Powered By Blogger

31.3.10

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΘΩΜΑ


Αργά το απόγευμα της ημέρας της Αναστάσεως οι δέκα μαθητές χωρίς τον Θωμά είναι συγκεντρωμένοι σ’ ένα σπίτι στην Ιερουσαλήμ. Κι ενώ οι καρδιές τους είναι βαθιά πληγωμένες από τα γεγονότα της Παρασκευής και οι θύρες του σπιτιού κλειδαμπαρωμένες, ξαφνικά εμφανίζεται ο αναστημένος Κύριος ανάμεσά τους και τους λέει: «Εἰρήνη ὑμῖν». κι αμέσως τους δείχνει τα σημάδια των πληγών του, για να πεισθούν ότι είναι ο ίδιος ο Διδάσκαλός τους που αναστήθηκε. Πόσο γρήγορα άλλαξαν όλα, πώς τόσο ξαφνικά η χαρά πλημμύρισε τις καρδιές τους! Και ο Κύριος τους ξαναλέει: «Εἰρήνη ὑμῖν»· όπως με απέστειλε ο Πατέρας μου στον κόσμο για το έργο της σωτηρίας των ανθρώπων, έτσι κι εγώ στέλνω εσάς να συνεχίσετε το έργο μου. Και τους μετέδωσε πνοή ουράνιας ζωής εμφυσώντας στο πρόσωπό τους και λέγοντας: «Λάβετε Πνεῦμα Ἅγιον». Όσων ανθρώπων τις αμαρτίες θα συγχωρείτε, θα είναι συγχωρημένες από τον Θεό, και όποιων δεν τις συγχωρείτε, θα μένουν ασυγχώρητες.

Σε λίγο ο Κύριος έγινε άφαντος. Η ημέρα όμως εκείνη χαράχθηκε ανεξίτηλα στην καρδιά τους ως η ιερότερη της ζωής τους. Ήταν η ημέρα εκείνη, η μία των Σαββάτων, η Κυριακή της Αναστάσεως. Αυτήν ακριβώς τη σημασία της ημέρας θέλει να τονίσει ο ιερός ευαγγελιστής Ιωάννης. Γι’ αυτό και επαναλαμβάνει: «τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ τῇ μιᾷ τῶν σαββάτων».

Βέβαια οι άγιοι Απόστολοι δεν είχαν καταλάβει αμέσως τη σημασία εκείνης της πρώτης Κυριακής στην ιστορία του Κόσμου. Όμως ο ίδιος ο Κύριος κατέδειξε την ιερή θέση της ευθύς εξαρχής. Αυτός την ευλόγησε με την Ανάστασή του. Αυτός οικονόμησε έτσι τα πράγματα, ώστε να είναι συναγμένοι την ημέρα εκείνη οι άγιοι Απόστολοι για να τους προσφέρει τα αγαθά της Αναστάσεώς του. Ημέρα Κυριακή πάλι, μετά από οκτώ μέρες, εμφανίζεται στους ένδεκα. Ημέρα Κυριακή κατόπιν αποστέλλει το Άγιο Πνεύμα στους μαθητές του. Ημέρα Κυριακή αργότερα αποκαλύπτεται στην Πάτμο στον ευαγγελιστή Ιωάννη. Βέβαια ο Αναστάς είναι παρών μέσα στο λαό του κάθε μέρα, ιδιαιτέρως όμως κάθε Κυριακή ζητά από τους πιστούς όλων των αιώνων να είμαστε συναγμένοι για να Τον δούμε με τα μάτια της ψυχής μας και να Τον ψηλαφήσουμε. Κι εκείνος να μας ευλογήσει και να μας μεταδώσει την ειρήνη του. Να εγκαταστήσει μέσα μας ανάπαυση και χαρά. Να μας προσφέρει διά των λειτουργών του τη συγχώρηση των αμαρτιών μας. Θέλει να μας κάνει συνδαιτυμόνες στο δείπνο του. Να μας προσφέρει τα ακριβότερα δώρα του, το Τίμιο Σώμα του και το Άχραντο Αίμα του. Μας περιμένει κάθε Κυριακή να μας δώσει δύναμη νέας ζωής. Ώστε να σκορπιστούμε στα σπίτια μας, να μεταδώσουμε την εμπειρία που ζούμε στο Ναό κάθε Κυριακή. Ώσπου να γίνει όλη η ζωή μας μια Κυριακή αιώνια, αληθινή. Μην απουσιάζουμε λοιπόν καμία Κυριακή από το Ναό του Θεού.



Ο Θωμάς δυστυχώς απουσίαζε από τη σύναξη αυτή της Κυριακής. Κι όταν τον είδαν κάποια άλλη στιγμή οι μαθητές και γεμάτοι ενθουσιασμό του είπαν: «τον είδαμε τον Κύριο!», αυτός έλεγε: Εάν δεν Τον δω με τα μάτια μου και δεν βάλω το δάκτυλό μου στο σημάδι των καρφιών, δεν πρόκειται να πιστεύσω. Οκτώ μέρες μαρτυρικές πέρασε ο Θωμάς. Μέχρι την επόμενη Κυριακή· όταν ήταν και πάλι συναγμένοι οι μαθητές, μαζί τώρα με τον Θωμά. Οι θύρες του σπιτιού και πάλι κλειστές και ξαφνικά ήλθε και πάλι ο Ιησούς ανάμεσά τους λέγοντας: «Εἰρήνη ὑμῖν». Κι έπειτα στράφηκε στον Θωμά και του είπε: Έλα, Θωμά, φέρε το δάχτυλό σου εδώ στα σημάδια των πληγών μου, δες τα χέρια μου, βάλε το χέρι σου στην πλευρά μου, και μην αφήνεις τον εαυτό σου να κυριευθεί από απιστία, αλλά γίνε πιστός. Τότε ο Θωμάς σε μία έκρηξη χαράς αναφώνησε: Είσαι ο Κύριός μου και ο Θεός μου! Και ο Κύριος του απαντά: Πιστεύεις επειδή με είδες! Είναι μακάριοι αυτοί που θα πιστεύσουν σε μένα χωρίς να με έχουν δει.

Γιατί όμως ο Θωμάς έδειξε τέτοια δυσπιστία; Πώς δεν θυμήθηκε τις προρρήσεις του Κυρίου για την Ανάστασή του; Πώς δεν θυμήθηκε την ανάσταση του υιού της χήρας της Ναΐν και του Λαζάρου που τις είχε δει με τα μάτια του; Και τώρα γιατί, ενώ οι άλλοι μαθητές τον διαβεβαίωναν, παρέμεινε δύσπιστος;

Ο Θωμάς βέβαια είχε κάποια δυσκολία. Ήταν ένας χαρακτήρας συναισθηματικός, ευαίσθητος και μελαγχολικός. Ο θάνατος του λατρευτού του Κυρίου ασφαλώς τον είχε βυθίσει σε κατάσταση απογοητεύσεως και μελαγχολίας. Εδώ όμως ακριβώς έκανε ένα τραγικό λάθος, απομονώθηκε από τους άλλους μαθητές. Γι’ αυτό και ταλανίστηκε πολύ τόσες μέρες. Οι άλλοι πανηγύριζαν κι αυτός υπέφερε. Δεν ήταν βέβαια άπιστος, αλλά βρισκόταν σε κατάσταση κρίσιμη. Κινδύνευε πολύ.

Και ο Κύριος συγκαταβαίνει στην ολιγοπιστία του Θωμά. Κι έρχεται την ίδια μέρα και ώρα, στον ίδιο τόπο, με τον ίδιο τρόπο, λέγοντας τα ίδια λόγια, για να επαναφέρει το Θωμά στην πίστη. Και με μία τρυφερότητα μοναδική του δείχνει ότι γνωρίζει το δράμα που πέρασε και θέλει να τον οδηγήσει σε πίστη και μετάνοια. Διδάσκει όμως ταυτόχρονα κι αυτόν και όλους μας να μην απομονωνόμαστε ποτέ όταν μας ζώνουν λογισμοί αμφιβολιών και απογοητεύσεων. Διότι έτσι κινδυνεύουμε. Αλλά να προστρέχουμε στο έλεος του Κυρίου, μέσα στην κοινωνία των πιστών, στην αγία μας Εκκλησία, για να λάβουμε πίστη και δύναμη, χαρά κι ελπίδα. Και να αναφωνούμε μαζί με τον Θωμά: «Ὁ Κύριός μου καί ὁ Θεός μου»!

Η ΖΩΟΔΟΧΟΣ ΠΥΓΗ


Image and video hosting by TinyPic
Η εορτή της Ζωοδόχου Πηγής που γιορτάζουμε την Παρασκευή της Διακαινησίμου είναι γιορτή της Παναγίας μας. Γράφει το συναξάρι της ημέρας: «Την Παρασκευή της Διακαινησίμου εορτάζουμε τα εγκαίνια του ναού της Υπεραγίας Δεσποίνης ημών και Θεομήτορος, της Ζωηφόρου Πηγής• ακόμη ενθυμούμαστε και τα υπερφυή θαύματα που έγιναν στον Ναό αυτό από την Μητέρα του Θεού».

Η Παναγία ονομάζεται Ζωοδόχος Πηγή, αφού γέννησε την Ζωή, που είναι ο Χριστός. Για πρώτη φορά το επίθετο Ζωοδόχος Πηγή το έδωσε στην Παναγία ο Ιωσήφ ο Υμνογράφος τον 9ο αιώνα, συνθέτοντας έναν ύμνο του προς την Παναγία.

Η γιορτή, όπως προαναφέρθηκε, αναφέρεται στα εγκαίνια του Ιερού Ναού της Παναγίας, γνωστού ως «Η Ζωοδόχος Πηγή στο Μπαλουκλί», έξω από τα τείχη της Κωνσταντινούπολης, όπου υπήρχε πηγή αγιάσματος που επιτελούσε και επιτελεί πολλά θαύματα.

Ο Ιερός Ναός της Ζωοδόχου Πηγής στην Πόλη ανεγέρθηκε κατ' αρχάς από τον αυτοκράτορα Λέοντα τον Θράκα, που ήταν χρηστός και επιεικής, και πριν ακόμη γίνει αυτοκράτορας ως απλός στρατιώτης συνάντησε έναν τυφλό έξω από την Χρυσή Πύλη της Κωνσταντινούπολης. Ο τυφλός του ζήτησε νερό να πιή και ο Λέων αναζήτησε την πηγή του νερού στην περιοχή, η οποία ήταν κατάφυτη από δένδρα, αλλά δεν μπόρεσε να την ανακαλύψη. Λυπήθηκε πολύ που δεν βρήκε νερό να δώση στον τυφλό. Άκουσε τότε φωνή να του λέγη: «Βασιλιά Λέοντα» –δηλαδή τον απεκάλεσε βασιλιά, ενώ ακόμη ήταν στρατιώτης, κάτι που επαληθεύθηκε– «…να εισέλθης βαθύτερα στο δάσος, και αφού λάβης με τις χούφτες σου το θολερό αυτό νερό, να ξεδιψάσης τον τυφλό και να πλύνης τα μάτια του, και τότε θα γνωρίσης ποιά είμαι εγώ που κατοικώ στο μέρος αυτό». Ο Λέων έκανε αμέσως όπως τον διέταξε η φωνή και ο τυφλός είδε το φως του. Η φωνή εκείνη ήταν της Παναγίας.

Και ο Λέων, όταν έγινε αυτοκράτορας, με ευγνωμοσύνη και φιλότιμο έκτισε στο μέρος εκείνο του αγιάσματος Ιερό Ναό προς τιμήν της Παναγίας, της Ζωοδόχου Πηγής. Όταν κατέρρευσε ο Ιερός αυτός Ναός από τον χρόνο, άλλοι αυτοκράτορες –ο Ιουστινιανός, ο Βασίλειος ο Μακεδών– ανέλαβαν και έκτισαν εκ νέου τον Ναό, πιο μεγαλοπρεπή από τον παλαιότερο.

Μία δεύτερη παράδοση αναφέρει ότι τον πρώτο Ναό τον έκτισε ο Ιουστινιανός, βλέποντας εκεί που κυνηγούσε σε όραμα ένα μικρό παρεκκλήσι και έναν Ιερέα μπροστά σε μια πηγή, λέγοντάς του ότι είναι η πηγή των θαυμάτων. Στον τόπο εκείνο έκτισε μοναστήρι με τα υλικά που περίσσεψαν από την Αγία Σοφία.

Ο Ναός αυτός στην Βασιλεύουσα κατέρρευσε τον 15ο αιώνα. Σύμφωνα με μαρτυρίες το 1547 ο Ναός δεν υπήρχε πια. Υπήρχε μόνον το αγίασμα. Το 1833 ο Πατριάρχης Κωνστάντιος Α μέ άδεια του Σουλτάνου ξαναέκτισε τον Ναό πάνω στα ερείπια του παλαιού. Έτσι, στις 2 Φεβρουαρίου του 1835, ο Πατριάρχης Κωνστάντιος, με 12 ακόμη Αρχιερείς εγκαινίασαν τον νέο Ναό της Ζωοδόχου Πηγής, στο Μπαλουκλί. Μπαλουκλί σημαίνει τόπος με ψάρια, αφού στην δεξαμενή της Πηγής υπάρχουν ψάρια.

Στον ναό αυτό επιτελούνταν πολλά θαύματα και μάλιστα και σε οικογένειες ευγενών της αυτοκρατορίας, με χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτό της λύσεως της στειρώσεως της αυτοκράτειρας Ζωής, η οποία μετά από θαύμα της Ζωοδόχου Πηγής γέννησε τον Κωνσταντίνο τον Πορφυρογέννητο, που έγινε αυτοκράτορας του Βυζαντίου. Στον ναό αυτό θεραπεύθηκαν επίσης οι αυτοκράτορες Ιουστινιανός, Λέοντας ο Σοφός, Ρωμανός Λεκαπηνός, ο Ανδρόνικος Γ , ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Στέφανος, ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων Ιωάννης, πολλές βασίλισσες και πολλοί ανώτατοι αξιωματούχοι της αυτοκρατορίας, αλλά και κληρικοί και μοναχοί και πολλοί απλοί Χριστιανοί. Τον 14ο αιώνα ο Νικηφόρος Κάλλιστος γράφοντας για το αγίασμα της Πηγής, παραθέτει έναν κατάλογο 63 θαυμάτων.

Η εικόνα της Παναγίας της Ζωοδόχου Πηγής παρουσιάζει την Παναγία μέσα σε ένα συντριβάνι από το οποίο χύνεται άφθονο νερό, να βαστάη στην αγκαλιά της τον Χριστό που ευλογεί. Δύο άγγελοι την στεφανώνουν κρατώντας ειλητάριο που γράφει: «Χαίρε ότι υπάρχεις βασιλέως καθέδρα, χαίρε ότι βαστάζεις τον Βαστάζοντα πάντα». Γύρω από το συντριβάνι εικονίζονται ο αυτοκράτορας και πολλοί ασθενείς με ποικίλες ασθένειες. Δέχονται το αγίασμα με το οποίο τους ραντίζουν οι υγιείς. Στην άκρη ζωγραφίζεται μια δεξαμενή με ψάρια, αφού όπως είπαμε Μπαλουκλί σημαίνει τόπος ψαριών.

