσει αὐτοῦ.

Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Τῆς ψυχῆς τὰ ὄμματα πεπηρωμένος, σοὶ Χριστὲ προσέρχομαι, ὡς ὁ τυφλὸς ἐκ γενετῆς, ἐν μετανοίᾳ κραυγάζων σοι· Σὺ τῶν ἐν σκότει τὸ φῶς τὸ ὑπέρλαμπρον.

Μεγαλυνάριον
Ἤνοιξας Σωτήρ μου τοὺς ὀφθαλμούς, τοῦ τυφλοῦ ἐκ μήτρας, ὡς φιλάνθρωπος πλαστουργός, τοῦ πηλοῦ τῇ χρήσει, καὶ Σιλωὰμ τῇ νίψει· διό σε ὡμολόγει, Θεὸν καὶ Κύριον.

2.5.11

Ιερός Ενοριακός Ναός Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης Καλυβίων Καλαμάτας




ΕΙΚΟΝΕΣ ΑΠΟ ΤΩΝ ΙΕΡΟ ΝΑΟ ΑΓΙΟΥ ΚΩΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΚΑΙ ΕΛΕΝΗΣ ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ



Αγιως Κωνσταντινος και Ελενης
Ὡς κοινὸν εἶχον γῆς Βασιλεῖς τὸ στέφος,
Ἔχουσι κοινὸν καὶ τὸ τοῦ πόλου στέφος.

Ξύνθανε μητέρι εἰκάδι πρώτῃ Κωνσταντῖνος.

Βιογραφία
Ως γενέτειρα πόλη του Μεγάλου Κωνσταντίνου αναφέρεται τόσο η Ταρσός της Κιλικίας όσο και το Δρέπανο της Βιθυνίας. Ωστόσο η άποψη που επικρατεί φέρει τον Μέγα Κωνσταντίνο να έχει γεννηθεί στη Ναϊσό της Άνω Μοισίας (σημερινή Νις της Σερβίας). Το ακριβές έτος της γεννήσεώς του δεν είναι γνωστό, θεωρείται όμως ότι γεννήθηκε μεταξύ των ετών 272-288 μ.Χ.

Πατέρας του ήταν ο Κωνστάντιος, που λόγω της χλωμότητος του προσώπου του ονομάσθηκε Χλωρός, και ήταν συγγενής του αυτοκράτορα Κλαυδίου. Μητέρα του ήταν η Αγία Ελένη, θυγατέρα ενός πανδοχέως από το Δρέπανο της Βιθυνίας.


Το 305 μ.Χ. ο Κωνσταντίνος ευρίσκεται στην αυλή του αυτοκράτορα Διοκλητιανού στη Νικομήδεια με το αξίωμα του χιλίαρχου. Το ίδιο έτος οι δύο Αύγουστοι, Διοκλητιανός και Μαξιμιανός, παραιτούνται από τα αξιώματά τους και αποσύρονται. στο ύπατο αξίωμα του Αυγούστου προάγονται ο Κωνστάντιος ο Χλωρός στη Δύση και ο Γαλέριος στην Ανατολή. Ο Κωνστάντιος ο Χλωρός πέθανε στις 25 Ιουλίου 306 μ.Χ. και ο στρατός ανακήρυξε Αύγουστο τον Μέγα Κωνσταντίνο, κάτι όμως που δεν αποδέχθηκε ο Γαλέριος. Μετά από μια σειρά διαφόρων ιστορικών γεγονότων ο Μέγας Κωνσταντίνος συγκρούεται με τον Μαξέντιο, υιό του Μαξιμιανού, ο οποίος πλεονεκτούσε στρατηγικά, επειδή διέθετε τετραπλάσιο στράτευμα και ο στρατός του Κωνσταντίνου ήταν ήδη καταπονημένος.

Από την πλευρά του ο Μέγας Κωνσταντίνος είχε κάθε λόγο να αισθάνεται συγκρατημένος. δεν είχε καμία άλλη επιλογή εκτός από την επίκληση της δυνάμεως του Θεού. Ήθελε να προσευχηθεί, να ζητήσει βοήθεια, αλλά καθώς διηγείται ο ιστορικός Ευσέβιος, δεν ήξερε σε ποιόν Θεό να απευθυνθεί. Τότε έφερε νοερά στη σκέψη του όλους αυτούς που μαζί τους συνδιοικούσε την αυτοκρατορία. Όλοι τους, εκτός από τον πατέρα του, πίστευαν σε πολλούς θεούς και όλοι τους είχαν τραγικό τέλος. Άρχισε, λοιπόν, να προσεύχεται στον Θεό, υψώνοντας το δεξί του χέρι και ικετεύοντάς Τον να του αποκαλυφθεί. Ενώ προσευχόταν, διαγράφεται στον ουρανό μία πρωτόγνωρη θεοσημία. Περί τις μεσημβρινές ώρες του ηλίου, κατά το δειλινό δηλαδή, είδε στον ουρανό το τρόπαιο του Σταυρού, που έγραφε «τούτῳ νίκα». Και ενώ προσπαθούσε να κατανοήσει τη σημασία αυτού του μυστηριακού θεάματος, τον κατέλαβε η νύχτα. Τότε εμφανίζεται ο Κύριος στον ύπνο του μαζί με το σύμβολο του Σταυρού και τον προέτρεψε να κατασκευάσει απομίμηση αυτού και να το χρησιμοποιεί ως φυλακτήριο πιο πολέμους.

Έχοντας ως σημαία του το Χριστιανικό λάβαρο, αρχίζει να προελαύνει προς την Ρώμη εκμηδενίζοντας κάθε αντίσταση.

Όταν φθάνει στη Ρώμη ενδιαφέρεται για τους Χριστιανούς της πόλεως. Όμως το ενδιαφέρον του δεν περιορίζεται μόνο σε αυτούς. Πολύ σύντομα πληροφορείται για την πενιχρή κατάσταση της Εκκλησίας της Αφρικής και ενισχύει από το δημόσιο ταμείο τα έργα διακονίας αυτής.

Το Φεβρουάριο του 313 μ.Χ., στα Μεδιόλανα, όπου γίνεται ο γάμος του Λικινίου με την Κωνσταντία, αδελφή του Μεγάλου Κωνσταντίνου, επέρχεται μια ιστορική συμφωνία μεταξύ των δύο ανδρών που καθιερώνει την αρχή της ανεξιθρησκείας.

Τα προβλήματα που είχε να αντιμετωπίσει ο Μέγας Κωνσταντίνος ήσαν πολλά. Η αιρετική διδασκαλία του Αρείου, πρεσβυτέρου της Αλεξανδρινής Εκκλησίας, ήλθε να ταράξει την ενότητα της Εκκλησίας. Η διδασκαλία αυτή, που ονομάσθηκε αρειανισμός, κατέλυε ουσιαστικά το δόγμα της Τριαδικότητας του Θεού.


Μόλις ο Μέγας Κωνσταντίνος πληροφορήθηκε τα όσα θλιβερά συνέβαιναν στην Αλεξάνδρεια, απέστειλε με τον πνευματικό του σύμβουλο Όσιο, Επίσκοπο Κορδούης της Ισπανίας, επιστολή στον Επίσκοπο Αλεξανδρείας Αλέξανδρο (313 - 328 μ.Χ.) και τον Άρειο. Η προσπάθεια επιλύσεως του θέματος δεν ευδοκίμησε. Έτσι αποφασίσθηκε η σύγκλιση της Α' Οικουμενικής Συνόδου στη Νίκαια της Βιθυνίας το 325 μ.Χ.

Η περιγραφή της εναρκτήριας τελετής από τον ιστορικό Ευσέβιο είναι ομολογουμένως ενδιαφέρουσα. στο μεσαίο οίκο των ανακτόρων είχαν προσέλθει όλοι οι σύνεδροι. Επικρατούσε απόλυτη σιγή και όλοι περίμεναν την είσοδο του αυτοκράτορα, τον οποίο οι περισσότεροι θα έβλεπαν για πρώτη φορά. Ο Κωνσταντίνος εισήλθε ταπεινά, με σεμνότητα και πραότητα. στην ομιλία του προς τη Σύνοδο χαρακτηρίζει τις ενδοεκκλησιαστικές συγκρούσεις ως το μεγαλύτερο δεινό και από τους πολέμους. Ο λόγος του υπήρξε ευθύς και σαφής. Δεν ήθελε να ασχοληθεί παρά μονάχα με θέματα που αφορούσαν στην ορθοτόμηση της πίστεως. Η κρίσιμη φράση του, «περὶ τῆς πίστεως σπουδάσωμεν», διασώζεται σχεδόν από όλους τους ιστορικούς συγγραφείς.

Μετά το πέρας των εργασιών της Συνόδου ο αυτοκράτορας ανέλαβε πρωτοβουλίες για την εδραίωση των αποφάσεών της. Απέστειλε εγκύκλιο επιστολή προς την Εκκλησία της Αιγύπτου, Λιβύης, Πενταπόλεως, Αλεξανδρείας, στην οποία γνωστοποιεί τις αποφάσεις της Συνόδου. Ο ίδιος γνωστοποιεί προς όλη την επικράτεια της αυτοκρατορίας την καταδίκη του Αρείου και απαγορεύει την απόκτηση και την απόκρυψη των συγγραμμάτων του. Η εντυπωσιακή του όμως ενέργεια είναι η επιστολή του προς τον Άρειο. Επιτιμά τον αιρεσιάρχη και τον καταδικάζει με αυστηρότητα για τις κακοδοξίες του.