Η ευλάβεια και η αγάπη του λαού της Κωνσταντινούπολης προς την Ζωοδόχο Πηγή μεταδόθηκε σε όλους τους Ορθοδόξους και έτσι σε πολλά μέρη, όπως και εδώ στην Ναύπακτο, και απέναντι στο Αίγιο, την Παναγία την Τρυπητή, ανηγέρθησαν Ναοί προς την τιμή της Παναγίας, της Ζωοδόχου Πηγής, όπου και εκεί επιτελούνται θαύματα, που στηρίζουν τους ανθρώπους στην καθημερινή τους ζωή και στην πίστη τους στον Θεό.

a href="http://4.bp.blogspot.com/_5-dbyZ1kyDI/S7KQfMajELI/AAAAAAAACRY/i4-pNpTGXtQ/s1600/09_04_10.jpg">
Ήταν γύρω στα 450μχ, όταν ένας βυζαντινός στρατιώτης, Λέοντας στο όνομα, έκοβε βόλτες σ΄ ένα δασάκι στα μέρη της βασιλεύουσας, όταν ξάφνου βλέπει μπροστά του έναν τυφλό άνθρωπο να του ζητάει λίγο νερό για να σβήσει τη δίψα του. Ο Λέοντας προθυμοποιήθηκε να του βρει και να του φέρει νερό. Έψαξε λοιπόν, στο δάσος για να βρει νερό αλλά μάταια και έτσι, επέστρεφε λυπημένος.

Τότε όμως, άκουσε μια γυναικεία φωνή να του λέει: «Ου χρεών σε, Λέων, αγωνιάν, το γαρ ύδωρ εγγύς», δηλαδή, «Δεν χρειάζεται Λέων να αγωνιάς, να άγχεσαι, να στεναχωριέσαι, το νερό είναι δίπλα σου». Και πάλι ακούει τη φωνή την άγνωστη να τον προστάζει: «Λέων βασιλιά, πάρε απ΄ το νερό αυτό και δώσε να πιει να ξεδιψάσει ο τυφλός άνθρωπος και κάτι ακόμα, άλειψε μ΄ αυτό τα μάτια του και αμέσως θα καταλάβεις ποια είμαι εγώ που σου μιλώ».

Έτσι πράγματι έπραξε ο Λέοντας και παρευθύς ο τυφλός ανέβλεψε. Αλλά ταυτόχρονα άνοιξαν και τα μάτια του Λέοντα ο οποίος τώρα, κατάλαβε πως εκείνη η φωνή που του μιλούσε ήταν της Παναγίας που έκανε αυτό το θαύμα και του μίλησε και πως επίσης, σ΄ Εκείνην τη Μεγαλόχαρη, οφείλεται και το μεγάλο θαύμα της θεραπείας του τυφλού.

Ακόμη, θαύμα αξιοθαύμαστο ήταν και η εύρεση της πηγής του σωτήριου αυτού νερού. Αλλά θαύμα ήταν και η επαλήθευση της προσφώνησης από την Παναγία, του Λέοντα , ως βασιλιά. Διότι πράγματι ο Λέων, το 486μ.Χ, ανέβηκε στον θρόνο της Βυζαντινής αυτοκρατορίας ως Λέων ο Α΄ ο Θράξ, ο επονομαζόμενος και Μακέλλης(457-474), και τον οποίο η Αγία Εκκλησία μας ως Άγιο τον τιμά στις 20 του Ιανουρίου. Αμέτρητα τα θαυμάσια σου Παναγία μας.

Ο Λέων, ως αυτοκράτορας πλέον, θα αναγείρει επί της θαυματουργής πηγής, θαυμάσιο Ναό αφιερωμένο στην Παναγία τη Ζωοδόχου Πηγή για να θυμίζει τις δωρεές της Θεοτόκου προς εκείνον αλλά και όλες τις μεγάλες ευεργεσίες της προς το γένος των ανθρώπων.

Στην θαυματουργή πηγή αυτού του ιερού Ναού, βρήκε τη γιατρειά και ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός ο Α΄, ο Λέοντας ο ΣΤ΄ ο Σοφός, η γυναίκα του, Αγία βασίλισσα Θεοφανώ, ο Ρωμανός Α΄ ο Λεκαπηνός και η γυναίκα του, ο Πατριάρχης Στέφανος (886-912), ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων Ιωάννης(964-966), αλλά και πλήθος ακόμη, άρχοντες και απλοί άνθρωποι εκεί γιατρεύτηκαν. Μέχρι και νεκρό ανέστησε το αγιασμένο νερό της Ζωοδόχου Πηγής.

Το Ναό της Ζωοδόχου Πηγής, γκρέμισαν οι Τούρκοι για να φτιάξουν με τα υλικά του το τέμενος του Σουλτάνου Βαγιαζήτ. Οι χριστιανοί στη θέση αυτή έχτισαν ένα παρεκκλήσι και αργότερα ένα πιο μεγάλο Ναό(1835).

Αυτού του ιερού Ναού της Υπεραγίας Θεοτόκου της Ζωοδόχου Πηγής, τα εγκαίνια εορτάζει η Εκκλησία μας την Παρασκευή της Διακαινησίμου (Λαμπροβδομάδα).

Ο Ναός αυτός έμεινε γνωστός στην ιστορία ως το αγίασμα του «Μπαλουκλί». «Μπαλούκ» στα τουρκικά σημαίνει ψάρι και η παράδοση μας λέει πως εκεί δίπλα στο αγίασμα, στις 23 Μαΐου 1453 ένας καλόγερος τηγάνιζε ψάρια, όταν κάποιος του έφερε την είδηση πως πήραν την Πόλη οι Τούρκοι. Ο καλόγερος απάντησε πως μόνο αν τα ψάρια που τηγάνιζε έφευγαν απ΄ το τηγάνι και έπεφταν μέσα στο αγίασμα θα πίστευε ότι έγινε κάτι τέτοιο. Και πραγματικά τα ψάρια ζωντάνεψαν και έπεσαν μέσα στην πηγή του αγιάσματος. Μέχρι σήμερα δε, μέσα στην δεξαμενή της Ζωοδόχου Πηγής διατηρούνται επτά ψάρια και μάλιστα σαν να είναι μισοτηγανισμένα απ΄ την μια πλευρά.

Πέρα όμως από θρύλους και παραδόσεις, η Παναγία μητέρα του Χριστού και μητέρα πάντων των χριστιανών, παραμένει για όλους μας η Πηγή της Ζωής, καθότι Εκείνη έφερε τη Ζωή, το Χριστό στον κόσμο, ελπίδα και προστασία μας, «καταφυγή τε σκέπη και αγαλλίαμα».

Τσαγκάρη Παναγιώτη Θεολόγου

Απολυτίκιον Ζωοδόχου Πηγής

Ήχος α΄

Ο ναός σου Θεοτόκε ανεδείχθη παράδεισος, ως ποταμούς αειζώους αναβλύζων ιάματα ώ προσερχόμενοι πιστώς, ως Ζωοδόχου εκ Πηγής, ρώσιν αντλούμεν, και ζωήν την αιώνιον, πρεσβεύεις γαρ συ τω εκ σου τεχθέντι, Σωτήρι Χριστώ, σωθήναι τας ψυχάς ημών.

Μεγαλυνάριον

Ύδωρ το ζωήρυτον της Πηγής, μάννα το προχέον, τον αθάνατον δροσισμόν το νέκταρ το Θείον την ξένην άμβροσίαν το μέλι το εκ πέτρας, πίστει τιμήσωμεν.Image and video hosting by TinyPic

ΤΗΝ ΤΡΙΤΗ ΗΜΕΡΑ ΤΟΥ ΠΑΣΧΑ ΤΙΜΑΤΑΙ Η ΜΝΗΝΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΡΑΦΑΗΛ - ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΚΑΙ ΕΙΡΗΝΗΣ


Image and video hosting by TinyPic


Αλεξανδρούπολη - Θέρμη Λέσβου, ήταν το ταξίδι που έκαναν το 1454 -14 Μαρτίου, και που ο ίδιος ο Αγιος 500 χρόνια μετά, έδειξε σαν ταινία στην κα Τσολάκη για να δει τον πόνο και τα βάσανα του ταξιδιού.Οι μαρτυρίες αυτών στους οποίους έκανε την εμφάνιση του ο αγιος, μας λένε ότι βγήκαν με ένα πλοιάριο στο λιμανάκι της Θέρμης.


Ζήτησαν πληροφορίες για το πού μπορεί να υπάρχει ένα ησυχαστήριο για να μονάσουν και τότε τους υπέδειξαν την Ιερά Μονή των Γενεθλίων της Θεοτόκου - η οποία προϋπήρξε γυναικεία Μονή και καταστράφηκε από τους Σαρακηνούς το 1235 που βρίσκονταν στον λόφο των Καρυών πάνω από την Λουτρόπολη Θέρμης η οποία με την σειρά της απέχει 14 χιλιόμετρα από την Μυτιλήνη. Στον χώρο εκείνο λοιπόν,προϋπήρχε ιστορικό μοναστήρι αφιερωμένο στα Γενέθλια της Θεοτόκου. Μαζί με την Παναγία στο Μοναστήρι ελάτρευαν και την Αγία Παρασκευή.


Ας δούμε την ιστορία του Μοναστηριού στο οποίο βασανίστηκαν και μαρτύρησαν αθώοι άνθρωποι στο πέρασμα των αιώνων.


Το είχε κτίσει η αυτοκράτειρα του Βυζαντίου Ειρήνη η Αθηναία.
Η Ειρήνη ήταν Αυτοκράτειρα του Βυζαντίου σε μια από τις πλέον κρίσιμες ιστορικά εποχές της Ευρωπαϊκής Ιστορίας.Γεννήθηκε στην Αθήνα και ήταν σύζυγος του Λέοντα του 4ου και μητέρα του Κωνσταντίνου του 6ου. Επειτα από τον θάνατο του Λέοντα ανέλαβε την εξουσία ως προστάτιδα του νεαρού γιου της. Αργότερα τον καθαίρεσε από τον θρόνο και έγινε η πρώτη Αυτοκράτειρα(797-802). Παρέδωσε τον θρόνο της στον Νικηφόρο τον 1ο το 802 και εξορίστηκε στην Λέσβο.
Η Ειρήνη επανέφερε την εικονολατρία που είχε απαγορευτεί στην Βυζαντινή Αυτοκρατορία από τους επονομαζόμενους "εικονομάχους" (εικονοκλάστες) ,οι οποίοι κατέστρεφαν εικόνες.
Ειχε πλούσια φιλανθρωπική δραστηριότητα. Με τα έργα της και την συμεριφορά της σαν Μοναχή αγίασε και ανυψώθηκε στους Ουρανούς.


Η κατασκευή του μοναστηριού Γενεθλίων της Θεοτόκου πρέπει να έγινε εκείνα τα χρόνια (801- 802) που ήταν παρούσα η ίδια στο νησί,πριν πεθάνει αμέσως μετά.
Σε ένα έτος, το 803 απέθανε. Το Μοναστήρι ήταν γυναικείο και γεμάτο ζωή μέχρι την 11η Μαϊού 1235 οπότε και δέχθηκε επίθεση από Σαρακηνούς. Ηγουμένη ήταν τότε η Αγία Ολυμπία η οποία υπέστη και τα χειρότερα βασανιστήρια. Η Ηγουμένη Ολυμπία είχε μεγάλη αρετή και αγιότητα. Η μητέρα της καταγόταν από την Κωνσταντινούπολη και ήταν κόρη ιερέως. Ηταν 4 αδελφές.


Είχαν και έναν αδελφό Αρχιμανδρίτη. Η μια αδελφή της η Δωροθέα , από συμβουλή του πατέρα της , έγινε μοναχή και κατόπιν Ηγουμένη στο Μοναστήρι των Καρυών της Μυτιλήνης. Η μητέρα όμως της Ολυμπίας , καθώς και οι αδελφές της παντρεύτηκαν. Ο πατέρας της Ολυμπίας έγινε ιερεύς και έζησε στην Πελοπόννησο. Εκεί γεννήθηκε η Ολυμπία. Μετά τον θάνατο του πατέρα της πέθανε και η μητέρα της από τη λύπη της και έτσι έμεινε η Ολυμπία ορφανή και ολομόναχη σε ηλικία 10 ετών.


Το όνομα της η Ηγουμένη Ολυμπία το πήρε από την πόλη της Ολυμπίας στην Ηλεία. Την έστειλαν τότε στη Θερμή της Μυτιλήνης , που ήταν η θεία της Δωροθέα Ηγουμένη. Η Ολυμπία προόδευσε πολύ στην αρετή. Και στα 19 της χρόνια έγινε μοναχή. Οταν όμως κοιμήθηκε , η θεία της Δωροθέα , όλες εξέλεξαν για ηγουμένη την Ολυμπία.


Ηταν τότε η ηλικία της 25 ετών. Το Μοναστήρι αυτό είχε 30 Μοναχές. Ξαφνικά όμως στις 11 Μαΐου το 1235 πήγαν πειρατές στο Μοναστήρι , θέλησαν ν' ατιμάσουν τις Μοναχές. Μερικές κατόρθωσαν και τους ξέφυγαν από τα χέρια τους και πήγαν στα βουνά. Εκεί δυστυχώς πολλές τρελάθηκαν. Τις άλλες , που αντιστάθηκαν , τις έσφαξαν οι Τούρκοι. Μια γερόντισσα όμως μοναχή , την Ευφροσύνη , που δεν μπορούσε να περπατήσει και να φύγει , την βασάνισαν πολύ. Την κρέμασαν σ' ένα δένδρο και την έκαψαν ζωντανή.


Την έκαναν στάχτη. Φρικτό ήταν και το μαρτύριο της Αγίας Ηγουμένης , της Ολυμπίας. Αυτή , σαν Ηγουμένη , δεν θέλησε να εγκαταλείψει το Μοναστήρι. Οι κακούργοι Τούρκοι με αναμμένες λαμπάδες έκαιγαν τις σάρκες της. Επειτα πύρωσαν μια σιδερένια βέργα και την έβαλαν από το ένα αυτί της και βγήκε στο άλλο. Κατόπιν , την ξάπλωσαν γυμνή επάνω σε μια σιδερένια πόρτα (θυρόφυλλο) και όπως ήταν την κάρφωσαν επάνω στο σανίδι.


Της έμπηξαν στο σώμα είκοσι μεγάλα καρφιά. Αλλα τρία ακόμη μεγαλύτερα τα έμπηξαν στο κεφάλι της. Τα δύο μέσα στ' αυτιά της και το τρίτο μέσα στο κρανίο. Κατόπιν , έβαλαν φωτιά και έκαψαν το Μοναστήρι ολόκληρο και την ωραία εκκλησία του. Τα οστά της βρέθηκαν μαζί με τα καρφιά, 725 χρόνια μετά,όπως και των Αγίων μας.


198 χρόνια πέρασαν από την εποχή εκείνη μέχρι την ημέρα που μια ευκατάστατη και ευσεβής γυναίκα ονομαζόμενη Μελπομένη το 1433, με ηγέτη Μυτιλήνης τον Δορίνου Γαττελούζο αποφασίζει να ξαναφτιάξει το Μοναστήρι μετά από τάμα. Η Μελπομένη ,εκτελώντας ιερό τάξιμο προς την Θεοτόκο που θεράπευσε θαυματουργικά το παιδί της Ακίνδυνο ,είχε αφιερώσει μέρος της περιουσίας της στο Μοναστήρι και τον ίδιο τον Ακίνδυνο σαν επιστάτη. Το νέο μοναστήρι λοιπόν κατασκευάστηκε επάνω από τα ερείπια της παλαιάς γυναικείας Μονής που καταστράφηκε από τους Πειρατές στις 11 Μαϊού 1235.


Εκεί λοιπόν 20 χρόνια μετά μόναζε ένας μόνο καλόγηρος πια με το όνομα Ρουβήμ. Ηταν η 14. Μαρτίου του 1454 όταν έφτασαν στην Θέρμη της Μυτιλήνης με το πλοιάριο , Αυτούς τους δύο ( Ρουβήμ - Ακίνδυνο ) βρήκε ο Αγιος Ραφαήλ στον Λόφο των Καρυών. Στην Μυτιλήνη την περίοδο αυτή επικρατούσε μεγάλη αναταραχή. Το ίδιο και στην υπόλοιπη Ελλάδα και Αιγαίο .Οι Τούρκοι καταλάμβαναν ολόκληρη την Ελλάδα σκοτώνοντας και καταστρέφοντας κάθε στοιχείο πολιτισμού.


Υπό την ηγουμενία του Αγίου Ραφαήλ πάντως, πέρασαν με ειρήνη και ομόνοια 9 χρόνια μέχρι την 17 Σεπτεμβρίου 1462, χάρη στους Γατελούζους - Γενουάτες που είχαν για χρόνια την κυριαρχία του νησιού. Το μοναστήρι αυτό ήταν το πλέον σημαντικό του νησιού και όλα τα υπόλοιπα υπάγονταν σε αυτό. Ο αγιος Ραφαήλ φιλοξενούσε και πολλά παιδάκια στο Μοναστήρι τα οποία ταίζε και βοηθούσε στα γράμματα. Με τις Ιατρικές του γνώσεις ο Ηγούμενος Ραφαήλ και Διάκονος Νικόλαος προσέφεραν σημαντικές ιατρικές υπηρεσίες και λειτουργούσαν στο Μοναστήρι το "PREVENTORIUM" σαν κέντρο προληπτικής ιατρικής.


Την λέξη αυτή είδε χαραγμένη στον τοίχο της Παλαιάς Μονής η Βασιλική Ράλλη σε ενύπνιο της. Η λέξη προέρχεται απο το λατινικο " PREVENTORIUM" KAI PREVENT

26.3.10

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΠΑΣΧΑ


«Τὴ Aγία καὶ Mεγάλη Κυριακὴ τοῦ Πάσχα,
αὐτὴν τὴν ζωηφόρον Ἀνάστασιν ἑορτάζομεν τοῦ Κυρίου,
καὶ Θεοῦ καὶ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ».

Αυτή την ημέρα πανηγυρίζουμε την Αγία Ανάσταση του Κυρίου Ιησού Χριστού και ασπαζόμαστε εν Χριστώ μεταξύ μας, δείχνοντας έτσι την κατάργηση της πρώην έχθρας ανάμεσα σʼ εμάς και τον Θεό και την επανασυμφιλίωσή του μαζί μας, χάρη στο Πάθος του Σωτήρα Χριστού.

Η γιορτή λέγεται Πάσχα και είναι συνώνυμη με το Πάσχα των Εβραίων, που στη γλώσσα τους σημαίνει διάβαση, με την έννοια ότι, ο παθών και αναστάς Ιησούς Χριστός μας πέρασε από την κατάρα του Αδάμ και τη δουλεία του Διαβόλου στην πρώτη ελευθερία και μακαριότητα.

Η δε παρούσα ημέρα της εβδομάδας, που είναι η πρώτη ημέρα από τις υπόλοιπες, αφιερωμένη στην τιμή του Κυρίου, ονομάστηκε, από τη λέξη αυτή, Κυριακή και σʼ αυτή μετάθεσαν οι Απόστολοι την αργία και την ανάπαυση της γιορτής του Σαββάτου του παλιού νόμου.

«Πάσχα σημαίνει πλήρωμα χαράς, βίωμα ειρήνης, εμπειρία πνευματικής ελευθερίας. Πάσχα σημαίνει συμφιλίωση μεταξύ μας και με τον Θεό˙ «συγχωρήσωμεν πάντα τῆ ἀναστάσει καί ἀλλήλους περιπτυξώμεθα» . Πάσχα σημαίνει απελευθέρωση από τον φόβο και την ψύχρα του θανάτου˙ «θανάτου ἑορτάζομεν νέκρωσιν» . Πάσχα σημαίνει απόφαση για αγία ζωή. Πάσχα σημαίνει καινή, καινούργια ζωή, πορεία «ἐν καινότητι ζωῆς», «ἄλλης βιοτῆς, τῆς αἰωνίου, ἀπαρχή». Πάσχα σημαίνει διακαινήσιμο φρόνημα˙ πέρασμα από το αδιέξοδο της στενής ανθρώπινης λογικής στην ανάσα της όντως ζωής˙ από την προσωρινότητα στην αιωνιότητα˙ από την ιστορία στη βασιλεία του Θεού˙ από την πτώση στη σωτηρία και τη χάρη.

Η θριαμβευτική ομολογία της Αναστάσεως του Κυρίου, η επικράτηση του «Χριστός Ἀνέστη» ως χαιρετισμού αυτών των ημερών, η δυναμική επανάληψη των αναστάσιμων ύμνων, τα πλούσια και βαθειά ριζωμένα στην παράδοσή μας πασχαλινά έθιμα, ο χαρακτηρισμός της εορτής ως Λαμπρής περιγράφουν όχι μια γιορτή επιφανειακής χαράς αλλά μια πανήγυρη για ένα ιστορικό και μυστικό γεγονός μοναδικού διαμετρήματος.

Η Ανάσταση του Κυρίου μας αποτελεί τη μεγαλύτερη γιορτή της Ορθοδοξίας. Ο κενός τάφος του Κυρίου αναβλύζει τη συγγνώμη˙ «συγγνώμη γάρ ἐκ τοῦ τάφου ἀνέτειλε», τη χαρά και την ειρήνη˙ «Χαίρετε» καί «Εἰρήνη ὑμῖν» είναι οι χαιρετισμοί του αναστάντος και διατρανώνει τη συντριβή του θανάτου˙ «καί τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι ζωήν χαρισάμενος».

Η Εκκλησία λοιπόν τέτοια μέρα μας καλεί όλους να «λάβουμε φῶς ἐκ τοῦ ἀνεσπέρου φωτός». Μας προσκαλεί όλους σε πανηγύρι πνευματικής χαράς˙ «Αὕτη ἡ ἡμέρα ἥν ἐποίησεν ὁ Κύριος ἀγαλλιασώμεθα καί εὐφρανθῶμεν ἐν αὐτῆ»˙ να «ἀπολαύσωμεν τοῦ συμποσίου τῆς πίστεως καί τοῦ πλούτου τῆς χρηστότητος». Τα πάντα λάμπουν, τα πάντα πανηγυρίζουν, τα πάντα ανακαινίζονται˙ «Νῦν πάντα πεπλήρωται φωτός» (Μητροπολίτης Μεσογαίας κ.κ. Νικόλαος)


Κοντάκιον

«Εἰ καὶ ἐν τάφῳ κατῆλθες ἀθάνατε, ἀλλὰ τοῦ Ἄδου καθεῖλες τὴν δύναμιν, καὶ ἀνέστης ὡς νικητής, Χριστὲ ὁ Θεός, γυναιξὶ Μυροφόροις φθεγξάμενος, Χαίρετε, καὶ τοὶς σοὶς Ἀποστόλοις εἰρήνην δωρούμενος ὁ τοὶς πεσοῦσι παρέχων ἀνάστασιν».

«Αν και κατέβηκες στον τάφο, Αθάνατε Κύριε, όμως συνέτριψες τη δύναμη του Άδη. Και αναστήθηκες ως νικητής, Χριστέ ο Θεός, λέγοντας στις μυροφόρες γυναίκες το «χαίρετε», και δωρίζοντας την ειρήνη στους αποστόλους Σου. Εσύ που ανορθώνεις όσους έπεσαν (εξαιτίας της αμαρτίας)».


Ὁ Οἶκος

«Τὸν πρὸ ἠλίου Ἥλιον, δύναντα ποτὲ ἐν τάφῳ, προέφθασαν πρὸς ὄρθρον, ἐκζητοῦσαι ὡς ἡμέραν, Μυροφόροι κόραι, καὶ πρὸς ἀλλήλας ἐβόων, Ὦ φίλαι, δεῦτε τοὶς ἀρώμασιν ὑπαλείψωμεν, Σῶμα ζωηφόρον καὶ τεθαμμένον, σάρκα ἀνιστώσαν τὸν παραπεσόντα Ἀδὰμ κείμενον ἐν τῷ μνήματι, ἄγωμεν, σπεύσωμεν, ὥσπερ οἱ Μάγοι, καὶ προσκυνήσωμεν, καὶ προσκομίσωμεν τὰ μύρα ὡς δῶρα τῶ μὴ ἐν σπαργάνοις, ἀλλ' ἐν σινδόνι ἐνειλημένω, καὶ κλαύσωμεν, καὶ κράξωμεν, Ὧ Δέσποτα ἐξεγέρθητι, ὁ τοὶς πεσοῦσι παρέχων ἀνάστασιν».


Απολυτίκιον.

«Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, θανάτω θάνατον πατήσας, καὶ τοὶς ἐν τοῖς μνήμασι, ζωὴν χαρισάμενος».


ΣΑΣ ΕΥΧΟΜΑΙ ΟΛΟΨΥΧΑ ΚΑΛΟ ΠΑΣΧΑ

ΜΕΓΑΛΟ ΣΑΒΒΑΤΟ


Το Μεγάλο Σάββατο ξεκινά με την πρωινή ακολουθία που έχει αναστάσιμο χαρακτήρα και λέγεται αλλιώς και ‟Πρώτη Ανάσταση”. Το βράδυ γίνεται η Ακολουθία της Αναστάσεως. Λίγο πριν τα μεσάνυχτα, όλα τα φώτα της εκκλησίας σβήνουν και ο βγαίνει ο παπάς από την Ωραία Πύλη με τη λαμπάδα του αναμμένη ψάλλοντας το "Δεύτε λάβετε φως..." και δίνει το Άγιο Φως στους πιστούς. Κατόπιν βγαίνουν όλοι έξω όπου ο παπάς διαβάζει το Ευαγγέλιο της Αναστάσεως και μόλις τελειώσει όλοι ψάλλουν:

Χριστός ανέστη εκ νεκρών

θανάτω θάνατον πατήσας

και τοις εν τοις μνήμασι

ζωήν χαρισάμενος.


Το "Χριστός Ανέστη" είναι και το σύνθημα για να ξεκινήσουν οι πιστοί τους ασπασμούς. Αυτό το φιλί της αγάπης δίνεται σε εχθρούς και φίλους, αφού συμβολίζει τη συγχώρεση.

Μετά την Ανάσταση οι πιστοί φέρνουν στα σπίτια τους το Άγιο Φως και κάνουν το σχήμα του σταυρού με τον καπνό της λαμπάδας στην είσοδο του σπιτιού. Μετά ανάβουν το καντήλι, το οποίο προσπαθούν να κρατήσουν τουλάχιστον τρεις με σαράντα ημέρες. Ακολουθεί το πασχαλινό Δείπνο, που είναι συνήθως η μαγειρίτσα και τσουγκρίζονται τα αυγά.


Πασχαλινά κόκκινα αυγά


Τα κόκκινα αυγά της Λαμπρής, ένα έθιμο από τα λιγοστά που διατηρούνται ακόμα, ήταν καθιερωμένο να βάφονται από τις νοικοκυρές τη Μεγάλη Πέμπτη, γι' αυτό λέγεται και Κόκκινη Πέμπτη ή Κοκκινοπέμπτη.

Πώς όμως καθιερώθηκε αυτό το έθιμο; Τα πασχαλινά κόκκινα αυγά δηλαδή και το τσούγκρισμά τους τη νύχτα της Ανάστασης και την ημέρα του Πάσχα. Πολλές οι εκδοχές για το πώς ξεκίνησε το έθιμο αυτό.

Το αυγό συμβολίζει από αρχαιοτάτων χρόνων την ανανέωση της ζωής και το κόκκινο είναι το χρώμα της ζωής.

Μερικοί πιστεύουν ότι τα αυγά βάφονται κόκκινα σε ανάμνηση του αίματος του Χριστού, που χύθηκε για εμάς τους ανθρώπους.

Κόκκινο είναι και το χρώμα της χαράς, χαράς για την Ανάσταση του Κυρίου.


Μια λαϊκή παράδοση λέει ότι όταν αναστήθηκε ο Χριστός κανείς δεν το πίστευε. Μια γυναίκα μάλιστα που κρατούσε ένα καλάθι με αυγά φώναξε: "Είναι αδύνατον. Όπως είναι αδύνατον τα αυγά από άσπρα να γίνουν κόκκινα". Και ξαφνικά τα αυγά έγιναν κόκκινα!

Άλλοι υποστηρίζουν ότι το έθιμο αυτό ξεκίνησε από τους Εβραίους και μάλιστα κατά τύχη. Κατά το εβραϊκό Πάσχα, οι Εβραίοι έσφαζαν ένα αρνί και το αίμα το έριχναν σε έναν κουβά, για να σημαδέψουν μ' αυτό τις εξώπορτες τους, σε ανάμνηση της προστασίας των πρωτότοκων παιδιών τους από τη σφαγή όταν ήταν στην Αίγυπτο.

Κάποτε λοιπόν ένας Εβραίος, κρατώντας αυγά, τα τοποθέτησε κατά λάθος σε έναν τέτοιο κουβά με το αίμα του αρνιού. Όταν θέλησε να τα πάρει για να τα βράσει, τα αυγά είχαν βαφτεί κόκκινα. Αυτό το θεώρησε καλό σημάδι, το είπε στη γειτονιά και από τον ένα στον άλλο έγινε πια έθιμο να βουτούν τα αυγά στο αίμα του αρνιού. Άρχισαν κάποια στιγμή να τα βράζουν πρώτα για να κρατά καλύτερα το χρώμα και να μην ξεβάφουν.

Μετά την επικράτηση του Χριστιανισμού, οι Εβραίοι που εκχριστιανίστηκαν συνέχισαν το έθιμο αυτό, το οποίο εξαπλώθηκε σιγά σιγά σε όλους τους χριστιανούς του κόσμου και συμβολίζει πλέον τη χαρά και το θρίαμβο της Ανάστασης.

Υπάρχει κι άλλη μια ερμηνεία πιο ορθολογική για ορισμένους. Τη Σαρακοστή οι περισσότεροι νήστευαν κι έτσι τα αυγά που γεννούσαν οι κότες περίσσευαν. Τι να τα έκαναν τόσα αυγά οι νοικοκυρές; Τα φύλαγαν λοιπόν για το Πάσχα. Την ημέρα της Λαμπρής ήταν το πρόχειρο άφθονο φαγώσιμο που μπορούσαν να φιλέψουν. Τα έβαφαν και κόκκινα που είναι χρώμα χαρούμενο και ξορκιστικό και με διάφορα άλλα χρώματα. Συχνά τα στόλιζαν με ζωγραφιές ή με μαργαρίτες, φτέρες ή με αγριολούλουδα του ελληνικού κάμπου για να γίνουν πιο ευχάριστα.