Όμως περί τα τέλη του 327 μ.Χ. ο Μέγας Κωνσταντίνος καλεί τον Άρειο στα ανάκτορα. Ο αιρεσιάρχης φυσικά δεν χάνει την ευκαιρία και υποβάλλει μία ομολογία γεμάτη από έντεχνες θεολογικές ανακρίβειες, πείθοντας μάλιστα τον Μέγα Κωνσταντίνο ότι αυτή δεν διαφέρει ουσιαστικά από όσα είχε αποφασίσει η Α' Οικουμενική Σύνοδος. Τελικά ο αυτοκράτορας συγκαλεί νέα Σύνοδο, το Νοέμβριο του 327 μ.Χ., η οποία ανακαλεί τον Άρειο από την εξορία και αποκαθιστά τους εξόριστους Επισκόπους Νικομηδείας Ευσέβιο και Νικαίας Θεόγνιο. Η ανάκληση του Αρείου και η αποκατάσταση των περί αυτών πυροδότησε νέες έριδες πιο κόλπους της Εκκλησίας. Ο Επίσκοπος Αλεξανδρείας Αλέξανδρος και στην συνέχεια ο διάδοχός του Μέγας Αθανάσιος αρνούνται να δεχθούν τον Άρειο στην Αλεξάνδρεια. Ο Μέγας Κωνσταντίνος απειλεί με καθαίρεση τον Μέγα Αθανάσιο, ενώ σε Σύνοδο που συνήλθε στην Αντιόχεια το 330 μ.Χ. καθαιρείται και εξορίζεται από τους αιρετικούς ο Άγιος Ευστάθιος, Επίσκοπος Αντιοχείας (τιμάται 21 Φεβρουαρίου). Η Σύνοδος της Τύρου της Συρίας, που συνήλθε το 335 μ.Χ., καταδικάζει ερήμην με την ποινή της καθαιρέσεως τον Μέγα Αθανάσιο, ο οποίος φεύγει, για να συναντήσει τον Μέγα Κωνσταντίνο.

Είναι γεγονός πως ο Μέγας Κωνσταντίνος δεν έδειξε να αποδέχεται το αίτημα του Μεγάλου Αθανασίου για ακρόαση. Πείσθηκε όμως να τον ακούσει, όταν ο Μέγας Αθανάσιος του απηύθυνε την ρήση: «Δικάσει Κύριος ἀνὰ μέσον ἐμοῦ καὶ σοῦ». Ο Μέγας Κωνσταντίνος κατενόησε την κατάφωρη αδικία και τις άθλιες μεθοδεύσεις σε βάρος του Μεγάλου Αθανασίου και έκανε δεκτό το αίτημά του νά προσκληθούν όλοι οι συνοδικοί της Τύρου και η διαδικασία να λάβει χώρα ενώπιόν του.

Ο Ευσέβιος Νικομηδείας αγνόησε την αυτοκρατορική εντολή. Πήρε μόνο ελάχιστους από τους συνοδικούς και εμφανίσθηκε στον αυτοκράτορα. Ξέχασε όλες τις υπόλοιπες κατηγορίες και για πρώτη φορά έθεσε το θέμα της δήθεν παρακωλύσεως της αποστολής σιταριού προς την Βασιλεύουσα. Ο αυτοκράτορας εξοργίζεται και εξορίζει τον Μέγα Αθανάσιο στα Τρέβιρα της Γαλλίας. Παρά ταύτα δεν επικυρώνει την απόφαση της Συνόδου της Τύρου για καθαίρεση και ούτε διατάσσει την αναπλήρωση του επισκοπικού θρόνου της Αλεξάνδρειας.

Η τελευταία περίοδος της ζωής του Μεγάλου Κωνσταντίνου είναι αυτή που τον καταξιώνει στην εκκλησιαστική συνείδηση και τον οδηγεί στο απόγειο της πνευματικής του πορείας. Ο Άγιος, κατά τον Απρίλιο του 337 μ.Χ., αισθάνεται τα πρώτα σοβαρά συμπτώματα κάποιας ασθένειας. Οι πηγές μάς πληροφορούν πως ο Μέγας Κωνσταντίνος κατέφυγε σε ιαματικά λουτρά. Βλέποντας όμως την υγεία του να επιδεινώνεται θεώρησε σκόπιμο να μεταβεί στην πόλη Ελενόπολη της Βιθυνίας, που είχε ονομασθεί έτσι λόγω της Αγίας μητέρας του. Εκεί παρέμεινε στο ναό των Μαρτύρων, όπου ανέπεμπε ικετήριες ευχές και λιτανείες προς τον Θεό. Ο Μέγας Κωνσταντίνος αντιλαμβάνεται πως η επίγεια ζωή του πλησιάζει στο τέλος της. Η μνήμη του θανάτου καλλιεργείται στην καρδιά του και τον οδηγεί στο μυστήριο της μετάνοιας και του βαπτίσματος. Μετά από αυτά καταφεύγει σε κάποιο προάστιο της Νικομήδειας, συγκαλεί τους Επισκόπους και τους απευθύνει τον εξής λόγο: «Αυτός ήταν ο καιρός που προσδοκούσα από παλιά και διψούσα και ευχόμουν να καταξιωθώ της εν Θεώ σωτηρίας. Ήλθε η ώρα να απολαύσουμε και εμείς την αθανατοποιό σφραγίδα, ήλθε η ώρα να συμμετάσχουμε στο σωτήριο σφράγισμα, πράγμα που κάποτε επιθυμούσα να κάνω στα ρείθρα του Ιορδάνου, στα οποία, όπως παραδίδεται, ο Σωτήρας μας έλαβε το βάπτισμα εις ημέτερον τύπον. Ο Θεός όμως, που γνωρίζει το συμφέρον, μας αξιώνει να λάβουμε το βάπτισμα εδώ. Ας μην υπάρχει λοιπόν καμία αμφιβολία. Γιατί και εάν ακόμη είναι θέλημα του Κυρίου της ζωής και του θανάτου να συνεχισθεί η επίγεια ζωή μας και να συνυπάρχω με το λαό του Θεού, θα πλαισιώσω τη ζωή μου με όλους εκείνους τους κανόνες που αρμόζουν στον Θεό».

Μετά το βάπτισμα ο Άγιος Κωνσταντίνος δεν ξαναφόρεσε τον αυτοκρατορικό χιτώνα, αλλά παρέμεινε ενδεδυμένος με το λευκό ένδυμα του βαπτίσματος, μέχρι την ημέρα της κοιμήσεώς του το 337 μ.Χ. Ήταν η ημέρα εορτασμού της Πεντηκοστής, γράφει ο ιστορικός Ευσέβιος.

Είναι χαρακτηριστικός ο τρόπος με τον οποίο περιγράφει ο Ευσέβιος τα γεγονότα, τα οποία ακολούθησαν την κοίμηση του Αγίου. Όλοι οι σωματοφύλακες του αυτοκράτορα, αφού έσχισαν τα ρούχα τους και έπεσαν στο έδαφος, έκλαιγαν και φώναζαν δυνατά, σαν να μην έχαναν το βασιλέα τους, αλλά τον πατέρα τους. Οι ταξίαρχοι και οι λοχαγοί έκλαιγαν τον ευεργέτη τους. Οι δήμοι ήσαν λυπημένοι και κάθε κάτοικος της Κωνσταντινουπόλεως πενθούσε, σαν να έχανε το κοινό αγαθό.

Αφού οι στρατιωτικοί τοποθέτησαν το σκήνωμα του Αγίου σε χρυσή λάρνακα, το μετέφεραν στην Κωνσταντινούπολη και το εναπέθεσαν σε βάθρο στον βασιλικό οίκο. Το ιερό λείψανό του ενταφιάσθηκε στο ναό των Αγίων Αποστόλων.

Δίκαια η ιστορία τον ονόμασε Μέγα και η Εκκλησία Ισαπόστολο.

Σημείωση: Σύμφωνα με άλλες πηγές, ο Άγιος Κωνσταντίνος κατηχήθηκε και βαπτίστηκε από τον Άγιο Σιλβέστρο, Πάπα Ρώμης (βλέπε 2 Ιανουαρίου). Διαβάστε εδώ την πολύ ωραία ανάλυση του Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτη σχετικά με το θέμα αυτό.

Η Αγία Ελένη γεννήθηκε στο Δρέπανο της Βιθυνίας της Μικράς Ασίας περί το 247 μ.Χ. Φαίνεται ότι ήταν ταπεινής καταγωγής. στην ιστοριογραφία υπάρχει σχετική διχογνωμία ως προς το αν η μητέρα του Αγίου Κωνσταντίνου υπήρξε σύζυγος ή νόμιμη παλλακίδα του Κωνσταντίου του Χλωρού.

Μεταξύ των ετών 272 - 288 μ.Χ. γέννησε στη Ναϊσό της Μοισίας τον Κωνσταντίνο. Όταν, πέντε έτη αργότερα, ο Κωνσταντίνος Χλωρός έγινε Καίσαρας από τον Διοκλητιανό, αναγκάσθηκε να την απομακρύνει, για να συζευχθεί τη Θεοδώρα, θετή κόρη του αυτοκράτορα Μαξιμιανού, και να έχει έτσι το συγγενικό εκείνο δεσμό, ο οποίος θα εξασφάλιζε τη στερεότητα του Διοκλητιανού τετραρχικού συστήματος. Παρά το γεγονός αυτό ο Μέγας Κωνσταντίνος τιμούσε ιδιαίτερα τη μητέρα του. Της απένειμε τον τίτλο της αυγούστης, έθεσε τη μορφή της επί νομισμάτων και έδωσε το όνομά της σε μία πόλη της Βιθυνίας.