Το έθιμο του τσουγκρίσματος των αυγών έχει τις ρίζες του στο Βυζάντιο και συμβολίζει πάλι την Ανάσταση.

Όπως το κλωσσόπουλο σπάει το κέλυφος του αυγού και βγαίνει στο φως της ζωής, έτσι -αυτός ήταν ο συμβολισμός- κομματιάζονται του θανάτου τα δεσμά και από του τάφου τα βάθη ξανάρχεται η ζωή.

Το έθιμο αυτό καθιερώθηκε για πρώτη φορά στη βυζαντινή αυλή από το Μεγάλο Κωνσταντίνο και τη μητέρα του Αγία Ελένη, με επίσημη τελετή που γινόταν το πρωί της Κυριακής του Πάσχα. Οι καλεσμένοι τσούγκριζαν με τον αυτοκράτορα και τη βασιλομήτορα τα αυγά και στη συνέχεια ακολουθούσε γεύμα στο πασχαλινό τραπέζι.

Το κερί



"Άψε, Βαγίτσα, το κερί, άψε και το λυχνάρι

και έμπα εις την κάμαρα να δεις τι θα μας βγάλεις..."

Έτσι προτρέπουν οι καλαντάρηδες από την Κρήτη τη νοικοκυρά να τους φιλέψει για τις χαρούμενες ειδήσεις που της έφεραν.

Πώς άραγε συνδέθηκε το κερί με τη χριστιανική λατρεία; Η μακραίωνη χρήση του ως φωτιστικού μέσου δεν το εμπόδισε να αποκτήσει και μια άλλη σημασία: συμβόλιζε το φως του Ευαγγελίου, τη θέρμη της πίστης.

Έτσι, όταν με το πέρασμα των χρόνων άρχισαν να χρησιμοποιούνται και άλλα μέσα φωτισμού, το κερί παρέμεινε πρωταγωνιστής στις θρησκευτικές τελετουργίες (βαφτίσεις, γάμους...), συμβάλλοντας στη δημιουργία ατμόσφαιρας δέους και κατάνυξης.

"Άναψε λαμπάδα ίσαμε το μπόι του!"

Σήμερα θεωρούμε αυτονόητο να ανάψουμε ένα κεράκι μπαίνοντας στην εκκλησία, για να δείξουμε το σεβασμό μας. Συχνά ψιθυρίζουμε τις προσευχές μας κοιτάζοντας το γλυκό του φως να τρεμοπαίζει.

Ο λαός μας συνηθίζει να κάνει τάματα από κερί, όταν εκλιπαρεί για κάποια καλοσύνη, θεραπεία από αρρώστια, προσωπική ευτυχία. Έτσι, ανάβει λαμπάδες "ίσαμε το μπόι του αρρώστου", "κεροδένει", ζώνει δηλαδή τρεις φορές την εκκλησία με κερωμένο νήμα που μετά κόβεται και γίνεται κεριά. Ειδικά τα κεριά, καθώς και τα λουλούδια του Επιταφίου, οι πιστοί συνηθίζουν να τα κρατούν ως φυλαχτό στα εικονοστάσια των σπιτιών τους.

"Πανέμορφο πλεχτό κερί σου 'κανα δώρο τη Λαμπρή."

Η κατασκευή των κεριών είναι πλέον μια τέχνη πολύ διαδεδομένη. Ειδικά κάθε Πάσχα η αγορά πλημμυρίζει από πανέμορφα κεριά κάθε σχήματος και χρώματος. Σε αρκετούς αρέσει να στολίζουν τα σπίτια τους με αυτά. Στη συντριπτική τους πλειοψηφία, βέβαια, δεν παρασκευάζονται πλέον με χειροποίητο τρόπο από αγνό μελισσοκέρι, αλλά με βιομηχανικό, από άλλα υλικά, όπως είναι η παραφίνη που προέρχεται από το πετρέλαιο.

Στην Έδεσσα και στη Φλώρινα ωστόσο επιβιώνει η παραδοσιακή τέχνη των χειροποίητων πλεχτών κεριών τα οποία χωρίζονται σε δύο κατηγορίες: τα ψυχοκέρια και τα πασχαλιάτικα. Τα πρώτα χρησιμοποιούνται σε τελετές για να τιμηθούν οι νεκροί. Τα πασχαλιάτικα πλεχτά κεριά έχουν διάφορα σχήματα και χρώματα, όπως το "καλαθάκι", για να βάζουν μέσα τα μεγαλύτερα παιδιά το κόκκινο αυγό και τα "πετειναράκια", τα "ρολογάκια", τα "τσαντάκια" και τα "αεροπλανάκια", που κρατούν στην Ανάσταση τα μικρότερα παιδιά και μοιάζουν με κέρινα παιχνίδια! Υπάρχουν επίσης τα "κρεβατάκια", οι "σταυροί" και τα "ευαγγέλια" για τους μεγάλους και τα νυφικά πλεχτά κεριά, που δωρίζουν στις νιόπαντρες κοπέλες τα πεθερικά τους.

Πιστεύεται ότι αυτή η τέχνη έχει τις ρίζες της στα βυζαντινά χρόνια.

Θόρυβος την Ανάσταση
Image and video hosting by TinyPic

Το βράδυ του Μεγάλου Σαββάτου στην Ανάσταση, ο ιερέας βροντοφωνάζει το "Χριστός Ανέστη" μέσα σε θορυβώδεις εκδηλώσεις -βεγγαλικά, πυροτεχνήματα κ.ά. (από εδώ και η παροιμιακή φράση "Έγινε ανάστα ο Κύριος"), οι οποίες αποτελούν πηγαίο ξέσπασμα, ύστερα από την εθιμικά υποχρεωτική ψυχική πίεση και το τελετουργικό πένθος των πιστών κατά τη Μεγάλη Εβδομάδα.

ΜΕΓΑΛΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ και ΕΠΙΤΑΦΙΟΙ ΑΠΟ ΝΑΟΥΣ ΤΗΣ ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ


Η Μεγάλη Παρασκευή είναι ημέρα πένθους για τους χριστιανούς, ημέρα της Ταφής του Χριστού. Οι πιστοί μαζεύονται στις εκκλησίες από το πρωί για την ακολουθία των Μεγάλων Ωρών και την ακολουθία της Αποκαθήλωσης, όπου ο παπάς βγάζει το σώμα του Χριστού από το σταυρό και τοποθετεί μέσα στον Επιτάφιο. Το βράδυ της Μεγάλης Παρασκευής θα ακουστούν τα ομορφότερα τροπάρια της χριστιανοσύνης, τα ‟Εγκώμια” (Η Ζωή εν Τάφω, Άξιον Εστί, Αι Γενεαί Πάσαι) και ακολουθεί η περιφορά του Επιταφίου στους δρόμους των ενοριών.

Την ημέρα αυτή οι πιστοί δεν τρώνε λάδι ή γλυκά, αφού ο Χριστός ήπιε ξίδι. Σε πολλές περιοχές δεν τρώνε απολύτως τίποτα, πίνουν μόνο νερό. Η παράδοση λέει πως κανείς δεν πρέπει να πιάσει στα χέρια του σφυρί, καρφί ή βελόνι, γιατί θεωρείται μεγάλη αμαρτία αφού με αυτά τρύπησαν το σώμα του Χριστού.
Στα λουλούδια που παίρνουν οι πιστοί από τον Επιτάφιο (Χριστολούλουδα, Σταυρολούλουδα) αποδίδουν θαυματουργές ιδιότητες και πολλοί τα κρατούν σπίτι ως φυλαχτό.
«Η ζωή εν τάφω…»

1. Η ζωή εν τάφω κατετέθης, Χριστέ, και Αγγέλων στρατιαί εξεπλήττοντο, συγκατάβασιν δοξάζουσαι την σην.

2. Η ζωή πώς θνήσκεις; πώς και τάφω οικείς; του θανάτου το βασίλειον λύεις δε και το Άδου τους νεκρούς εξανιστάς.

3. Μεγαλύνομέν σε, Ιησού Βασιλεύ, και τιμώμεν την ταφήν και τα πάθη σου, δι ών έσωσας ημάς εκ της φθοράς.


4. Μέτρα γης ο στήσας, εν σμικρώ κατοικείς, Ιησού παμβασιλεύ, τάφω σήμερον, εκ μνημάτων τους θανόντας ανιστών.

5. Ο Δεσπότης πάντων καθοράται νεκρός και εν μνήματι καινώ κατατίθεται, ο κενώσας τα μνημεία των νεκρών.


6. Δακρυρρόους θρήνους επί σε η Αγνή, μητρικώς, ω Ιησού, επιρραίνουσα, ανεβόα˙ Πώς κηδεύσω σε, Υιέ;


7. Προσκυνώ το Πάθος, ανυμνώ την Ταφήν, μεγαλύνω σου το κράτος φιλάνθρωπε, δι’ ων λέλυμαι παθών φθοροποιών.

8. Οίμοι φως του Κόσμου! Οίμοι φως το εμόν! Ιησού μου ποθεινότατε έκραζεν, η Παρθένος θρηνωδούσα γοερώς.


9. Ανυμνούμεν Λόγε, σε τον πάντων Θεόν, συν Πατρί και τω Αγίω σου Πνεύματι και δοξάζομεν την θείαν σου Ταφήν.


10.Μακαρίζομέν σε, Θεοτόκε αγνή, και τιμώμεν την ταφήν την τριήμερον του Υιού σου και Θεού ημών πιστώς.



«Άξιον Εστί…»

1. Άξιόν εστί, μεγαλύνειν σε τον Ζωοδότην, τον εν τω Σταυρώ τας χείρας εκτείναντα και συντρίψαντα το κράτος του εχθρού.

2. Άξιόν εστί, μεγαλύνειν σε τον πάντων Κτίστην˙ τοις σοις γαρ παθήμασιν έχομεν, την απάθειαν ρυσθέντες της φθοράς.

3. Όμμα το γλυκύ και τα χείλη σου πώς μύσω Λόγε; πώς νεκροπρεπώς δε κηδεύσω σε; φρίττων ανεβόα Ιωσήφ.


4. Ήλιος φαιδρός, απαστράπτει μετά νύκτα, Λόγε˙ και συ δ’ αναστάς εξαστράψειας μετά θάνατον φαιδρώς ως εκ παστού.

5. Γη σε πλαστουργέ, υπό κόλπους δεξαμενή τρόμω, συσχεθείσα Σώτερ τινάσσεται, αφυπνώσασα νεκρούς τω τιναγμώ.

6. Μύροις σε, Χριστέ, ο Νικόδημος και ο ευσχήμων, νυν καινοπρεπώς περιστείλαντες, φρίξον, ανεβόων, πάσα γη.

7. Έκλαιε πικρώς, η πανάμωμος Μήτηρ σου, Λόγε, ότε εν τάφω εώρακε σε τον άφραστον και άναρχον Θεόν.

8. Ύμνοις σου, Χριστέ, νυν την σταύρωσιν και την ταφήν τε, άπαντες πιστοί εκθειάζομεν, οι θανάτου λυτρωθέντες ση ταφή.


9. Άναρχε Θεέ, συναϊδιε Λόγε και Πνεύμα, σκήπτρα των Ανάκτων κραταίωσον, κατά πολεμίων ως αγαθός.

10.Τέξασα ζωήν, Παναμώμητε αγνή Παρθένε, παύσον Εκκλησίας τα σκάνδαλα και βράβευσον ειρήνην ως αγαθή.
Απο την ιερα μονη πατηρ Ν.Μουλατσιοτη


«Αι γενεαί αι πάσαι…»

1. Αι γενεαί πάσαι, ύμνον τη Ταφή σου, προσφέρουσι Χριστέ μου.


2. Καθελών του ξύλου, ο Αριμαθείας, εν τάφω σε κηδεύει.


3. Μυροφόροι ήλθον, μύρα σοι, Χριστέ μου, κομίζουσαι προφρόνως.


4. Δεύρο πάσα κτίσις, ύμνους εξοδίους, προσοίωμεν τω Κτίστη.


5. Ους έθρεψε το μάννα, εκίνησαν την πτέρναν, κατά του ευεργέτου.

6. Ιωσήφ κηδεύει, συν τω Νικοδήμω, νεκροπρεπώς τον Κτίστην.

7. Ω γλυκύ μου έαρ, γλυκύτατόν μου Τέκνον, πού έδυ σου το κάλλος;


8. Υιέ Θεού παντάναξ, Θεέ μου πλαστουργέ μου, πώς πάθος κατεδέξω;

9. Έρραναν τον τάφον αι Μυροφόροι μύρα, λίαν πρωί ελθούσαι.


10. Ω Τριάς Θεέ μου, Πατήρ Υιός και Πνεύμα, ελέησον τον κόσμον.


11.Ιδείν την του Υιού σου, Ανάστασιν, Παρθένε, αξίωσον σους δούλους.



«Σε τον αναβαλλόμενον…»

Σε τον αναβαλλόμενον το φως, ώσπερ ιμάτιον, καθελών Ιωσήφ από του ξύλου συν Νικοδήμω, και θεωρήσας νεκρόν, γυμνόν, άταφον, ευσυμπάθητον θρήνον αναλαβών, οδυρόμενος έλεγεν˙ οίμοι, γλυκύτατε Ιησού˙ ον προ μικρού ο ήλιος εν Σταυρώ κρεμάμενον θεασάμενος, ζόφον περιεβάλλετω, και η γη τω φόβω εκυμαίνετω, και διερρήγνυτο ναού το καταπέτασμα˙ αλλ’ ιδού νυν βλέπω σε, δι’ εμέ εκουσίως υπελθόντα θάνατον˙ πώς σε κηδεύσω, Θεέ μου; ή πώς σινδόσιν ειλήσω; ποίαις χερσί δε προσψαύσω, το σον ακήρατον σώμα; ή ποία άσματα μέλψω, τη ση εξόδω, οικτίρμον; Μεγαλύνω τα πάθη σου υμνολογώ και την ταφήν σου, συν τη αναστάσει, κραυγάζων˙ Κύριε, δόξα σοι.

ΕΠΙΤΑΦΙΟΣ ΥΠΑΠΑΝΤΗΣ ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ



ΕΠΙΤΑΦΙΟΣ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ



ΕΠΙΤΑΦΙΟΣ ΚΑΛΟΓΡΑΙΩΝ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙ ΑΓΙΟΝ ΚΩΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΚΑΙ ΕΛΕΝΗΣ



ΕΠΙΤΑΦΙΟΣ ΚΟΙΜΗΤΗΡΙΟΥ (ΝΕΚΤΟΤΑΦΙΟΥ)ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ



ΕΠΙΤΑΦΙΟΣ ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ

ΜΕΓΑΛΗ ΠΕΜΠΤΗ



Τη Μεγάλη Πέμπτη οι νοικοκυρές βάφουν τα αυγά με κόκκινη μπογιά, ενώ τα παλαιότερα χρόνια η βαφή των αυγών γινόταν με μπογιά που παραγόταν από διάφορα χόρτα και μπαχαρικά.