Η Αγία έδειξε την ευσέβειά της με πολλές ευεργεσίες και την ανοικοδόμηση νέων Εκκλησιών στη Ρώμη (Τιμίου Σταυρού), στην Κωνσταντινούπολη (Αγίων Αποστόλων), στη Βηθλεέμ (βασιλική της Γεννήσεως) και επί του Όρους των Ελαιών (βασιλική της Γεθσημανή). Η Αγία Ελένη πήγε το 326 μ.Χ. στην Ιερουσαλήμ, όπου «μὲ μέγαν κόπον καὶ πολλὴν ἔξοδον καὶ φοβερίσματα ηὗρεν τὸν τίμιον σταυρὸν καὶ τοὺς ἄλλους δύο σταυροὺς τῶν ληστῶν», όπως γράφει ο Κύπριος Χρονογράφος Λεόντιος Μαχαιράς. Επιστρέφοντας στην Κωνσταντινούπολη, ένα χρόνο μετά την εύρεση του Τιμίου Σταυρού του Κυρίου, η Αγία Ελένη πέρασε και από την Κύπρο.

Η Αγία Ελένη κοιμήθηκε με ειρήνη μάλλον το 327 μ.Χ. σε ηλικία ογδόντα ετών. Ο ιστορικός Ευσέβιος γράφει ότι η Αγία προαισθάνθηκε το θάνατό της και με διαθήκη άφησε την περιουσία της στον υιό της και τους εγγονούς της.

Όπως ήταν φυσικό ο υιός της μετέφερε το τίμιο λείψανό της στην Κωνσταντινούπολη και την ενταφίασε στο ναό των Αγίων Αποστόλων.

Η Σύναξη αυτών ετελείτο στη Μεγάλη Εκκλησία, στο ναό των Αγίων Αποστόλων και στον ιερό ναό αυτών στην κινστέρνα του Βώνου.

Οι Βυζαντινοί τιμούσαν ιδιαίτερα τον Μέγα Κωνσταντίνο και την Αγία Ελένη. Απόδειξη τούτου αποτελεί το γεγονός ότι κατά το Μεσαίωνα ήταν πολύ δημοφιλής στους Βυζαντινούς η απεικόνιση του πρώτου Χριστιανού βασιλέως με τη μητέρα του, που κρατούσαν στο μέσον Σταυρό. Η παράδοση αυτή διατηρείται μέχρι και σήμερα με τα κωνσταντινάτα.







Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Πρῶτος πέφηνας, ἐν Βασιλεῦσι, θεῖον ἕδρασμα, τῆς εὐσεβείας, ἀπ’ οὐρανοῦ δεδεγμένος τὸ χάρισμα· ὅθεν Χριστοῦ τὸν Σταυρὸν ἐφανέρωσας, καὶ τὴν Ὀρθόδοξον πίστιν ἐφήπλωσας. Κωνσταντῖνε Ἰσαπόστολε, σὺν Μητρὶ Ἑλένῃ τῇ θεόφρονι, πρεσβεύσατε ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. δ’.
Τοῦ Σταυροῦ σου τὸν τύπον ἐν οὐρανῷ θεασάμενος, καὶ ὡς ὁ Παῦλος τὴν κλῆσιν οὐκ ἐξ ἀνθρώπων δεξάμενος, ὁ ἐν βασιλεῦσιν, Ἀπόστολός σου Κύριε, Βασιλεύουσαν πόλιν τῇ χειρὶ σου παρέθετο· ἣν περίσωζε διὰ παντὸς ἐν εἰρήνη, πρεσβείαις τῆς Θεοτόκου, μόνε Φιλάνθρωπε.

Κοντάκιον
Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Κωνσταντῖνος σήμερον, σὺν τῇ μητρὶ τῇ Ἑλένη, τὸν Σταυρὸν ἐμφαίνουσι, τὸ πανσεβάσμιον ξύλον, πάντων μὲν τῶν Ἰουδαίων αἰσχύνην ὄντα, ὅπλον δὲ πιστῶν, ἀνάκτων κατ᾽ ἐναντίων, δι᾽ ἡμᾶς γὰρ ἀνεδείχθη, σημεῖον μέγα, καὶ ἐν πολέμοις φρικτόν.

Μεγαλυνάριον
Τους της ευσέβειας θείους πυρσούς, και των Αποστόλων, θιασώτας και μιμητός, συν τω Κωνσταντίνω, Ελένην την Αγίαν, ως βασιλέων δόξαν, ανευφημήσωμεν.

Ανακομιδή ιερών λειψάνων του Αγίου και Δικαίου Λαζάρου και της Μαρίας της Μαγδαληνής της Μυροφόρου / Εορτάζει στις 4 Μαΐου εκάστου έτους



Eις την Mαγδαληνήν (Ανακομιδή).
Συ και νεκρά ζης· ει σιγάς δε τη πόλει,
Έχει τις ως πριν έκστασίς σε Mαρία.

Eις την Mαγδαληνήν (Κατάθεσις).
Φάσκει, ραβουνί, Mαρία Xριστώ πάλιν.
Λέγει, τι; Xριστός. Θάψαν άστυ με σκέπεi.


Βιογραφία
Κατά την ημέρα αυτή, σύμφωνα με τα υπομνήματα των Συναξαριστών, Εορτολογίων και Τυπικών, άγονται δύο περιστατικά: η ανάμνηση της ανακομιδής των τιμίων λειψάνων του Αγίου και Δικαίου Λαζάρου και τα εγκαίνια του αυτού ναού του Αγίου Λαζάρου. Στα διάφορα υπομνήματα γίνεται μνεία και στην ανάμνηση της ανακομιδής των ιερών λειψάνων της Αγίας Μαρίας της Μαγδαληνής.

Τα ιερά λείψανα της Αγίας Μαρίας της Μαγδαληνής μετέφερε στην Κωνσταντινούπολη από την Έφεσο ο βασιλέας Λέων ο Σοφός (886 - 912 μ.Χ.) και τα αποθησαύρισε στη μονή του Αγίου Λαζάρου, σε αργυρή θήκη.

Εκ πρώτης όψεως φαίνεται ότι το βάρος τη εορτής πέφτει στην ανάμνηση της ανακομιδής των λειψάνων του Αγίου Λαζάρου. Στην πραγματικότητα όμως, το βάρος, όχι απλώς μετατίθεται στην επιτέλεση των εγκαινίων του ναού, αλλά η τελετή των εγκαινίων ήταν που ξαναέφερε στην επιφάνεια και τη μετακομιδή του ιερού λειψάνου στην Βασιλεύουσα. Έτσι, ορίσθηκε κατ' αυτή την ημέρα να γίνεται μνεία και της ανακομιδής του ιερού λειψάνου του Αγίου Λαζάρου.



Ο ναός του Αγίου Λαζάρου στην Κωνσταντινούπολη, κτίσθηκε μεταξύ των ετών 900 - 912 μ.Χ., στην τοποθεσία «Τόποι», με δαπάνες του αυτοκράτορα Λέοντος. Τα εγκαίνιά του έγιναν στις 4 Μαΐου του 912 μ.Χ., λίγες ημέρες προ του θανάτου του αυτοκράτορα Λέοντος (κοιμήθηκε 11 Μαΐου 912 μ.Χ.). Ως ηγούμενος της μονής του Αγίου Λαζάρου αναφέρεται, επί Λέοντος, ο Ευθύμιος, ο οποίος ήταν άνθρωπος αρετής και αγιότητος.

Στη μονή είχε καθορισθεί αυτοκρατορική προσέλευση κατά το Σάββατο του Λαζάρου.

Άγιοι Τιμόθεος και Μαύρα

Οι Άγιοι Τιμόθεος και Μαύρα, γεννήθηκαν στη κωμόπολη Παναπέα στην Θηβαΐδα της Αιγύπτου.

Ο Τιμόθεος ήταν αναγνώστης και κήρυκας του Ευαγγελίου στην Εκκλησία των Παναπέων και εκτελούσε τα ιερατικά του καθήκοντα με θερμότατο ζήλο και θαυμαστά αποτελέσματα. Το γεγονός αυτό προξενούσε ζηλοφθονία στους ειδωλολάτρες, οι οποίοι τελικώς τον κατήγγειλαν στον αδίστακτο ειδωλολάτρη έπαρχο Αρριανό, είκοσι μόλις μέρες μετά τον γάμο του με την Αγία Μαύρα. Ο Αρριανός κάλεσε τον Τιμόθεο να παραδώσει τα ιερά βιβλία του στην πυρά. Ο Τιμόθεος αρνήθηκε με παρρησία να καταστρέψει τα βιβλία του, λέγοντας στον έπαρχο ότι τα θεωρεί ως ιερά πνευματικά του όπλα και εφόδια. Οργισμένος ο Αρριανός υπέβαλε τον άγιο σε διάφορα βασανιστήρια, τα οποία ο Τιμόθεος υπέμεινε με παροιμιώδη υπομονή.



Πρώτα πρώτα έβαλαν μέσα στα αυτιά του Μάρτυρα πυρακτωμένα σίδερα, με αποτέλεσμα να λιώσουν οι κόρες των ματιών του και να πέσουν στο έδαφος. Στη συνέχεια έδεσαν τους αστραγάλους πάνω σε τροχό βασανιστηρίων και σφράγισαν το στόμα του με φίμωτρο. Έπειτα έδεσαν μια βαριά πέτρα στόν τράχηλό του και τον κρέμασαν σε ένα δέντρο.

Για να κάμψει το σθένος του ο έπαρχος στράφηκε προς τη σύζυγό του Μαύρα, την οποία στην αρχή κολάκευε για να θυσιάσει στο είδωλα και μην ακολουθήσει τη θανατηφόρα πορεία του συζύγου της. Με παραίνεση όμως του Τιμόθεου, η Μαύρα ομολόγησε κι εκείνη την πίστη της στον Θεό. Τότε ο Αρριανός διέταξε τον άγριο βασανισμό της Αγίας, η οποία καθ' όλη τη διάρκεια των μαρτυρίων έψαλε.

Πρώτα πρώτα, λοιπόν, της ξερρίζωσαν τις τρίχες του κεφαλιού της και στη συνέχεια της έκοψαν τα δάχτυλα. Έπειτα την βύθισαν ολόκληρη μέσα σε ένα καζάνι γεμάτο νερό που κόχλαζε. Επειδή όμως η Αγία, αν καί ήταν μέσα στο βραστό νερό, δεν έπαθε το παραμικρό έγκαυμα, ο Αρριανός σχημάτισε τη γνώμη ότι το νερό δεν ήταν θερμό, αλλά ψυχρό. Έτσι, για να το διαπιστώσει, πρόσταξε να του ραντίσουν το χέρι. Τότε η Αγία πήρε με τη χούφτα της νερό και το έριξε πάνω στο χέρι του. Το νερό αυτό ήταν τόσο καυτό, ώστε να διαλυθεί το δέρμα του ηγεμόνα.

Παρ' όλα αυτά, ο Αρριανός δεν σταμάτησε και διέταξε να σταυρώσουν και τους δυο Αγίους.


Ακόμη και στο σταυρό του μαρτυρίου, ο βδελυρός έπαρχος, πλησίασε την αγία σε μία απέλπιδα προσπάθεια έστω και την τελευταία στιγμή να την αποσπάσει από το μαρτύριο και την πίστη της. Φωτισμένη όμως από τη θεία χάρη η αγία τον απέπεμψε.

Ενώ η αγία Μαύρα ήταν κρεμασμένη στο σταυρό, την πλησίασε - σαν σε έκσταση - ο διάβολος, προσφέροντάς της ένα ποτήρι γεμάτο με μέλι και γάλα. Της συνιστούσε μάλιστα να το πιεί για να μην φλογίζεται από τη δίψα. Η Άγία όμως, φωτισμένη από τον Θεό, κατάλαβε την πανουργία του διαβόλου και με την προσευχή της τον έδιωξε. Ο παγκάκιστος χρησιμοποίησε όμως και άλλο τέχνασμα. Φάνηκε στην Αγία ότι την μετέφερε σε ένα ποτάμι απ' όπου έτρεχε μέλι και γάλα και της πρότεινε να πιεί. Εκείνη όμως, μετά από θείο φωτισμό, είπε: «Δεν πρόκειται να πιώ απ' αυτά. Θα πιώ από το ουράνιο ποτήρι που μου πρόσφερε ο Χριστός». Έτσι, ο διάβολος έφυγε απ' αυτήν νικημένος και καταντροπιασμένος.

Τότε παρουσιάστηκε στην Αγία άγγελος Θεού, ο οποίος την πήρε από το χέρι, την οδήγησε στον ουρανό και, αφού της έδειξε έναν θρόνο με μια στολή λευκή πάνω σ' αυτόν και ένα στεφάνι, της είπε: «Αυτά ετοιμάστηκαν για σένα». Στη συνέχεια, αφού την οδήγησε ακόμη ψηλότερα της έδειξε άλλον θρόνο και στολή και στεφάνι, της είπε πάλι: «Αὐτά προορίζονται για τον άντρα σου. Η διαφορά του τόπου δηλώνει το γεγονός ότι ο άντρας σου υπήρξε η αιτία της σωτηρίας σου».

Μετά από εννιά μέρες παρέδωσαν και οι δύο την ψυχή τους στον Κύριο και έτσι το Άγιο ζεύγος συγκαταλέχθηκε στην ιερώνυμη φάλαγγα των μαρτύρων της Εκκλησίας μας.

Η Αγία Μεγαλομάρτυς Μαύρα από το 1331 μ.Χ. θεωρείται και τιμάται ως πολιούχος της πόλης της Λευκάδας, η οποία παλιότερα ονομαζόταν «Αγία Μαύρα». Μέσα στο Φράγκικο Κάστρο, στα Βόρεια του νησιού, υπήρχε μεγαλοπρεπής ναός της Αγίας, που καταστράφηκε το 1810 μ.Χ., καθώς οι Άγγλοι προσπαθούσαν να καταλάβουν το Φρούριο. Σήμερα, ένα μικρό εκκλησάκι προς τιμήν της Αγίας Μαύρας και του συζύγου της, Αγίου Τιμοθέου, υπάρχει στην θέση παλιού προμαχώνα του Φρουρίου, ο οποίος διαμορφώθηκε το 1886 μ.Χ. σε ναό. Ο ναός αποτελεί εξωκκλήσιο της ενορίας Ευαγγελιστρίας (Μητροπόλεως) της πόλης της Λευκάδας και κάθε χρόνο, στο πανηγύρι της Αγίας, συρρέουν πλήθη προσκυνητών. Στο ναό της Ευαγγελιστρίας φυλάσσεται μάλιστα και παλαιά εικόνα της Αγίας, τοποθετημένη σε ειδικό προσκυνητάριο.

Η ιστορία για το πως έφτασε η τιμή της Αγίας Μαύρας στην Λευκάδα έχει ως εξής:

Το 1331 μ.Χ. το νησί της Λευκάδας περνάει στην κυριαρχία του Ανδηγαυού (Φράγκου) ηγεμόνα Βάλτερου Βρυέννιου. Οι Ανδηγαυοί κατάγονταν από την κωμόπολη Sainte Maure (Αγία Μαύρα), που βρισκόταν στο νομό Intre et Loir της σημερινής Γαλλίας. Φτάνοντας στο νησί, του έδωσαν το όνομα της μακρινής πατρίδας τους και έχτισαν μικρό ναό, ρωμαιοκαθολικού δόγματος, αφιερωμένο στο όνομα της Αγίας Μαύρας.

Στα μέσα του 15ου μ.Χ. αιώνα - 130 χρόνια αργότερα – έφτασε στο νησί η Ελένη Παλαιολογίνα, κόρη του Θωμά Παλαιολόγου και σύζυγος του δεσπότη της Σερβίας Λαζάρου Βούκοβιτς. Σκοπός του ταξιδιού της ήταν ο γάμος της κόρης της, Μελίσσας, με τον Δούκα της Λευκάδας, Λεονάρδο Γ’ τον Τόκκο. Στην πορεία τους προς το νησί κινδύνεψαν από σφοδρή θαλασσοταραχή. Η ευσεβής Ελένη τάχθηκε στην Αγία Μαύρα, προς το νησί της οποίας κατευθυνόταν, να σωθεί και να της φτιάξει ναό.

Πράγματι, σώθηκε και έχτισε τον περικαλλή ορθόδοξο ναό της Αγίας Μαύρας. Επίσης, έχτισε ή ανακαίνισε και το μοναστήρι της Οδηγήτριας – στην περιοχή της Απόλπαινας.







Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ'.
Μαρτύρων σύλλογος νῦν εὐφραίνεται· Ἀγγέλων ἅσμασι μεγαλύνομεν την μνήμην ὑμῶν Ἅγιοι ἅπαντες μελῳδοῦντες καί πιστῶς ἐκβοῶντες, χαίροντες· τῆς Τριάδος Δυάς Μαρτύρων καί κλέος, Τιμόθεε καί Μαῦρα, ὑπέρ ἡμῶν ἀεί πρεσβεύσατε.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ'. Ταχὺ προκατάλαβε.
Τιμόθεον σήμερον σὺν τῇ συνάθλῳ πιστοί, συζύγῳ τιμήσωμεν, Μαύρᾳ τῇ νύμφῃ Χριστοῦ, τὴν τούτων γεραίροντες, εὔτολμον καρτερίαν. Οὗτοι γὰρ σταυρωθέντες, ἴχνεσι τοῦ σφαγέντος, ἠκολούθησαν πόθῳ, καὶ πάντων τὰς ἁμαρτίας, Σταυρῷ προσηλώσαντος.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α'. Τοῦ λίθου σφραγισθέντος.
Δεῦτε πάντων φιλεόρτων συστήματα, ὕμνοις τὴν σεπτὴ ξυνωρίδα ἐγκωμιάσωμεν, Τιμόθεον τὸν μέγαν ἀθλητὴν, καὶ Μαῦραν Μαρτύρων καλλονήν, ὡς τὴν πλάνην τῶν εἰδώλων εὐθαρσῶς ἀποσείσαντες. Δόξα τῷ ἐνισχύσαντι ἡμᾶς, δόξα τῷ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργούντι δι’ ὑμῶν, πᾶσιν ἰάματα.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς ζεῦγος ὁμόζυγον, καὶ ξυνωρὶς θαυμαστή, Τιμόθεε πάνσοφε, καὶ Μαῦρα νύμφη Χριστοῦ, ἐνθέως ἠθλήσατε, σύμμορφοι γὰρ ὀφθέντες, τῶν παθῶν τοῦ Κυρίου, δόξης ἀκατάλυτου, ἠξιώθητε ἄμφω, πρεσβεύοντες τῷ Σωτήρι, ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἠμῶν.