Σε ορισμένες περιοχές κρατούν τη μπογιά σαράντα ημέρες, επειδή πιστεύουν ότι είναι "του Χριστού το αίμα".

Ο λαός πιστεύει πως το πρώτο αυγό που βάφεται, το αυγό της Παναγίας, έχει θαυματουργές ιδιότητες, γι' αυτό το βάζουν στο εικονοστάσι του σπιτιού. Με το αυγό της Παναγίας, οι γυναίκες σταυρώνουν τα παιδιά και αν το αυγό είναι τριών χρόνων και τοποθετηθεί στην κοιλιά εγκύου γυναίκας ή ζώου, πιστεύεται ότι αποτρέπεται το ενδεχόμενο αποβολής!


Τα τσόφλια αυτών των αυγών τα βάζουν στις ρίζες των δέντρων για να πιάσουν όλοι οι καρποί.
Εξίσου θαυμαστές ιδιότητες αποδίδουν και στα κεριά που ανάβουν όταν διαβάζονται τα Δώδεκα Ευαγγέλια. Σε πολλά μέρη το κερί αυτό, που μένει άκαυτο, το φυλάνε για φυλαχτό και το χειμώνα το ανάβουν για να μην πέσει κεραυνός.

Τη Μεγάλη Πέμπτη ζυμώνουν τα τσουρέκια σε κουλούρες και ένα σε σχήμα σταυρού με τέσσερα κόκκινα αυγά στις άκρες και ένα άσπρο στη μέση, το οποίο το τρώνε τη Λαμπρή.

ΜΕΓΑΛΗ ΤΕΤΑΡΤΗ



Τη Μεγάλη Τετάρτη το πρωί γίνεται η Προηγιασμένη Θεία Λειτουργία και το απόγευμα ή το βράδυ γίνεται το Μυστήριο του Αγίου Ευχελαίου. Ο παπάς διαβάζει εφτά ευαγγέλια και εφτά ευχές για να ευλογήσει λάδι που το χρησιμοποιούμε για τη θεραπεία ψυχικών και σωματικών ασθενειών.

Επίσης, το βράδυ οι πιστοί ζουν το Μυστικό Δείπνο που παρέθεσε κρυφά ο Ιησούς στους μαθητές Του για το Πάσχα. Είναι το δείπνο πριν από την προδοσία του Ιούδα, όπου ο Χριστός, παράδειγμα ταπεινοφροσύνης, πλένει τα πόδια των μαθητών Του. Στη συνέχεια τους αποκαλύπτει ποιος θα τον παραδώσει στους διώκτες Του. Κατόπιν οι ψαλμοί μας μεταφέρουν στον κήπο της Γεσθημανή όπου βιώνουμε την προσευχή του Ιησού στον Ουράνιο Πατέρα Του και τελικά τη σύλληψή Του.

Στην Πάρο και σε άλλες περιοχές της χώρας μας, τη Μεγάλη Τετάρτη παρασκεύαζαν τη νέα ζύμη, το προζύμι της χρονιάς.

Στις γειτονιές της Αθήνας η εκκλησάρισσα πήγαινε από σπίτι σε σπίτι, μάζευε αλεύρι και το ζύμωνε χωρίς προζύμι. Το πήγαινε στον παπά κι εκείνος ακουμπούσε επάνω του το σταυρό με το Τίμιο Ξύλο και το ζυμάρι φούσκωνε. Αυτό θα ήταν το προζύμι της χρονιάς.

Ακόμα, οι νοικοκυρές επέλεγαν την ημέρα αυτή για το πλύσιμο και το καθάρισμα του σπιτιού.

Ο ΚΥΠΟΣ ΤΩΝ ΕΛΑΙΩΝ


Η ΠΡΟΔΟΣΙΑ




ΠΡΟΣ ΤΟ ΓΟΛΓΟΘΑ

ΜΕΓΑΛΗ ΤΡΙΤΗ


Τη Μεγάλη Τρίτη θα ακουστεί το τροπάριο της Κασσιανής για την ‟εν πολλές αμαρτίες περιπεσούσα γυνή”, που έτρεξε και μετανοώντας γονάτισε μπροστά στον Κύριο κλαίγοντας και του έπλυνε τα πόδια με μύρο και δάκρυα και τα σκούπισε με τα μαλλιά της εκλιπαρώντας για συγχώρεση, για να ακούσει από το στόμα του Κυρίου: ‟Η πίστις σου σέσωκέ σε. Πορεύου εν ειρήνη.”

Σε όλη σχεδόν την Ελλάδα, τη Μεγάλη Τρίτη, οι νοικοκυρές φτιάχνουν τα πασχαλιάτικα κουλουράκια τους.

ΜΕΓΑΛΗ ΔΕΥΤΕΡΑ


Η Μεγάλη Δευτέρα είναι αφιερωμένη στην ακολουθία του Νυμφίου, με την οποία οι χριστιανοί καλούνται να είναι πάντα σε εγρήγορση για τον ερχομό του Νυμφίου, δηλαδή του Χριστού, που πλέον δε θα έρθει ως αμνός αλλά ως Βασιλιάς.

Από την ημέρα αυτή ξεκινά η αυστηρή νηστεία. Στην Καστοριά, τη Μεγάλη Δευτέρα, τη Μεγάλη Τρίτη και τη Μεγάλη Τετάρτη δεν έτρωγαν τίποτα, έπιναν μόνο λίγο νερό, κυρίως οι κοπέλες, γιατί πίστευαν πως της νηστικής καρδιάς πιάνει η ευχή και έτσι θα έβρισκαν γαμπρό!

Στην Κέρκυρα, την ημέρα αυτή οι Κερκυραίοι αγοράζουν "Φογάτσες" και "Κολομπίνες", τα τοπικά μαντολάτα και τσουρέκια δηλαδή.

Ο ΝΥΜΦΙΟΣ


Image and video hosting by TinyPic
’Ιδού ο Νυμφίος έρχεται εν τω μέσω της νυκτός
και μακάριος ο δούλος, ον ευρήσει γρηγορούντα
ανάξιος δε πάλιν ον ευρήσει ραθυμούντα.
Βλέπε, ουν, ψυχή μου, μη τω ύπνω κατενεχθής,
ίνα μη τω θανάτω παραδοθής και της Βασιλείας έξω κλεισθής
αλλά ανάνηψον κράζουσα
Άγιος, Άγιος, Άγιος ει ο Θεός ημών.

Η Κυριακή των Βαΐων


Τοιχογραφια απο τον Ιερο Ναο Αγιου Γεωργιου Καλαματας
Ειναι η τελευταία μέρα της Σαρακοστής και η πρώτη της Μεγάλης Εβδομάδας. Εορτάζουμε την είσοδο του Χριστού πάνω σε ένα γαϊδουράκι στην Ιερουσαλήμ και την υποδοχή του από τους κατοίκους της με κλαδιά απο φοινικιές, τα βάγια. Την Κυριακή των Βαΐων μετά την λειτουργία μοιράζονται βάγια και μικροί σταυροί φτιαγμένοι απο φύλλα φοινικιάς. Στη Κέρκυρα και στο Μεσολόγγι οι εορτασμοί είναι ιδιαίτεροι

Η Ανάσταση του Λαζάρου


Η Ανάσταση του Λαζάρου


Αυτό το Σάββατο τιμάμε την υπό του Χριστού Ανάσταση του φίλου Του Λαζάρου.
Αναγράφει το «Ωρολόγιο»: «Ο Λάζαρος ήταν φίλος του Χριστού και οι αδελφές του Μάρθα και Μαρία που τον φιλοξένησαν πολλές φορές (Λουκ. ι΄, 38-40, Ιωαν. ιβ΄, 1-3) στη Βηθανία κοντά στα Ιεροσόλυμα περίπου δύο μίλια. Λίγες μέρες προ του πάθους του Κυρίου ασθένησε ο Λάζαρος και οι αδελφές του ενημέρωσαν σχετικά τον Ιησού που τότε ήταν στη Γαλιλαία να τον επισκεφθεί. Ο Κύριος όμως επίτηδες καθυστέρησε μέχρι που πέθανε ο Λάζαρος, οπότε είπε στους μαθητές του πάμε τώρα να τον ξυπνήσω. Όταν έφθασε στη Βηθανία παρηγόρησε τις αδελφές του Λάζαρου που ήταν πεθαμένος τέσσερις μέρες και ζήτησε να δει το τάφο του.
Όταν έφθασε στο μνημείο, δάκρυσε και διέταξε να βγάλουν την ταφόπλακα. Τότε ύψωσε τα μάτια του στον ουρανό, ευχαρίστησε τον Θεό και Πατέρα και με μεγάλη φωνή είπε: Λάζαρε, βγες έξω. Αμέσως βγήκε έξω τυλιγμένος με τα σάβανα ο τετραήμερος νεκρός μπροστά στο πλήθος που παρακολουθούσε και ο Ιησούς ζήτησε να του λύσουν τα σάβανα και να πάει σπίτι του. (Ιωαν. ια΄,44)
Αρχαία παράδοση λέγει ότι τότε ο Λάζαρος ήταν 30 χρονών και έζησε άλλα 30 χρόνια. Τελείωσε το επίγειο βίο του στην Κύπρο το έτος 63 και ό τάφος του στην πόλη των Κιτιέων έγραφε: «Λάζαρος ο τετραήμερος και φίλος του Χριστού».
Το έτος 890 μετακομίσθηκε το ιερό λείψανό του στην Κωνσταντινούπολη από τον αυτοκράτορα Λέοντα το σοφό, ο οποίος συνέθεσε τα ιδιόμελα στον εσπερινό του Λαζάρου: Κύριε, Λαζάρου θέλων τάφον ιδείν, κλπ».
Χαρακτηριστικό της μετέπειτας ζωής του Λαζάρου λέγει η παράδοση, ήταν ότι δεν γέλασε ποτέ παρά μια φορά μόνο όταν είδε κάποιο να κλέβει μια γλάστρα και είπε την εξής φράση: Το ένα χώμα κλέβει το άλλο.
Η Ανάσταση του Λαζάρου επέτεινε το μίσος των Εβραίων που μόλις την έμαθαν ζήτησαν να σκοτώσουν τον Λάζαρο και το Χριστό.
Το απολυτίκιο της ημέρας είναι: «Θέλοντας Χριστέ και Θεέ μας να δείξεις, προ της σταυρικής Σου Θυσίας, ότι είναι βέβαιο πράγμα η ανάσταση όλων των νεκρών, ανέστησες εκ νεκρών τον Λάζαρον. Για τούτο και εμείς, μιμούμενοι τα παιδιά που σε υποδέχθηκαν κατά την είσοδό Σου στην Ιερουσαλήμ, κρατούμε στα χέρια μας τα σύμβολα της νίκης, τα βάγια και βοώμε προς Εσένα, τον νικητή του θανάτου: Βοήθησέ μας και σώσε μας, Συ που ως Θεός κατοικείς στα ύψιστα μέρη του ουρανού, ας είσαι ευλογημένος Συ, που έρχεσαι απεσταλμένος από τον Κύριο!»
Αυτή τη μέρα δεν γίνονται μνημόσυνα με κόλλυβα, σε ανάγκη μόνο απλό Τρισάγιο.


Το Σάββατο του Λαζάρου κατέχει ξεχωριστή θέση στο λειτουργικό ημερολόγιο. Δεν ανήκει στις σαράντα ημέρες της μετάνοιας της Μ. Τεσσαρακοστής ούτε και στις οδυνηρές ημέρες της Μ. Εβδομάδας, αυτές που αρχίζουν από τη Μ. Δευτέρα και τελειώνουν τη Μ. Παρασκευή. Μαζί με την Κυριακή των Βαΐων συνθέτουν ένα σύντομο χαρούμενο πρελούδιο των γεμάτων πόνο ημερών που ακολουθούν. Δύο σημαντικά περιστατικά συνδέονται με τη Βηθανία: εκεί ανέστησε τον Λάζαρο και από εκεί ξεκίνησε ο Ιησούς την πορεία και άνοδο Του προς τα Ιεροσόλυμα.

Η ανάσταση του Λαζάρου είναι ένα γεγονός που, όπως θα δούμε, έχει εξαιρετικά μεγάλη σημασία. Συνδέεται μυστηριωδώς με την Ανάσταση του Κυρίου μας και παίζει, ως προς αυτή, το ρόλο μιας έμπρακτης προφητείας. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο Λάζαρος μας παρουσιάζεται στο κατώφλι της Μ. Εβδομάδας αναστημένος, ως προάγγελος της νίκης του Χριστού επί του θανάτου, όπως ο άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος, παραμονές των Θεοφανείων, προανήγγειλε τον Επιφανέντα Χριστό. Πέρα όμως από τον πρωταρχικό αυτό χαρακτήρα της, η ανάσταση του Λαζάρου έχει και κάποιες δευτερεύουσες πτυχές τις οποίες είναι χρήσιμο να εξετάσουμε:
Η ανάσταση του Λαζάρου αναγγέλλει την ανάσταση των νεκρών η οποία έρχεται ως συνέπεια της Αναστάσεως του Κυρίου: « Λάζαρον τεθνεώτα τετραήμερον ανέστησας εξ Άδου, Χριστέ, προ του σου θανάτου διασείσας του θανάτου το κράτος και δι’ ενός προσφιλούς την πάντων ανθρώπων προμηνύων εκ φθοράς ελευθερίαν». Το Σάββατο του Λαζάρου είναι, κατά κάποιο τρόπο, η εορτή όλων των νεκρών. Μας δίνει την ευκαιρία να επιβεβαιώσουμε και να συγκεκριμενοποιήσουμε την πίστη μας στην Ανάσταση. Ο Κύριός μας, τονώνοντας το ηθικό της Μάρθας, μας δίνει σχετικά με τους κεκοιμημένους μας μια πολύτιμη διδασκαλία. Είπε στη Μάρθα: « Αναστήσεται ο αδελφός σου». Η Μάρθα απάντησε: « Γνωρίζω ότι ο αδελφός μου θα αναστηθεί κατά τη γενική ανάσταση της εσχάτης ημέρας». Και ο Ιησούς ανταπάντησε: « Εγώ ειμί η ανάστασις και η ζωή». Η πίστη της Μάρθας ήταν ανεπαρκής σε δύο σημεία. Προέβαλε στο μέλλον, και μόνο στο μέλλον, την ανάσταση του αδελφού της και, δεύτερον, δεν αντιλαμβανόταν αυτή την ανάσταση παρά μόνο σε σχέση με ένα γενικό νόμο. Ο Ιησούς όμως της δείχνει ότι η ανάσταση είναι ένα γεγονός ήδη παρόν, επειδή Αυτός δεν προξενεί απλώς, αλλά είναι η ανάσταση και η ζωή. Οι κεκοιμημένοι μας ζουν διά και εν Χριστώ. Η ζωή τους συνδέεται με την προσωπική παρουσία του Χριστού και εκδηλώνεται εν αυτή. Εάν θελήσουμε να ενωθούμε πνευματικά με ένα κεκοιμημένο αδελφό μας που αγαπούσαμε πολύ, δεν θα προσπαθήσουμε να τον ζωντανέψουμε στη φαντασία μας, αλλά θα έρθουμε σε επικοινωνία με τον Ιησού και εν Αυτώ θα τον βρούμε.