Κοντάκιον
Ἦχος δ'. Ἐπεφάνης σήμερον.
Γηθοσύνως σήμερον ἡ Ἐκκλησία, εὐφημεῖ γεραίρουσα τοὺς Ἀθλοφόρους τοῦ Χριστοῦ· Μαῦραν Μαρτύρων τὸ ἔρεισμα, καὶ ἀριστέα, Τιμόθεον ἔνδοξον.

Ἕτερον Κοντάκιον
Ἦχος δ'. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Τοὺς πολυτρόπους αἰκισμοὺς ἐνεγκόντες, καὶ τοὺς στεφάνους ἐκ Θεοῦ εἰληφότες, ὑπὲρ ἡμῶν πρεσβεύσατε πρὸς Κύριον, μνήμην τὴν πανίερον, τὴν ὑμῶν ἐκτελούντων, μέγιστε Τιμόθεε, καὶ ἀοίδιμε Μαύρα, τοῦ εἰρηνεῦσαι πόλιν καὶ λαόν· αὐτός ἐστι γάρ, πιστῶν τὸ κραταίωμα.

Ὁ Οἶκος
Τὴν δυάδα Χριστοῦ ἀνυμνήσωμεν ὦ φιλέορτοι, τὸ θανεῖν γὰρ ὑπὲρ τὸ ζῇν διὰ Χριστὸν ἡρετίσαντο οἱ μακάριοι· τυράννων ἀπειλὰς μὴ πτοηθέντες, πυρὸς ὀδύνην, ἄρσεις τροχῶν, καὶ λεβήτων βράσματα ἀνδρικῶς καθυπέμειναν. Καὶ γενναίως τοῖς βασάνοις προσκαρτεροῦντες, συμφώνως τοῖς ἀνόμοις κατὰ Παῦλον ἔλεγον: Τίς ἡμᾶς χωρίσει τῆς τοῦ Χριστοῦ ἀγάπης;Οὐ θλίψις, οὐ στενοχωρία, οὐκ ὀδύνη, ἀλλ’οὐδ’ αὐτὸς ὁ θάνατος· διὸ σταυροῦσιν ἐπὶ ξύλου Μαῦραν Μαρτύρων τὸ ἔρεισμα, καὶ ἀριστέα Τιμόθεον ἔνδοξον

Μεγαλυνάριον
Ζεῦγος ἁγιόλεκτον τοῦ Χριστοῦ, ξυνωρίς ἁγία ἡ κηρύξασα τόν Χριστόν, Τιμόθεε μάρτυς, ἅμα τῇ λαμπρᾷ Μαύρᾳ, συγχώρησιν πταισμάτων ἡμῖν αἰτήσασθε.

Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Χαίροις συζυγία ἰσοκλεής, Τιμόθεε μάκαρ, σὺν τῇ Μαύρᾳ τῇ φωταυγεῖ· σύμφρονες γὰρ ὄντες, ἐν βίῳ καὶ ἐν ἄθλοις, καὶ τῶν βραβείων ἅμα κατηξιώθητε.

Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Χαίροις ὦ πανθαύμαστε ξυνωρὶς, πανσέβαστον ζεῦγος, γενναιότατοι Ἀθληταί· Τιμόθεε Μάρτυς, σὺ τῇ σεπτῇ συνάθλῳ Μαύρᾳ τῇ στεῤῥοτάτῃ, ἡμῶν τὸ καύχημα.

H ελπίδα του παραδείσου


«Tη αυτή ημέρα, ανάμνησιν ποιούμεθα της από του Παραδείσου της τρυφής εξορίας του Πρωτοπλάστου Αδάμ. Τη αφάτω σου ευσπλαχνία Χριστέ ο Θεός ημών, της τρυφής του Παραδείσου ημάς καταξίωσον, και ελέησον, ως μόνος Φιλάνθρωπος, Αμήν» (Από το βιβλίον του Τριωδίου).

Η έξωση από τον Παράδεισο

Με τον παραπάνω χαρακτηριστικό ύμνο η Εκκλησία μας τονίζει την σημασία της σημερινής εορτής της Κυριακής της Τυρινής, που είναι αφιερωμένη στην απώλεια του Παραδείσου εξαιτίας της παρακοής των Πρωτοπλάστων, του Αδάμ και της Εύας, των κοινών προπάππων μας, και των λευκών και των μαύρων και των κίντρινων, και των μεταναστών, όλων δηλαδή των ανθρώπων. Αν λοιπόν οι κοινοί μακρυνοί μας πρόγονοι έμεναν πιστοί στις εντολές του Θεού, δηλαδή στις οδηγίες του, ο κόσμος που ζούμε σήμερα θα ήταν Παράδεισος. Η πραγματικότητα όμως που ζούμε είναι διαφορετική. Ζούμε μέσα στην Κόλαση των πολέμων και των κοινωνικών προβλημάτων, ζούμε με την ασθένεια του έϊτνς, της πείνας και της φτώχειας, της έλλειψης ασφάλειας και γενικότερα της κοινωνικής αδικίας, ζούμε με τα προβλήματα των φυλετικών διακρίσεων και της καταστροφής του Περιβάλλοντος, ζούμε με το πρόβλημα του μίσους και της κακίας, του φανατισμού και της αδιαφορίας στα προβλήματα των διπλανών μας. Ζούμε σε μια εποχή που οι Πολιτικοί μας, όπως ο Πρωθυπουργός μας, προσπαθούν να σώσουν την Χώρα μας, γιατί οι προκάτοχοι τους με τις απατεωνιές τους και τις κλοπές τους την ρήμαξαν οικονομικά. Ζούμε σε μια εποχή όπου δικτάτορες δολοφόνοι διαπράττουν εγκλήματα σε βάρος της Ανθρωπότητας, όπως ο Καντάφι, επικαλούμενοι μάλιστα το όνομα του Θεού για να σώσουν δήθεν τη Χώρα τους. Τελικά χωρίς να το καταλάβουμε πολλοί από εμάς τους Χριστιανούς και τους θρησκευόμενους γίναμε θεοπαίκτες.

Ζούμε σε μια εποχή που ο υλισμός περιορίζει τις δυνατότητες μας για μια δημιουργική πνευματική πορεία. Η αμαρτία κυριαρχεί παντού. Η μόνη μας ελπίδα είναι να ακολουθήσουμε το παράδειγμα των αγίων μας και των Πατέρων της Εκκλησίας μας, να ζήσουμε τη ζωή τους, να ξαναγεννηθούμε πνευματικά μέσα από την μετάνοια μας για να μπορέσουμε να γίνουμε το φώς του κόσμου. Η Θεολογία μας πρέπει να είναι Πατερική όχι μεταπατερική.

Με την πτώση του ανθρώπου, που είναι γνωστή ως προπατορικό αμάρτημα, ο πόνος και η θλίψη έγιναν μέρος της ζωής μας. Καθημερινά γευόμαστε την Κόλαση. Για την κατάσταση αυτή ευθύνονται τόσο οι πρώτοι άνθρωποι με την παρακοή τους όσο κι η συνεργεία του διαβόλου, καθώς επίσης κι όσοι από εμάς συνεχίζουμε τον δρόμο της ανυπακοής και της αμαρτίας αμετανόητοι.

Η αγάπη του Θεού για τον άνθρωπο

Κάποτε ο Φιλάνθρωπος Θεός έγινε άνθρωπος, στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού, για να μας οδηγήσει πάλι στον απωλεσθέντα Παράδεισον. Έτσι αν η ανυπακοή στο Θεόν οδήγησε στην απομάκρυνση του ανθρώπου από τον Παράδεισον, η υπακοή μας στις θείες εντολές του Θεού θα μας οδηγήσει πάλι στον Παράδεισον. Το χαρακτηριστικό γνώρισμα των θείων εντολών του Ιησού Χριστού είναι η άδολη αγάπη και η καλή διάθεση να συγχωρούμε ο ένας τον άλλον. Γι’ αυτό με σαφήνεια στη σημερινή Ευαγγελική Περικοπή τονίζεται από τον Κύριον ημών Ιησού Χριστόν ότι «εάν γαρ αφήτε τοις ανθρώποις τα παραπτώματα αυτών, αφήσει και υμίν ο Πατήρ υμών ο Ουράνιος. Εάν δε μη αφήτε τοις ανθρώποις τα παραπτώματα αυτών, ουδέ ο Πατήρ υμών αφήσει τα παραπτώματα υμών» ( Ματθαίου 6, 14 – 15).

Μέσα από την άδολη αγάπη μας προς τους συνανθρώπους μας γινόμαστε άξιοι του μεγαλείου της αγάπης του Θεού, που εκφράζεται με την πραγματοποίηση της ελπίδας μας για σωτηρία, την μετοχήν μας δηλαδή στην ομορφιά του Παραδείσου.