(Ο ΤΑΦΟΣ ΤΟΥ ΛΑΖΑΡΟΥ )ανάσταση του Λαζάρου είναι μια θαυμάσια επεξήγηση του χριστολογικού δόγματος. Μας δείχνει πώς, στο πρόσωπο του Ιησού, η θεία και η ανθρώπινη φύση ενώνονται χωρίς να συγχέονται: «Ανάστασις και ζωή των ανθρώπων υπάρχων, Χριστέ, εν τω μνήματι Λαζάρου επέστης, πιστούμενος ημίν τας δύο ουσίας σου». Αφενός, στον Ιησού ο άνθρωπος μπορεί να λυγίσει μπροστά στη συγκίνηση και να θλιβεί για την απώλεια ενός φίλου: « Εδάκρυσεν ο Ιησούς. Έλεγον δε οι Ιουδαίοι, ίδε πως εφίλει αυτόν». Αφετέρου, ο Θεός, εν Χριστώ, μπορεί να διατάξει τον θάνατο ως έχων εξουσία: « Φωνή μεγάλη εκραύγασε· Λάζαρε, δεύρο έξω. Και εξήλθεν ο τεθνηκώς…».

Τέλος, η ανάσταση του Λαζάρου παρακινεί τον αμαρτωλό να ελπίζει ότι, ακόμη και αν είναι πνευματικά νεκρός, μπορεί να ξαναζήσει: « Καμέ, φιλάνθρωπε, νεκρόν τοις πάθεσιν, ως συμπαθής εξανάστησον, δέομαι». Είναι κάποιες φορές που μια τέτοια πνευματική ανάσταση φαίνεται εξίσου αδύνατη όπως και η ανάσταση του Λαζάρου: « Κύριε, ήδη όζει, τεταρταίος γαρ εστί». Όλα όμως είναι δυνατά για τον Ιησού, από το να μεταστρέψει τον πιο σκληρόκαρδο αμαρτωλό μέχρι να αναστήσει ένα νεκρό: « Λέγει ο Ιησούς, άρατε τον λίθον…».

Να λιοπόν τι θα μάθουμε, αν πάμε το Σάββατο αυτό στη Βηθανία, στον τάφο του Λαζάρου. Εμείς όμως δεν θέλουμε να συναντήσουμε τον Λάζαρο. Θέλουμε να συναντήσουμε στη Βηθανία τον Ιησού και να ξενινήσουμε μαζί Του τη φετινή Μ. Εβδομάδα. Μας προσκαλεί ο ίδιος και μας περιμένει. Η Μάρθα ήρθε κρυφά να πει στην αδελφή της: « Ο διδάσκαλος πάρεστι και φωνεί σοι». Και η Μαρία « ως ήκουσεν, εγείρεται ταχύ και έρχεται προς Αυτόν». Ο Κύριος με καλεί. Θέλει κατά τις ημέρες του Πάθους Του να μην τον εγκαταλείψω. Θέλει, αυτές ακριβώς τις μέρες να αποκαλυφθεί σε μένα – που μπορεί ήδη να «όζω» – με ένα τρόπο καινούριο και υπέροχο. Κύριε, έρχομαι.

Το Σάββατο του Λαζάρου είναι αφιερωμένο στη νεκρανάσταση του Λαζάρου, το θαύμα που έκανε ο Χριστός πριν αναστηθεί ο ίδιος εκ νεκρών.



Ο λαός μας, βαθιά συγκινημένος από την ημέρα αυτή, έχει συνθέσει κάλαντα και άλλα στιχουργήματα. Τα κάλαντα του Λαζάρου ήταν αποκλειστικά γυναικεία υπόθεση και τα τραγουδούσαν οι λεγόμενες ‟Λαζαρίνες”, δηλαδή κοπέλες διαφόρων ηλικιών, οι οποίες μάζευαν λουλούδια από τους αγρούς και γύριζαν από σπίτι σε σπίτι τραγουδώντας, με αντάλλαγμα κάποιο κέρασμα ή φιλοδώρημα.

Στην Κω, κάποιο παιδί από την παρέα, που γύριζε από σπίτι σε σπίτι, αναπαριστούσε το Λάζαρο τυλιγμένο σε ένα σεντόνι στολισμένο με κίτρινα λουλούδια.

Στη Νίσυρο, το Σάββατο του Λαζάρου οι μαθητές του σχολείου πρωί πρωί φτάνουν στο σχολείο κρατώντας φοινικόκλαδα πλεγμένα με διάφορα σχέδια (καλαθάκια, φαναράκια, γιρλάντες, σταυρούς κ.ά.) και στολισμένα με πολύχρωμα λουλούδια. Ο δάσκαλος δίνει σε ένα μεγάλο μαθητή την "καλαντήρα", σε έναν άλλο ένα καλάθι και σε έναν άλλο ένα δίσκο. Η "καλαντήρα" είναι ένα όργανο-παιχνίδι που συμβολίζει τον τάφο του Λαζάρου. Μπροστά έχει ένα ομοίωμα του Λαζάρου και στην κορυφή ένα χελιδόνι που περιστρέφεται αναγγέλλοντας έτσι την άνοιξη. Οι μαθητές ξεκινούν τραγουδώντας τα κάλαντα του Λαζάρου, περνούν απ' όλα τα σοκάκια του χωριού και χτυπώντας πόρτα πόρτα μαζεύουν χρήματα και αυγά.

Στον Πόντο, το Σάββατο του Λαζάρου έφτιαχναν κουλούρια που τα έλαγαν "κερκέλε" και τα έδιναν στα παιδιά την Κυριακή των Βαΐων, όταν έψελναν.

Σε πολλά μέρη ακολουθούσε η περιφορά του ομοιώματος του Λαζάρου ή των προσφερόμενων αρτοπλαστικών σχημάτων του, τα "Λαζαρούδια" ή "Λαζαρόνια" ή "Λαζαράκια". Αυτά ήταν μικρά ομοιώματα του Λαζάρου πλασμένα με ζυμάρι και τα έβαζαν οι νοικοκυρές στα σπίτια τους.

Σε άλλα μέρη όπως Κυκλάδες, Κρήτη, Ιόνια Νησιά, Ήπειρος, συνηθίζεται η περιφορά ομοιωμάτων (συνήθως σταυρός με μαντίλα και εικονισματάκι ή και άνθινων επιταφίων του Λαζάρου), που κρύβει τους συμβολισμούς της άνοιξης.

Τα παιδιά γύριζαν στα σπίτια τραγουδώντας τα "λαζαρικά", για να διηγηθούν την ιστορία του αγαπημένου φίλου του Χριστού και να πουν παινέματα στους νοικοκυραίους.


Πες μας, Λάζαρε, τι είδες

εις τον Άδη που επήγες;

Είδα φόβους, είδα τρόμους,

είδα βάσανα και πόνους,

δώστε μου λίγο νεράκι

να ξεπλύνω το φαρμάκι.

Της καρδούλας μου το λέω

και μοιρολογώ και κλαίω.

Του χρόνου πάλι να 'ρθουμε

με υγεία να σας βρούμε

κι ο νοικοκύρης του σπιτιού

χρόνια πολλά να ζήσει,

να ζήσει χρόνια εκατό

και να τα ξεπεράσει.

Μια παραλλαγή που τραγουδιέται στα Μάρμαρα των Ιωαννίνων:

Την ημέρα την Τετάρτη

κίνησε ο Χριστός για να 'ρθει

απ' την πόλη Βιθυνία

κλαίει η Μάρθα κι η Μαρία

για το Λάζαρο τον αδελφό της

και το φίλο καρδιακό της.

Ο Λάζαρος επέθανε

εδώ και τρεις ημέρες.

Για δείξτε μου τον τάφο του,

για δείξτε μου το μνήμα.

Λάζαρε, Λάζαρε, έβγα έξω.

Πες μας, Λάζαρε, τι είδες

εις τον Άδη που επήγες;

Είδα φόβους, είδα τρόμους,

είδα βάσανα και πόνους,

δώστε μου λίγο νεράκι

να ξεπλύνω το φαρμάκι.


Άλλο ένα "λαζαρικό" που τραγουδιέται στη Στερεά Ελλάδα στο ρυθμό του "Κάτω στο γυαλό, κάτω στο περιγιάλι":

Πού 'σαι, Λάζαρε,

πού είναι η φωνή σου

που σε γύρευε

η μάνα κι η αδερφή σου;

Ήμουνα στη γη

βαθιά χωμένος

κι απ' τους εχθρούς,

εχθρούς βαλαντωμένος.

Βάγια, βάγια των βαγιών

τρώνε ψάρια τον κολιόν

και την άλλη Κυριακή

ψήνουν το παχύ αρνί.

ΠΑΣΧΑ


Η Μεγάλη Εβδομάδα


Τη Μεγάλη Εβδομάδα, οι πιστοί γιορτάζουν την ανάμνηση της πορείας του Κυρίου από τη θριαμβευτική Του είσοδο στα Ιεροσόλυμα ως τη Σταύρωσή Του και την Ανάσταση.

Από το βράδυ της Κυριακής των Βαΐων, που στην ουσία αρχίζει η Μεγάλη Εβδομάδα, και κάθε βράδυ, οι χριστιανοί πηγαίνουν στην εκκλησία και παρακολουθούν με κατάνυξη τις Ιερές Ακολουθίες.

Το βράδυ της Κυριακής των Βαΐων θα ακουστούν με ύμνους και ευαγγέλια δύο περιστατικά της ζωής του Κυρίου: ‟Το πάθημα της ξερανθείσης συκής” και ‟τη μνήμη του Ιωσήφ Παγκάλου”. Περιστατικά που μιλούν αλληγορικά για το ότι ο Κύριος περιμένει από τους πιστούς να τον ‟θρέψουν” με τους καρπούς της ενάρετης ζωής τους.

Έθιμο της ημέρας είναι ο στολισμός των εκκλησιών με βάγια, ενώ μετά τη λειτουργία ο παπάς ευλογεί και δίνει στους πιστούς σταυρούς από βάγια.

Στη Θράκη, όπως και σε άλλα μέρη της πατρίδας μας, την ημέρα αυτή συνηθίζονται τα "βαγιοχτυπήματα". Οι γυναίκες χτυπούν με βάγια τις έγκυες για να "λευτερωθούν" πιο γρήγορα.

Σε κάποια χωριά της Θράκης τα κορίτσια φτιάχνουν στεφάνια από βάγια και τα ρίχνουν στο ρέμα. Η κοπέλα της οποίας στο στεφάνι φτάνει πρώτο στη ρεματιά κερνά τις υπόλοιπες στο σπίτι της.

Στη Λέσβο τα παιδιά, μετά την εκκλησία, στόλιζαν ένα δεμάτι από κλαδιά δάφνης με κόκκινα ή πράσινα κομματάκια από ύφασμα, κρεμούσαν κι ένα κουδούνι και καθώς πήγαιναν από σπίτι σε σπίτι ψάλλοντας και λέγοντας εξορκισμούς για τους ψύλλους και τα ποντίκια, έδιναν κι ένα κλαράκι δάφνης στη νοικοκυρά, η οποία τα κερνούσε κάτι.

Στην Τήνο, τα παιδιά τριγύριζαν στους δρόμους κρατώντας μαζί με το στεφάνι τους την "αργινάρα", μια ξύλινη ή και σιδερένια ροκάνα που τη στριφογύριζαν με δύναμη. Όταν έφταναν στη θάλασσα πετούσαν το στεφάνι στο νερό.

Την ημέρα αυτή είναι έθιμο, αν και ακόμα Σαρακοστή, να τρώμε ψάρι.

21.3.10

H απελευθερωση της καλαματας


Η Καλαμάτα και το φράγκικο κάστρο (1868), σχέδιο του Th. Weber βασισμένο σε σκίτσο του Henri Belle.


23 Μαρτίου 1821 απελευθέρωση της Καλαμάτας
- 23 Μαρτίου 1821 ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, ο Παπαφλέσσας και ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης απελευθερώνουν την Καλαμάτα από τους Οθωμανούς Τούρκους .
- Στις 21 του μηνός (Μαρτίου 1821) κι όλας οι Τούρκοι της Καλαμάτας, φοβούμενοι από τον επαναστατικό αναβρασμό, είχαν οχυρωθεί στα πιο δυνατά σπίτια. Και την άλλη μέρα ο Θεόδ. Κολοκοτρώνης, "ο άνθρωπος της επαναστάσεως" , ξεκινούσε μαζί με τον Αναγνώστη Παπαγεωργίου (Αναγνωσταρά), τον Κυριακούλη Μαυρομιχάλη , τον Καπετανάκη Κουμουνδουράκη κ.ά. καπετάνιους με 2.000 Μανιάτες και άλλους Πελοποννησίους και στις 23 Μαρτίου μπαίνουν στην Καλαμάτα (όπου βρίσκουν τον Ηλία και Αντώνη Μαυρομιχάλη να πολιορκούν τους Τούρκους σε τρία οχυρωμένα σπίτια) - σε λίγο φθάνει και ο Πετρόμπεης - και αναγκάζουν τους Τούρκους με επικεφαλής τον έπαρχό τους Σουλεϊμάν Αρναούτογλου να παραδοθούν με όρους...".

18.3.10

Ελληνική Επανάσταση του 1821


Η Ελληνική επανάσταση του 1821 – 1824 είναι το πρώτο μέρος του Ελληνικού αγώνα της ανεξαρτησίας (1821-1832), που διεξήγαγε ο υπόδουλος ελληνισμός ενάντια στην Οθωμανική αυτοκρατορία και που κατέληξε στην αναγνώριση της ανεξαρτησίας του Ελληνικού κράτους από την Πύλη, με την συνθήκη του Μαΐου του 1832.


Η περίοδος είναι ευρέως γνωστή στην σύγχρονη Ελλάδα με τον όρο "επανάσταση του 21", και η επέτειος εορτασμού της έναρξής της είναι η 25η Μαρτίου, ημέρα επίσημης αργίας για το Ελληνικό κράτος.

Πίνακας περιεχομένων 1 Προεπαναστατική περίοδος
2 Τα γεγονότα του 1821
2.1 Η επανάσταση στη Μολδοβλαχία
3 Βιβλιογραφία


Προεπαναστατική περίοδος
Πολλές επαναστάσεις ενάντια στην οθωμανική κυριαρχία είχαν λάβει χώρα στον ελληνικό γεωγραφικό χώρο πριν από την μεγάλη επανάσταση του 1821. Άλλες από αυτές ήταν μικρότερης και άλλες μεγαλύτερης σημασίας, όλες όμως είχαν γενικά τοπικό χαρακτήρα. Η επανάσταση του 1821 ήταν η μόνη που οργανώθηκε προσεκτικά, πολλά χρόνια πριν την έκρηξή της στην Ελλάδα (σαν Ελλάδα εννοείται την περίοδο αυτή ο ιστορικός ελληνικός γεωγραφικός χώρος). Στον απόηχο των μεγάλων γεγονότων που συγκλόνισαν την Ευρώπη (Γαλλική Επανάσταση του 1789, Ναπολεόντιοι πόλεμοι) αλλά και τον κόσμο (Αμερικανική Επανάσταση), που δεν είχαν αντίκτυπο στις οπισθοδρομικές πλέον οικονομικοπολιτικοστρατιωτικές δομές της αχανούς Οθωμανικής Αυτοκρατορίας του Μαχμούτ Β' (1808-1839), οι Έλληνες της διασποράς που αποτελούσαν το πιό ενημερωμένο και προοδευτικό κομμάτι του ελληνισμού, ίδρυσαν κατά το πνεύμα της εποχής δύο εταιρείες, που αντιπροσωπεύουν ανάγλυφα τις δύο τάσεις του ελληνισμού στην προσπάθεια για την παλιγγενεσία του στις πρώτες δεκαετίες του 19ου αιώνα.