Για να φτάσουμε όμως στη βίωση της καταστάσεως της αγάπης χρειαζόμαστε μια προετοιμασία μέσα από την προσευχή μας, τη νηστεία, την ελεημοσύνη, την μετάνοια, την εξομολόγηση, τις ακολουθίες των Χαιρετισμών και των Προηγιασμένων, τις Ευαγγελικές και Αποστολικές Περικοπές και τους άλλους ύμνους της Εκκλησίας μας. Μέσα λοιπόν σ’ αυτή την προοπτική σκοπεύει κι η Εκκλησία μας να μας οδηγήσει με τη σημερινή εορτή, που συνεχίζεται καθόλη τη Μεγάλη Τεσσαρακοστή και ολοκληρώνεται με τις Ιερές Ακολουθίες της Μεγάλης Εβδομάδας και της Αναστάσεως.

Γι’ αυτό σε ένα από τους ύμνους της σημερινής εορτής ψάλλουμε:

“To στάδιον των αρετών ηνέωκται, οι βουλόμενοι αθλήσαι εισέλθετε, αναζωσάμενοι τον καλόν της Νηστείας αγώνα, οι γαρ νομίμως αθλούντες, δικαίως στεφανούνται, και αναλαβόντες την πανοπλίαν του Σταυρού, τω εχθρώ αντιμαχησώμεθα, ως τείχος άρρηκτον κατέχοντες την πίστιν, και ως θώρακα την προσευχήν, και περικεφαλαίαν την ελεημοσύνην, αντί μάχαιρας την νηστείαν, ήτις εκτέμνει από καρδίας πάσαν κακίαν. Ο ποιών ταύτα, τον αληθινόν κομίζεται στέφανον, παρά του Παμβασιλέως Χριστού, εν τη ημέρα της Κρίσεως» (Ιδιόμελον στιχηρόν των Αίνων, Τριώδιο σελ. 70).

Μέσα στο ίδιο πνεύμα κινείται και η σημερινή Αποστολική Περικοπή από την Επιστολή προς Ρωμαίους του Αποστόλου Παύλου όπου τονίζονται με σαφήνεια τι πρέπει να αποφεύγουμε στην καθημερινή μας ζωή για να μπορέσουμε να γίνουμε πραγματικοί στρατιώτες του Χριστού: «αποθώμεθα ουν τα έργα του σκότους και ενδυσώμεθα τα όπλα του φωτός, ως εν ημέρα ευσχημόνως περιπατήσωμεν, μη κώμαις και μέθαις, μη κοίταις και ασελγείαις, μη έριδι και ζήλω, αλλ’ ενδύσασθε τον Κύριον Ιησούν Χριστόν» (Ρωμαίους 13, 12β – 14α).

Η έννοια της αγάπης

Αναφερόμενοι συνοπτικά σε μερικές πτυχές της αγάπης, του φόβου, του πόνου και της θλίψης, μπορούμε να κατανοήσουμε καλύτερα τη σημασία της πνευματικής μας προετοιμασίας, που η Εκκλησία μας θέλει να ακολουθήσουμε. Πηγή της αγάπης μας πρέπει να είναι η αγάπη του Θεού. Αυτό σημαίνει ότι η αγάπη είναι χάρισμα (χάρις) που δεν αναμένει ανταπόκριση ή αμοιβή. Είναι δηλαδή άδολη και ανιδιοτελής. Όταν δίνεις αγάπη, κι η αγάπη σου δεν είναι άδολη και ανιδιοτελής, και περιμένεις να πάρεις κάτι πίσω, όταν δηλαδή περιμένεις να ωφεληθείς εσύ ο ίδιος από την αγάπη που δίνεις, να κερδίσεις δηλαδή κάτι όπως κάνουν οι έμποροι που διαφημίζουν και πωλούν τα προϊόντα τους, όταν δηλαδή η αγάπη σου κατά κάποιο τρόπο είναι «εμπορική», τότε πληγώνεσαι και απογοητεύεσαι. Γι’ αυτό η αγάπη όπως τονίζεται στην Αγία Γραφή «η αγάπη έξω βάλλει τον φόβον».

Η έννοια του φόβου

Τον φόβον πρέπει να τον αντιμετωπίσεις εκεί που φοβάσαι. Σε ένα γεγονός στενοχώριας πρέπει να βρεις κάποιο άλλο νόημα να σε συναρπάσει, διαφορετικά η θλίψη θα σε συντρίψει. Χρειάζεται δηλαδή από τον θλιβόμενον μια άλλη ενασχόληση που θα νοηματοδοτήσει τη ζωή του. Η σκέψη της αδιαφορίας της ζωής και τελικά της τάσεως για αυτοκτονία του απογοητευμένου και του πικραμένου από τη ζωή, ξεπερνιέται όταν η ζωή του αρχίζει να έχει νόημα για κάτι. Ακόμη, αν θέλεις να λυτρωθείς από την θλίψη, πρέπει να θυμάσαι ότι μπορούν να έρθουν χειρότερα πράγματα στη ζωή σου. Μόνο εκτιμώντας αυτά που έχεις, μπορείς να έχεις ευγνωμοσύνη για τη ζωή και να ευχαριστείς τον Θεόν. Τελικά για να μπορέσουμε να ξεπεράσουμε την θλίψη μας, πρέπει να θυμούμαστε τις ευεργεσίες της ζωής και το έλεος της φιλανθρωπίας του Θεού.

Η έννοια του πόνου

Πρέπει να γνωρίζουμε ότι ο πόνος έχει διαλεκτική και διπλή διάσταση. Ανάλογα δηλαδή με πόσο κοντά βρισκόμαστε κοντά στον Θεό, θα λειτουργήσει κι η κατάσταση του πόνου στη ζωή μας, αρνητικά όταν βρισκόμαστε μακρυά από το Θεό και θετικά όσο περισσότερο βρισκόμαστε κοντά στον Θεό. Ο πόνος μπορεί να σε συντρίψει, μπορεί όμως και να σε ενδυναμώσει.

Η έννοια της θλίψης

Ακόμη η θλίψη μπορεί να μαλακώσει τη ψυχή σου. Σε μαθαίνει να συγχωρείς και να κατανοείς τον εαυτό σου και τους άλλους καλύτερα. Κάποτε ένας πόνος, μια δοκιμασία, μπορεί να αποδειχθεί ευεργεσία τόσο για τη προσωπική μας ζωή όσο και για το κοινωνικό σύνολο μέσα στο οποίο ανήκουμε. Με τις εμπειρίες του πόνου γινόμαστε μάρτυρες της αλήθειας. Μέσα στο πόνο μας και στη στενοχώρια μας πρέπει να βρίσκουμε θετικά στοιχεία. Για να ξεπερασθεί η στενοχώρια χρειάζεται υπομονή. Η μαρτυρία του Ιησού Χριστού είναι σαφής: «ο υπομένων εις το τέλος σωθήσεται».

Κοινωνία με το Θεό

Το «εγώ» μας όταν βρίσκεται μακρυά από τον Θεόν έχει την τάση να λειτουργεί ως εχθρός του ανθρώπου που εκφράζεται ως «εγωϊσμός», τρέποντας τον άνθρωπον προς ό,τιδήποτε είναι αρνητικό, που τελικά οδηγεί σε απόγνωση, απογοήτευση και καταστροφή. Η άλλη δύναμη που έχει μέσα του ο άνθρωπος είναι η χάρις του Θεού που σε οδηγεί στην προστασία της ζωής και στη δημιουργική πρόοδο. Σε τίποτα δεν ωφελεί ως τρόπος ζωής η επιστροφή και η εμμονή σε μια θλίψη του παρελθόντος, σε ένα δηλαδή θλιβερόν γεγονός. Για να ξεπεράσεις την στενοχώρια σου πρέπει να έχεις εσωτερικά πνευματικά στηρίγματα, όπως είναι η πίστη, η υπομονή και η αγάπη. Για να έχεις αυτά τα στηρίγματα πρέπει να βρίσκεται κοντά στον Θεό. Και βρίσκεσαι κοντά στον Θεό όταν ζεις σύμφωνα με τις θείες Εντολές του.

Αυτοί που στηρίζονται στους άλλους είναι συνήθως τα παιδιά, οι ενήλικες που θέλουν να στηρίζονται από άλλους είναι ως να παραμένουν ακόμη ανώριμα παιδιά που η επιστήμη της Ψυχολογίας τους χαρακτηρίζει ψυχοπαθείς.

Μέσα από την συμμετοχή μας στην αγιαστική ζωή της Εκκλησίας μας έχουμε ελπίδα για τον απωλεσθέντα Παράδεισον. Η συμμετοχή μας αυτή εκφράζεται με τον Χριστοκεντρικό μας προσανατολισμό που μας καλεί η Εκκλησία μας να ακολουθήσουμε, διότι όπως τονίζεται στην σημερινή Ευαγγελική Περικοπή «όπου γαρ εστίν ο θησαυρός υμών, εκεί έσται και η καρδία υμών» (Ματθαίου 6, 21).

Έτσι κατά τη σημερινή Κυριακή η Εκκλησία μας μάς θυμίζει την έξωση των Πρωτοπλάστων από τον Παράδεισον, μας θυμίζει τα δάκρυα των Πρωτοπλάστων και μας καλεί σε εγρήγορση και αγώνα, γιατί κινδυνεύουμε και εμείς να κλεισθούμε έξω από τον Παράδεισον.

Η σημασία της Νηστείας

Ένα από τα μέσα που μας τονίζει η σημερινή Ευαγγελική Περικοπή για να αποφύγουμε τον κίνδυνο της απώλειας του Παραδείσου είναι και η Νηστεία που αρχίζει αύριον με την είσοδον μας στο στάδιο της Μεγάλης Σαρακοστής. Η Νηστεία δεν είναι ποτέ σκοπός, αλλά μέσον. Έχει όμως πάντοτε σκοπούς υψηλούς, την μεταμόρφωση και την θέωση του ανθρώπου. Νηστεία είναι η προσπάθεια μας να κρατήσουμε τους εαυτούς μας μακρυά από την πηγή της κακίας. Έτσι εφαρμόζουμε την αληθινή Νηστεία όταν αποφεύγουμε την κακοπροαίρετη κατάκριση και όχι την καλοπροαίρετη κριτική που βασίζεται στα γεγονότα, όταν απέχουμε από το θυμό και την ψευτιά και όχι από την επιμονή μας στην αλήθεια. Η αληθινή έννοια της Νηστείας δεν αναφέρεται απλώς στην αποχή από μερικά φαγητά. Είναι φορές που νηστεύουμε λίγες ημέρες και νομίζουμε ότι είμαστε έτοιμοι να κοινωνήσουμε. Η Νηστεία όμως μόνη της χωρίς εξομολόγηση δεν έχει καμμιά αξία. Μπορεί να μη τρώμε κρέας, αλλά να γινόμαστε με τη συμπεριφορά μας οι αίτιοι για το φάγωμα πολλών συνανθρώπων μας. Είναι φορές που νηστεύουμε από μερικές τροφές και μέσα μας αφήνουμε να φωλιάζουν το μίσος και η εκδίκηση. Γι’ αυτό στην Παλαιά Διαθήκη τονίζεται επίμονα ότι δεν μπορούμε να νηστεύουμε και παράλληλα να τρώμε τις σάρκες των συνανθρώπων μας με το μίσος μας εναντίον τους. Αυτές οι μορφές της νηστείας συνθέτουν την υποκριτική νηστεία που αναφέρει η σημερινή Ευαγγελική Περικοπή, είναι η νηστεία που δεν ωφελεί σε τίποτα. Είναι μια νηστεία που είναι ξεκομμένη από δύο μεγάλες αρετές, που μαζί με τη νηστεία τονίζονται στη σημερινή Ευαγγελική Περικοπή. Η μια αρετή που συνδέεται με την αληθινή Νηστεία είναι η συγχώρηση, να συγχωρούμε εκείνους που μας φταίνε. Η άλλη αρετή είναι η ελεημοσύνη, να βοηθούμε τους συνανθρώπους μας όταν μπορούμε και να μη θησαυρίζουμε με θησαυρούς υλικούς, αλλά με θησαυρούς πνευματικούς όπως είναι η ελεημοσύνη. Άλλωστε κάθε παράνομος και άδικος πλουτισμός είναι φωτιά που καίει και θηρίο που καταβροχθίζει.

Επομένως η πραγματική έννοια της Νηστείας προϋποθέτει την συγχώρηση των άλλων και την ελεημοσύνη και γενικά την συμπαράστασή μας προς όλους τους συνανθρώπους μας, Έλληνες και μή, λευκούς και μαύρους, μικρούς και μεγάλους.

Γι’ αυτό το λόγο νηστεία στα φαγητά και μίσος στη καρδιά είναι πράγματα ασυμβίβαστα που δημιουργούν την υποκρισία. Η υποκρισία μπορεί να οδηγεί στην εκμετάλλευση και στο εύκολο κέρδος, οδηγεί όμως σίγουρα και στην απώλεια του Παραδείσου.

Η σημασία της συγχωρήσεως

Η συγχωριτικότητα είναι το κλειδί που μας ανοίγει τη πόρτα που οδηγεί στην Βασιλεία του Θεού. Ο λόγος του Ιησού Χριστού είναι συγκεκριμένος. Αν συγχωρείτε, μας λέει, τα αμαρτήματα των ανθρώπων, θα συγχωρέσει και σε σας ο Ουράνιος Πατέρας τα δικά σας αμαρτήματα. Αν όμως δεν συγχωρήσετε τα σφάλματα των ανθρώπων, ούτε ο Ουράνιος Πατέρας σας θα συγχωρήσει τα δικά σας σφάλματα. Με αυτό τον τρόπο ανοίγεται ο δρόμος για την αρμονική συνεργασία των ανθρώπων μέσα στην κοινωνία. Καλές σχέσεις με τους άλλους σημαίνει περιορισμό του εγωϊσμού μας. Αυτός όμως είναι και ο μόνος τρόπος για να γίνουμε άξιοι του Παραδείσου.

Κυριακή του Θωμά-Το φαινόμενο της απιστίας


Μέσα στη χαρά της Αναστάσεως προβάλλει η Εκκλησία μας το παράδειγμα του άπιστου Θωμά που τελικά το μεγαλείον της πίστης του αποτελεί δίδαγμα για όλους εκείνους που περνούν μέσα από το στάδιο της απιστίας.΄Ετσι, έστω κι αν ο άπιστος Θωμάς για τρία ολόκληρα χρόνια ήταν κοντά στο Χριστό όπου είδε θαύματα και πράγματα, εντούτοις βρέθηκε να αμφισβητεί για την Ανάσταση του Χριστού, επιμένοντας ν’ αγγίξει και να ψηλαφίσει τα σημάδια των καρφιών του σταυρωμένου σώματος του Ιησού.

Η έννοια της απιστίας έχει καλοπροαίρετο χαρακτήρα ή κακοπροαίρετο.

΄Εχει καλοπροαίρετο χαρακτήρα όταν δυσκολεύεσαι να πιστέψεις κάτι γιατί σου φαίνεται απίθανον και ζητάς περισσότερα στοιχεία, περισσότερες πληροφορίες για να πεισθείς. ΄Εχει όμως η απιστία και κακοπροαίρετον χαρακτήρα όταν απορρίπτεις κάτι που μπορεί να σε βοηθήσει απλώς και μόνο γιατί είσαι προκατειλημμένος αρνητικά με ό,τι δεν μπορείς να κατανοήσεις.

Φυσικά ο όρος απιστία έχει πολλές σημασίες, όπως η απιστία ανάμεσα σε συζύγους όταν η αγάπη τους αρχίζει να ξεφτίζει. Πέραν όμως από τον ηθικό και υλικό χαρακτήρα της απιστίας υπάρχει κι ο θρησκευτικός χαρακτήρας της απιστίας. Είναι η περίπτωση που ο άνθρωπος πέφτει στην πλάνη της απορρίψεως κάθε θρησκείας και θρησκευτικότητας.

Είναι η περίπτωση που ο άνθρωπος γίνεται αλαζόνας, υπερόπτης και εγωιστής, που ισοπεδώνει τα πάντα, που απορρίπτει τα πάντα, για να δίνει μια αποκλειστική προτεραιότητα στον εαυτό του, στο εγώ του, στον εγωισμό του. Μπορεί όμως ένας να είναι άπιστος και στη σχέση του με την σύγχρονη επιστήμη, όπου αδυνατεί να εμπιστευθεί τα νέα δεδομένα της επιστήμης κι επιμένει να ζει μέσα στο σκοταδισμό του.

Η Ευαγγελική Περικοπή της περιγραφής της μορφής της απιστίας του Θωμά όμως αναφέρεται στην καλοπροαίρετη απιστία όπου ο άνθρωπος με καλή πρόθεση αναζητάει περισσότερες μαρτυρίες για να μπορέσει να πιστέψει ό,τι δυσκολεύεται να πιστέψει λόγω της περιορισμένης γνώσεώς του.

Θα μπορούσαμε ακόμη να πούμε ότι προβάλλοντας η Εκκλησία μας το παράδειγμα του άπιστου Θωμά, έρχεται να μας παρηγορήσει και να μας ενθαρρύνει και να μας στηρίξει όταν περνάμε κι εμείς αυτό το στάδιο της απιστίας του Αποστόλου Θωμά. Αν δηλαδή ένας από τους Αποστόλους του Χριστού που έζησε από κοντά τόσα θαύματα του Χριστού έφθασε στο σημείο να αμφισβητεί την Ανάσταση και τη θεότητα του Χριστού, δεν είναι επίσης δυνατόν μερικοί από εμάς, μετά από δύο χιλιάδες χρόνια, που δεν ζήσαμε προσωπικά τα θαύματα του Χριστού, να περνάμε κάποιες στιγμές μέσα απ’ αυτό το στάδιο της αμφιβολίας, που στην πραγματικότητα είναι έκφραση απιστίας;

Πρέπει όμως στις δύσκολες στιγμές της δοκιμασίας της δικής μας απιστίας με υπομονή, προσευχή και την πνευματική καθοδήγηση του πνευματικού μας να ενισχύσουμε τη πίστη μας. Το παράδειγμα του Αποστόλου Θωμά έρχεται να μας παρηγορήσει και ταυτόχρονα να μας υπενθυμίσει τη δική του ομολογία για το πρόσωπο του Ιησού Χριστού ως του αληθινού Θεού.

΄Ετσι το σημαντικό σημείο της σημερινής Ευαγγελικής Περικοπής δεν είναι η απιστία του άπιστου Θωμά, αλλά η ομολογία της πίστεως του Αποστόλου Θωμά ότι ο Ιησούς Χριστός είναι ο Υιός και ο Λόγος του Θεού, ο Κύριος μας και ο Θεός μας.