Η Φιλόμουσος Εταιρεία, που ιδρύθηκε στη Βιέννη το 1814[1], ήταν νόμιμη, είχε μέλη πολλούς επιφανείς (Καποδίστριας, Κοραής) και οικονομικά ισχυρούς Έλληνες της διασποράς, έθετε σαν πρώτο στόχο την πνευματική ανύψωση του γένους των Ελλήνων (συγκέντρωση πόρων για ίδρυση σχολείων στην Ελλάδα, επάνδρωσή τους με φωτισμένους δασκάλους, υποτροφίες για σπουδές νέων στο εξωτερικό κλπ.) και κατόπιν όταν οι συνθήκες το ευνοούσαν επανάσταση με εκμετάλλευση κάποιου πιθανού νέου ρωσοτουρκικού πολέμου ή (και αυτό μάλλον ήταν πιό διαδεδομένο στους κόλπους της εταιρείας) εσωτερική "διάβρωση" της αυτοκρατορίας και σταδιακή κατά το δυνατόν "ελληνοποίησή" της με την προώθηση Ελλήνων σε καίριες θέσεις της.


Το έμβλημα της Φιλικής ΕταιρείαςΗ Φιλική Εταιρεία, που ιδρύθηκε στην Οδησσό της Ρωσίας το 1814, ήταν μυστική και παράνομη, θεωρούσε ότι το γένος ήταν έτοιμο και είχε σαν στόχο την συγκέντρωση πόρων αλλά και την δημιουργία των δομών για άμεση οργάνωση επανάστασης, με επιδίωξη την ίδρυση ανεξάρτητου κράτους και αν οι συνθήκες δεν το επιτρέψουν παραχώρηση αυτονομίας υπό τους κόλπους της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ιδρύθηκε από φλογερούς πατριώτες, ριζοσπαστικά μέλη της (μικρο)αστικής τάξης και μετά από κάποιες πρώτες δυσκολίες μυήθηκαν σε αυτήν πολλοί λόγιοι, φοιτητές, έμποροι, οικονομικά ισχυροί Έλληνες της διασποράς και ιδίως μετά την μεταφορά της "έδρας" της στην Κωνσταντινούπολη, πολλοί οικονομικά και πολιτικά ισχυροί, ιεράρχες, στρατιωτικά ισχυροί (κλέφτες και αρματολοί) αλλά και απλός κόσμος μέσα στα όρια της αυτοκρατορίας. Ο Πρίγκιπας Αλέξανδρος Υψηλάντης, που ανέλαβε την αρχηγία της Εταιρείας στις 12 Απριλίου 1820, μετά την άρνηση του Ι. Καποδίστρια, επιδίωκε να προετοιμάσει μια γιγαντιαία εθνικοαπελευθερωτική επιχείρηση, που θα συντάρασσε τα Βαλκάνια και για το σκοπό αυτό η Εταιρεία εκτός από την εθνεγερτική δράση της στον ελληνικό γεωγραφικό χώρο και τους Έλληνες έκανε ή προσπάθησε να κάνει μυστικές συμφωνίες με Ρουμάνους, Σέρβους και Βουλγάρους πατριώτες. Τα συντηρητικά στοιχεία της Φιλικής μαζί με τους προεστούς (κοτζαμπάσηδες) του Μοριά δεν ήθελαν εκτεταμένες στρατιωτικές επιχειρήσεις στον Ελληνικό χώρο και προωθούσαν την ιδέα να γίνει εκμετάλλευση της προστριβής μεταξύ Πύλης και Αλή πασά. Φήμες ότι τα σχέδια της Φιλικής είχαν προδοθεί στον σουλτάνο από τους Άγγλους υποχρέωσαν τον αρχηγό της να αναπροσαρμόσει το αρχικό σχέδιο, προχωρώντας σε μιά τοπική εξέγερση στις ρουμανικές ηγεμονίες, ελπίζοντας ότι θα τραβήξει προς τα εκεί την προσοχή των Οθωμανών, ώστε να γίνει δυνατή αργότερα η εξέγερση στην Ελλάδα χωρίς μεγάλη οθωμανική στρατιωτική πίεση.


Τα γεγονότα του 1821
Σημείωση: Όλες οι ημερομηνίες του παρόντος άρθρου αναφέρονται στο παλιό ημερολόγιο, εκτός και αν σημειώνεται διαφορετικά.
Το γενικό των Φιλικών πρόβλεπε ότι η επανάσταση έπρεπε να ξεκινήσει τις πενήντα πρώτες ημέρες του 1821, όταν ο Υψηλάντης θα έφτανε στη Μάνη για να αναλάβει την αρχηγία της. Για την προετοιμασία της επανάστασης έφτασε στον Μοριά ήδη από το τέλος του 1820, ο αρχιμανδρίτης Γρηγόριος Δικαίος Παπαφλέσσας, εξουσιοδοτημένος από την Εταιρεία να προετοιμάσει γενικά την επανάσταση και υπεύθυνος μαζί με τον Αναγνωσταρά για την Μεσσηνία.

Στις 24 Δεκεμβρίου 1820 εκστρατεύει από την Τριπολιτσά εναντίον του Αλή πασά στα Ιωάννινα, ο Χουρσίτ Μεχμέτ Πασάς του Μοριά και μειώνονται σημαντικά οι αξιόμαχες τουρκικές στρατιωτικές δυνάμεις στην περιοχή. Στις 6 Ιανουαρίου περνά στο Μοριά από την Ζάκυνθο, ειδοποιημένος από τους Φιλικούς ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης. Ο Παπαφλέσσας οργώνει τον Μοριά μιλώντας για την επανάσταση σε πόλεις και χωριά. Ο Κολοκοτρώνης κάνει συγκεντρώσεις καπεταναίων από όλη την Πελοπόννησο και τους ενημερώνει να πάρουν τα όπλα μόλις δοθεί το σύνθημα. Άλλοι Φιλικοί προετοιμάζουν την επανάσταση σε Ρούμελη, Θεσσαλία και Μακεδονία.

Στις 26 Ιανουαρίου γίνεται στη Βοστίτσα (Αίγιο) η λεγόμενη σύναξη των προεστών του Μοριά. Μετέχουν επίσημοι αντιπρόσωποι των προεστών της Πάτρας και των Καλαβρύτων, τρεις ιεράρχες (δεσπότες) μεταξύ των οποίων ο Παλαιών Πατρών Γερμανός, διάφοροι προεστοί και καπεταναίοι από όλη την Πελοπόννησο και ο Παπαφλέσσας. Παπαφλέσσας και καπεταναίοι δηλώνουν έτοιμοι για εξέγερση, οι προεστοί είναι διστακτικοί και ζητούν εγγυήσεις για την υποστήριξη της Ρωσίας, τελικά συμφωνούν όλοι να περιμένουν την άφιξη του Υψηλάντη για να ξεκινήσει η εξέγερση.


Ο Αλέξανδρος ΥψηλάντηςΜετά την ουσιαστική αποτυχία στο συντονισμό μιας βαλκανικής εξέγερσης, ο Αλέξανδρος Υψηλάντης αποφασίζει να εισβάλει στα ρουμανικά πριγκηπάτα κηρύσσοντας την επανάσταση. Πρώτη πολεμική πράξη ήταν η διάβαση του ποταμού Προύθου, στην Μολδαβία στις 22 Φεβρουαρίου 1821 και η είσοδος στο Γιάσι (Ιάσιο). Στις 24 Φεβρουαρίου βγάζει την ιστορική του προκήρυξη που καλεί τους Έλληνες να πάρουν τα όπλα, βεβαιώνοντας ότι "μια κραταιά δύναμις" είναι έτοιμη να βοηθήσει τον αγώνα. Την 1 Μαρτίου αρχίζει την πορεία του προς τη Βλαχία αφού ενώθηκε με τα τμήματα του Γεωργάκη Ολύμπιου, του Φαρμάκη και πολλών Ελλήνων εθελοντών. Μαζί με τον Ιερό Λόχο που είχε συγκροτηθεί από 500 περίπου σπουδαστές των σχολών των πριγκηπάτων, η στρατιωτική δύναμη του Υψηλάντη έφτανε τους 7.000, μεταξύ των οποίων ήταν Βαλκάνιοι γείτονες (Σέρβοι, Βούλγαροι, Αρβανίτες).

Την 1 Μαρτίου ξεκινά από την Κωνσταντινούπολη με προορισμό την Πελοπόννησο, μετά από ενέργειες του Φιλικού Ξάνθου, ένα καράβι φορτωμένο με προκηρύξεις για εξέγερση. Με το καράβι αυτό θα φτάσει στη Μάνη στα τέλη Μαρτίου και η είδηση της εξέγερσης στα ρουμανικά πριγκηπάτα. Κάποιες αναταραχές των χριστιανών στην Πόλη σχετικές με την εξέγερση στα πριγκηπάτα, θα δώσουν όταν ξεσπάσει η επανάσταση στο Μοριά αφορμή για σφαγές.

Η Πύλη θεωρούσε πρωταρχικό θέμα την αντιμετώπιση της ανταρσίας του Αλή πασά, αλλά ανησυχούσε σοβαρά από τις φήμες και τις καταγγελίες των Άγγλων για εξέγερση στο Μοριά. Λίγο μετά την εξέγερση στις ρουμανικές ηγεμονίες, αλλά όχι εξαιτίας της, οι Τούρκοι της Τριπολιτσάς κάλεσαν τους προεστούς του Μοριά με πρόσχημα την συνηθισμένη κοινή ετήσια σύσκεψη, με στόχο όμως να τους κρατήσουν ομήρους. Οι περισσότεροι προεστοί ήταν διστακτικοί και δεν πήγαν και σωστά, αφού όσοι πήγαν εκτελέστηκαν με το ξέσπασμα της επανάστασης.


Στις 11 Μαρτίου φτάνει με καράβι στην Χαλκιδική ο Φιλικός Εμμανουήλ Παππάς με εντολή να οργανώσει την επανάσταση. Πολλοί καλόγεροι από το Άγιο Όρος ξεσηκώνονται έτοιμοι να τον ακολουθήσουν και γίνονται επαφές με Μακεδόνες οπλαρχηγούς σε μια προσπάθεια να προετοιμαστεί μια συντονισμένη εξέγερση.

Στα μέσα Μαρτίου 1821 ο Παπαφλέσσας είχε ολοκληρώσει τον κύκλο των περιοδειών του στην Πελοπόννησο και βρισκόταν μαζί με τον Αναγνωσταρά στη Μεσσηνία, που ήταν η περιοχή για την οποία είχε ταχθεί υπεύθυνος από την Φιλική Εταιρεία. Ο Κολοκοτρώνης ήταν επίσης στο χώρο ευθύνης του, τη Μάνη. Ο Οδυσσέας Ανδρούτσος ήταν κρυμμένος στην Πάτρα, έτοιμος να αναλάβει δράση. Άλλοι Φιλικοί ήταν σε διάφορους χώρους ευθύνης ο καθένας. Παρά τις αμφιβολίες των προεστών, το κλίμα στην Πελοπόννησο ήταν έντονα επαναστατικό και ένας σπινθήρας έλειπε για την έκρηξη. Στο δεκαήμερο μεταξύ 14-25 Μαρτίου δόθηκε το έναυσμα της επανάστασης σε διαφορετικά σημεία στο Μοριά.Στις 14 Μαρτίου 1821 καταφθάνει στη Ζάχολη , από το Μοναστήρι του Προφήτη Ηλία του Κούτου , ο ηγούμενος Γερμανός ,όπου μετά από πανηγυρική δοξολογία στον ναό του Αγίου Γεωργίου,υψώνει την Σημαία της Επαναστάσεως με τα σύμβολα της Φιλiκής Εταιρείας και μαζί με τους Ζαχολίτες οπλαρχηγούς Παναγιωτάκη Γεραρή και Χρήστο Ζίνη ή Ζαχολίτη εκδιώκουν από την Ζάχολη τις τούρκικες οικογένειες.Στό Φενεό ο Αναγνώστης Κορδής και ο Χρήστος Ζαχολίτης, μετά από συμπλοκή σκότωσαν τούρκους γυφτοχαράτζηδες και ύστερα με ένοπλους Ζαχολίτες ενίσχυσαν τη μικρή δύναμη του Φιλικού Νικόλα Σολιώτη που μαζί με τους Ζαχολίτες επιτέθηκε σε Οθωμανούς φοροεισπράκτορες (χαρατζήδες) στο χωριό Πόρτα των Καλαβρύτων. Παράλληλα ο Παναγιωτάκης Γεραρής με 60 Ζαχολίτες ξεκίνησε γιά να λάβει μέρος στην πολιορκία της Ακροκορίνθου που άρχισε στις 24 Μαρτίου. Στις 20 Μαρτίου ο Σολιώτης με τους Πετμεζαίους χτύπησαν τους Οθωμανούς στους τρεις πύργους των Καλαβρύτων, όπου κλείστηκαν οι ντόπιοι μουσουλμάνοι και ξεκίνησαν την πολιορκία τους πιάνοντας τον πασά των Καλαβρύτων Αρναούτογλου . Στις 21 Μαρτίου, ξεσηκώθηκε η Πάτρα από τους Φιλικούς Παναγιώτη Καρατζά, Βαγγέλη Λειβαδά και Ν. Γερακάρη και οι Οθωμανοί αναγκάστηκαν να κλειστούν στο φρούριό της και η Μάνη[2] με τους Κολοκοτρώνη, Παπαφλέσσα, Νικηταρά και Κεφάλα. Στη Μάνη εξοπλίστηκαν 2.000 Μανιάτες και Μεσσήνιοι με πολεμοφόδια που είχαν σταλεί από τους Φιλικούς της Σμύρνης και είχαν φτάσει εκεί με καράβια. Στις 23 Μαρτίου μπήκαν στην Καλαμάτα και αυτό είναι η πρώτη πολεμική επιτυχία της επανάστασης. Στις 24 Μαρτίου μαζεύτηκαν στα περίχωρα της Καλαμάτας γύρω στους 5.000 Έλληνες για να πάρουν την ευλογία της Εκκλησίας και την ίδια μέρα ξεσηκώθηκε η Φωκίδα στη Ρούμελη.

Στην Καλαμάτα συστάθηκε η Μεσσηνιακή γερουσία και ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης τοποθετήθηκε επικεφαλής της. Πρώτη πράξη της νέας εξουσίας ήταν να στείλει έγγραφο προς τα χριστιανικά έθνη ζητώντας τη βοήθειά τους και αυτό το έγγραφο είναι και η πρώτη πράξη διεθνούς δικαίου της επανάστασης. Στην Πάτρα ιδρύθηκε το Αχαϊκό διευθυντήριο, από τους προεστούς Ανδρέα Λόντο και Χαραλάμπη, τον Παπαδιαμαντόπουλο και το δεσπότη Παλαιών Πατρών Γερμανό.