Η πραγματική εκ μέρους μας συνειδητοποίηση για την Θεότητα του Χριστού εκδηλώνεται με την αποφασιστικότητα μας να ακολουθούμε τις θείες Του εντολές. Να ζούμε σύμφωνα μ’ αυτές για όλη μας τη ζωή. Αυτό ακριβώς που έκαναν όλοι οι Απόστολοι του Χριστού, όπως ο Απόστολος Θωμάς κι όλοι οι άγιοι της Εκκλησίας μας.

Το πλαίσιο μέσα στο οποίο μπορούμε να ακολουθούμε το παράδειγμα των αγίων μας είναι μέσα από την άδολη κι αδιάκριτη αγάπη μας προς κάθε άνθρωπον που χρειάζεται την βοήθεια μας, μαύρον, άσπρο, συγγενή, φίλον, άγνωστον, μικρόν, μεγάλον, το διπλανόν μας, ακόμη κι αυτό που βρίσκεται μακρυά μας με την στήριξη της Ορθόδοξης Ιεραποστολής, αλλά φυσικά και τον μετανάστη, όπως ήταν κάποτε ο μισός πληθυσμός της Ελλάδος όταν η φτώχεια κι η μιζέρια μας κτυπούσαν ανελέητα. ΄Οπως ακριβώς θα έκανε ο Χριστός κι οι μαθητές του και οι άγιοι μας, να βοηθούμε τον κάθε άνθρωπο που έχει την ανάγκη μας και μπορούμε να το βοηθήσουμε είτε με τις προσευχές μας είτε με την ηθική στήριξή μας κι όταν μπορούμε να συμβάλουμε και στις υλικές του ανάγκες. Και για να το κάνουμε αυτό δεν είναι ανάγκη να πάμε σε μακρυνές χώρες εκεί που βλέπουμε τα παιδιά να υποφέρουν, μπορούμε πρώτα να αρχίσουμε να είμαστε φιλεύσπλαχνοι με αυτούς που συναντούμε δίπλα μας στη γειτονιά μας, στο σπίτι μας, στην οικογένεια μας, στους γνωστούς και τους φίλους μας, και τότε ο Θεός θα μας δείξει και το δρόμο με τις προσευχές μας να βοηθήσουμε κι αυτούς που είναι μακρυά μας. Η καλή μας διάθεση να λύσουμε τα προβλήματα του κόσμου μας ανοίγει πρώτιστα ο δρόμος της δικής μας εν Χριστώ σωτηρίας, ανοίγεται ο θύρα του Παραδείσου όπου μπορούμε να εισέλθουμε στη Βασιλεία του Θεού, να γίνουμε μέτοχοι της αιώνιας Ζωής.

Βίος του Αγίου Αποστόλου Θωμά



O Άγιος Θωμάς έζησε στα χρόνια του Ιησού Χριστού. Ήταν Ιουδαίος στην καταγωγή και ασκούσε το επάγγελμα του ψαρά. Όταν ο Ιησούς κάλεσε τον Θωμά να τον ακολουθήσει, εκείνος το έκανε αμέσως και έτσι από φτωχός ψαράς έγινε ένας από τους μαθητές του Χριστού.

Παρόλο που ήταν από τους πιο θερμούς μαθητές του Ιησού, πίστεψε ότι ο Δάσκαλος του αναστήθηκε μόνο όταν κλήθηκε να ψηλαφίσει τις πληγές Του, κατά την διάρκεια της δεύτερης εμφάνισης του Χριστού, στους μαθητές, μετά την Ανάσταση Του. Όπως αναφέρουν οι γραφές κατά την πρώτη εμφάνιση του Ιησού στους μαθητές, ο Άγιος Θωμάς απουσίαζε.

Μετά την Πεντηκοστή και την επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος, ο Άγιος Θωμάς, όπως και όλοι οι υπόλοιποι Απόστολοι, ακολούθησε την επιθυμία του Δημιουργού και ταξίδεψε μεταφέροντας τον Θείο Λόγο σε τόπους μακρινούς. Μετά από Θεία Παρέμβαση, ο Άγιος Θωμάς ταξίδεψε ως την Ινδία, ως δούλος του εμπόρου Αμβανή. Ο Αμβανής είχε σταλθεί από τον Ινδό βασιλιά Γουνδιαφόρο, στην Ιερουσαλήμ, για να βρει ένα κτίστη ο οποίος θα αναλάμβανε την ανέγερση ενός ανακτόρου. Υπό αυτήν την ιδιότητα ο Άγιος Θωμάς οδηγήθηκε στην Ινδία από τον Αμβανή. Κατά την διάρκεια του ταξιδιού, ο Άγιος Θωμάς ξεκίνησε το ιεραποστολικό του έργο, προσηλυτίζοντας και βαπτίζοντας Χριστιανούς πολλούς ειδωλολάτρες.

Το ταξίδι όμως τελείωσε κάποια στιγμή και ο Άγιος Θωμάς παρουσιάστηκε στον βασιλιά Γουνδιαφόρο. Από αυτόν έλαβε την εντολή και το απαραίτητο χρυσάφι ώστε να του χτίσει ένα ανάκτορο. Αμέσως μετά την ανάληψη των καθηκόντων του Αγίου Θωμά, ο Γουνδιαφόρος αναγκάστηκε να φύγει από την πόλη. Κατά την διάρκεια της απουσίας του, η οποία διήρκεσε τρία χρόνια, ο Άγιος Θωμάς λάμβανε με εντολή του βασιλιά χρυσάφι το οποίο έπρεπε να χρησιμοποιήσει για την ανέγερση του ανακτόρου. Αντί αυτού όμως, ο Άγιος Θωμάς ανέπτυξε μεγάλη ιεραποστολική δράση στην περιοχή και το χρυσάφι το μοίραζε στους φτωχούς.

Η δράση αυτή του Αγίου Θωμά, έφτασε στα αυτιά του Γουνδιαφόρου, ο οποίος κάλεσε τον Άγιο να απολογηθεί για τις πράξεις του. Ο Άγιος αποκρίθηκε στον βασιλιά λέγοντας του ότι πράγματι του έκτισε ένα παλάτι, με την μόνη διαφορά ότι το παλάτι αυτό είναι στον ουρανό, εννοώντας ότι οι καλές πράξεις που έγιναν με το χρυσάφι του Γουνδιαφόρου, του εξασφάλισαν μια θέση στην Ουράνια Βασιλεία του Ιησού Χριστού. Ο βασιλιάς θεωρώντας ότι ο Άγιος Θωμάς τον κοροϊδεύει διέταξε την φυλάκιση του Αγίου. Η Θεία Πρόνοια όμως οδήγησε έτσι τα πράγματα ώστε ο βασιλιάς πείστηκε για την αλήθεια των λόγων του Αγίου Θωμά. Τον έβγαλε από την φυλακή και βαπτίσθηκε Χριστιανός από τον Άγιο. Το παράδειγμα του Γουνδιαφόρου ακολούθησαν πολλοί και βαπτίσθηκαν και αυτοί Χριστιανοί.

Ο Άγιος Θωμάς έχοντας τελειώσει το αποστολικό του έργο στην περιοχή αυτή, ταξίδεψε προς τα ανατολικά και έφτασε σε μια άλλη περιοχή της Ινδίας όπου βασιλιάς ήταν ο Μίσδιος. Στον τόπο αυτό, για άλλη μια φορά, ο Άγιος Θωμάς άρχισε να "αλιεύει" ψυχές, βαπτίζοντας πολλούς χριστιανούς. Μεταξύ αυτών που βαπτίσθηκαν ήταν και η γυναίκα του Μισδίου. Αυτό ήταν και η αιτία που ο Άγιος Θωμάς φυλακίστηκε μετά από εντολή του βασιλιά. Στην φυλακή, συνέχισε το αποστολικό του έργο, βαπτίζοντας ανθρώπους μεταξύ των οποίων και τα παιδιά του βασιλιά. Μετά από αυτό ο Μίσδιος έδωσε εντολή να θανατωθεί ο Άγιος. Έτσι κι έγινε. Πάνω σε ένα βουνό οι στρατιώτες του Μισδίου θανάτωσαν τον Άγιο Θωμά.

Το σώμα του έθαψαν οι Χριστιανοί της περιοχής και στον τάφο του γίνονταν πολλά θαύματα. Το ιερό λείψανο του Αγίου Θωμά, παρέμεινε εκεί έως ότου ο γιος του Μεγάλου Κωνσταντίνου το μετέφερε στην Κωνσταντινούπολη. Το 1204 μ.Χ. το λείψανο μεταφέρθηκε στην Ρώμη, μαζί με τα λείψανα άλλων Αγίων που είχαν συγκεντρωθεί στην Βασιλεύουσα. Σήμερα η κάρα του Αποστόλου Θωμά βρίσκεται στην Ιερά Μονή Πάτμου. Την μνήμη του Αγίου Θωμά εορτάζουμε στις 6 Οκτωβρίου.

Απολυτίκιο Αγ. Θωμά

"Ως Θείος Απόστολος, θεολογίας κρουνούς, ενθέως εξήντλησας, εκ λογχονύκτου πλευράς, Χριστού του Θεού ημών. ‘Οθεν της ευσεβείας, κατασπείρας τον λόγον, έλαμψας, εν Ινδία, ως ακτίς ουρανία, Θωμά των Αποστόλων θείον αγλάϊσμα."