Στα πριγκηπάτα η επανάσταση εξαπλώνεται με επιτυχία. Οι Ρουμάνοι σύμμαχοι ήταν συσπειρωμένοι γύρω από τον εθνικό τους ηγέτη, συνεργάτη των Φιλικών Τούντορ (Θεόδωρος) Βλαντιμιρέσκου, που είχε κηρύξει επανάσταση ένα μήνα πριν ο Υψηλάντης περάσει τον Προύθο. Στις 21 Μαρτίου ο Βλαντιμιρέσκου με 6.000 πεζούς και 2.500 ιππείς καταλαμβάνει το Βουκουρέστι μέσα σ ένα κλίμα γενικού ενθουσιασμού του πληθυσμού και ακολουθεί ο Υψηλάντης που μπήκε στην πόλη με τον στρατό του στις 27 Μαρτίου. Όλα έδειχναν ότι τα δύο κινήματα, θα συνεργάζονταν για την επιτυχία της εξέγερσης όμως για ποικίλους λόγους αυτό δεν έγινε.


Ο όρκος στην Αγία Λαύρα
Πίνακας του Θεόδωρου ΒρυζάκηΗ 25η Μαρτίου είναι εθνική εορτή, καθώς είχε οριστεί με βασιλικό διάταγμα του Όθωνα στις 15 Μαρτίου του 1838 ως επέτειος της έναρξης της Επανάστασης, μάλλον με την έννοια της συμπύκνωσης στην ημέρα αυτή των επαναστατικών γεγονότων των ημερών.

Για το τί έγινε εκείνες τις ημέρες υπάρχουν πολλές διαφορετικές απόψεις. Σύμφωνα με την παράδοση στις 25 Μαρτίου του 1821, ο Παλαιών Πατρών Γερμανός ευλόγησε μία ελληνική σημαία και κήρυξε την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης στο μοναστήρι της Αγίας Λαύρας. Όμως, η Ελληνική Επανάσταση είχε ήδη ξεκινήσει στις 21 Φεβρουαρίου από τον Αλέξανδρο Υψηλάντη στο Ιάσιο. Ο ίδιος ο Γερμανός δεν αναφέρει απολύτως τίποτα σχετικό στα απομνημονεύματά του, για την ημέρα εκείνη, αλλά αντιθέτως ότι δε βρισκόταν στη Λαύρα.[3] Παρ'ολα αυτά το γεγονός οτι ο Παλαιών Πατρών Γερμανός άφησε ανολοκλήρωτα απομνημονεύματα δεν μας αφήνει να βγάλουμε ασφαλή συμπεράσματα. [1]

Οι περισσότεροι ιστορικοί, όπως αναφέρει ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος, ήταν της άποψης που αναφέρεται στα απομνημονεύματα του Παλαιού Πατρών Γερμανού, δηλαδή, "οι δε συγκεντρωθέντες αποφάσισαν να μην δώσουν αιτίαν τινά, αλλά ως φοβισμένοι να παραμερίσωσι εις ασφαλή μέρη". Άλλοι ιστορικοί υποστηρίζουν ότι ο πυρήνας της όλης ιστορίας διασώζει κάποια ιστορική αλήθεια, βασιζόμενοι σε προσωπικά αρχεία αγωνιστών και ιεραρχών του 1821, που ισχυρίζονται ότι ο Παλαιών Πατρών Γερμανός τέλεσε δοξολογία στις 17 Μαρτίου στην Αγία Λαύρα, ύψωσε το λάβαρο και όρκισε ορισμένους κοτζαμπάσηδες και επισκόπους του Μωριά, που βρίσκονταν εκεί για τον εορτασμό του Αγίου Αλεξίου. [2] Το μόνο σίγουρο είναι ότι οι συγκεντρωμένοι έφυγαν από την Αγία Λαύρα έχοντας γνώση της επικείμενης έναρξης επανάστασης.

Στην Στερεά Ελλάδα κηρύχθηκε επίσημα η έναρξη της επανάστασης στις 27 Μαρτίου, στη μονή οσίου Λουκά κοντά στη Λιβαδειά, με παρόντες τους οπλαρχηγούς Αθανάσιο Διάκο και Βασίλη Μπούσγο και προκρίτους της περιοχής.

Στο συμβούλιο των οπλαρχηγών στη Μεσσηνία ο Κολοκοτρώνης πρότεινε σαν βασικό στόχο την Τρίπολη, που ήταν το στρατιωτικό και διοικητικό κέντρο της Πελοποννήσου και μετά από τη διαφωνία του Μαυρομιχάλη, που είχε οριστεί αρχιστράτηγος, άρχισε πορεία στρατολόγησης στην Αρκαδία. Ανάλογες πορείες έκαναν άλλοι οπλαρχηγοί σε διάφορες περιοχές. Στις 29 Μαρτίου ο Κολοκοτρώνης είχε μαζέψει 6.000 άνδρες και προσπάθησε να πολιορκήσει την Καρύταινα, όμως στην πρώτη έξοδο των Τούρκων, το στράτευμα διαλύθηκε. Δεν απογοητεύτηκε και μεθοδικά εγκατέστησε φρουρές σε επίκαιρα σημεία γύρω από την Τρίπολη (Λεβίδι, Πιάνα, Χρυσοβίτσι, Βέρβαινα, Βαλτέτσι, Τρίκορφα), για να μπορούν να ελεγχθούν οι δρόμοι που οδηγούσαν προς τα εκεί.

Η επανάσταση επεκτάθηκε γρήγορα σε όλη την Πελοπόννησο και Ανατολική Στερεά και είχε μεγάλη επιτυχία αφού πέρασαν στον έλεγχο των επαναστατών πολύ σύντομα,Ζάχολη (14 Μαρτίου), Καλαμάτα (23 Μαρτίου), Αίγιο (23 Μαρτίου), Καλάβρυτα (26 Μαρτίου), Άργος, Καρύταινα, Μεθώνη, Νεόκαστρο, Φανάρι, Γαστούνη, Ναύπλιο στην Πελοπόννησο και Σάλωνα (Πανουργιάς, 27 Μαρτίου), Γαλαξίδι (Γκούρας, 28 Μαρτίου), Λιδωρίκι (Σκαλτζάς, 28 Μαρτίου), Μαλανδρίνο (Σκαλτζάς, 30 Μαρτίου), Λιβαδειά (Διάκος, 31 Μαρτίου), Θήβα (Μπούσγος, 3 Απριλίου), Αταλάντη στη Στερεά Ελλάδα.

Οι Οθωμανοί περιορίστηκαν στα κάστρα όπου είχαν αρχίσει πολιορκίες. Τα σπουδαιότερα από αυτά τα κάστρα ήταν: το κάστρο του Μοριά (Ρίο) με το αντίστοιχο κάστρο της Ρούμελης (Αντίρριο), της Πάτρας, του Ακροκορίνθου πάνω από την Κόρινθο, τα δύο κάστρα του Ναυπλίου (το Παλαμήδι και το Μπούρτζι), της Μονεμβασιάς, της Μεθώνης, της Κορώνης, το Νεόκαστρο και το Παλαιόκαστρο του Ναυαρίνου (Πύλος) και το κάστρο της Τριπολιτσάς (Τρίπολη). Στο κάστρο του Άργους που ήταν παραμελημένο δεν κλείστηκαν Οθωμανοί. Όλα τα κάστρα ήταν κτισμένα (Βυζαντινοί, Ενετοί, Οθωμανοί) κατά βάση παράλια σε δύσβατα σημεία και είχαν το πλεονέκτημα της δυνατότητας τροφοδοσίας από θάλασσα (οθωμανικός στόλος), πλην του κάστρου της Τρίπολης που ήταν κτισμένο γύρω από την πόλη. Μέχρι το τέλος Μαρτίου οι μουσουλμάνοι είχαν απωθηθεί ή εγκαταλείψει τα πεδινά της Πελοποννήσου (ένα τμήμα της Ηλείας γύρω από το Λάλα έμενε υπό τον έλεγχο των ντόπιων Αλβανών) και είχαν περιοριστεί στα κάστρα, μερικά από τα οποία (αν άντεχαν στην πολιορκία) θεωριόταν ικανά για ανάκτηση ολόκληρης της Πελοποννήσου. Οι περισσότεροι από αυτούς είχαν συγκεντρωθεί στην Τρίπολη.

Τα κάστρα πολιορκούσαν ομάδες ατάκτων υπό την "διοίκηση" ντόπιων καπεταναίων, προεστών ή ιεραρχών που είχαν ξεσηκωθεί και ο αριθμός των πολιορκητών δεν ήταν σταθερός αλλά αυξομειώνονταν ανάλογα με τις περιστάσεις. Η πιο οργανωμένη πολιορκία ήταν της Τρίπολης (Κολοκοτρώνης, Νικηταράς) η οποία δεν ήταν ασφυκτική αλλά επιτελική με κατοχή και οχύρωση καίριων υψωμάτων γύρω από την πόλη, που έλεγχαν της προσβάσεις προς αυτή. Το οθωμανικό ιππικό όμως είχε το πάνω χέρι στο οροπέδιο της πόλης, επιτρέποντας τον ανεφοδιασμό της με τα απαραίτητα.

Σε διεθνές (ευρωπαϊκό) επίπεδο η είδηση για εξέγερση στα πριγκηπάτα από τον Υψηλάντη δεν έγινε ευνοϊκά δεκτή από τις ισχυρές δυνάμεις της εποχής και μετά από μια σειρά διπλωματικών διεργασιών (Αγγλία, Αυστρία) και πιέσεων ο τσάρος της Ρωσίας Αλέξανδρος αποκηρύσσει τελικά την εξέγερση και ο Πατριάρχης Γρηγόριος Ε' της Κωνσταντινούπολης αφορίζει τον Υψηλάντη και καλεί τον πληθυσμό να μείνει υπάκουος στο καθεστώς. Τα γεγονότα αυτά επηρεάζουν το κίνημα στις ηγεμονίες και από το σημείο αυτό και μετά λανθασμένες επιλογές από το ελληνικό και ρουμανικό στρατόπεδο φέρνουν την τελική αποτυχία της εξέγερσης στα πριγκηπάτα.

Οι ειδήσεις για εξέγερση και στο Μοριά έφτασαν στο τέλος Μαρτίου και στην Υψηλή Πύλη. Η πρώτη αντίδραση ήταν η προσπάθεια περιορισμού της εξέγερσης στο Μοριά, που εκδηλώθηκε με τρομοκρατικές σφαγές διακεκριμένων προσώπων και προεστών στην Πόλη, αλλά και σε άλλες πόλεις της αυτοκρατορίας που το ελληνικό στοιχείο ήταν σημαντικό, όπως τις Κυδωνίες (Αϊβαλί), Ρόδο, Κύπρο. Δεν είναι δυνατό να εκτιμηθεί η έκταση και ο αριθμός των θυμάτων των σφαγών σε αυτές τις περιοχές. Ανήμερα το Πάσχα (10 Απριλίου 1821), μετά τη θεία λειτουργία, καθαιρέθηκε και απαγχονίστηκε στην κεντρική πύλη του πατριαρχείου στην Κωνσταντινούπολη ο πατριάρχης Γρηγόριος Ε' (πάνω από 70 ετών τότε), σε μιά καθαρά πολιτική κίνηση της Πύλης, αφού δεν είχε δοθεί κανενός είδους αφορμή για αυτή την ενέργεια. Το σώμα του, αφού έμεινε κρεμασμένο για τρεις μέρες, περιφέρθηκε στην πόλη από τον όχλο, μεταφέρθηκε με ακάτιο και ρίχτηκε στην μέση του Κεράτιου κόλπου[4].

Η πρώτη στρατιωτική αντίδραση από τους Οθωμανούς στις ειδήσεις για εξέγερση των Ελλήνων ήρθε από τον Γιουσούφ πασά Σέρεζλη (από τις Σέρρες). Βρισκόταν με στρατό στο Βραχώρι (Αγρίνιο) καθ' οδόν προς την Εύβοια όταν έμαθε για την πολιορκία της Πάτρας. Διεκπεραιώθηκε μέσω Ρίου στην Πελοπόννησο στις 3 Απριλίου, έκαψε την Πάτρα, αιφνιδίασε και διάλυσε τους πολιορκητές του φρουρίου της και εγκαταστάθηκε εκεί. Το φρούριο (ακρόπολη) της Πάτρας και τα γειτονικά φρούρια του Μοριά (Ρίο) και της Ρούμελης (Αντίρριο) θα μείνουν στα χέρια των Οθωμανών σε όλη τη διάρκεια του πολέμου, δίνοντας στα τουρκικά στρατεύματα μια σημαντική δίοδο πρόσβασης προς τα ενδότερα της Πελοποννήσου.

Αρχές Απριλίου άρχισαν να κινούνται και τα νησιά. Παρόλο που η Φιλική Εταιρεία είχε διείσδυση σε αυτά παρατηρείται σχετική καθυστέρηση στον ξεσηκωμό, που οφείλεται σε τοπικές οργανωτικές αλλά και κοινωνικές ιδιαιτερότητες, και σε κάποια από αυτά λαϊκές εξεγέρσεις προηγούνται και επισπεύδουν την κήρυξη της επανάστασης. Στις 30 Μαρτίου ξεσηκώθηκε η Ύδρα από τον πλοίαρχο δεύτερης σειράς Αντώνη Οικονόμου. Οι οικοκυραίοι (πλοιοκτήτες) ήταν διστακτικοί και ο Οικονόμου ίδρυσε στις 31 Μαρτίου τη Διοίκηση, σε αντιδιαστολή με την υπάρχουσα Καγγελαρία. Στις 3 Απριλίου ξεσηκώθηκαν από ντόπιους φιλικούς οι Σπέτσες και ακολούθησαν ο Πόρος, η Σαλαμίνα και η Αίγινα και στις 10 Απριλίου τα Ψαρά. Την ίδια μέρα ο αρματολός Γιάννης Δυοβουνιώτης μπήκε στην Μπουδουνίτσα (Μενδενίτσα) της Ρούμελης. Στην Αττική ο Φιλικός Μελέτης Βασιλείου και άλλοι ντόπιοι μικροκαπετάνιοι αφού στρατολόγησαν αγρότες και χωρικούς για αρκετές μέρες, μπήκαν αιφνιδιαστικά στην Αθήνα στις 15 Απριλίου, περιορίζοντας τους ντόπιους μουσουλμάνους στο κάστρο της Ακρόπολης και την ίδια μέρα η Ύδρα κήρυξε επισήμως την επανάσταση. Στις 18 Απριλίου οι Ρουμελιώτες αρματολοί Διάκος, Δυοβουνιώτης και Πανουργιάς μπήκαν στο Πατρατζίκι (Υπάτη) και την ίδια μέρα ξεσηκώθηκε η Σάμος με τον Φιλικό Λυκούργο Λογοθέτη.

Η στρατιωτική απάντηση του Χουρσίτ πασά της Πελοποννήσου, που βρισκόταν[5] στα Γιάννενα διευθύνοντας τις επιχειρήσεις εναντίον του Αλή πασά, προέβλεπε την προσβολή της εξέγερσης στην Πελοπόννησο με τακτικό στρατό, πεζικό και ιππικό, από δύο μεριές: Από τη μια απευθείας διεκπεραίωση στρατευμάτων μέσω Ρίου-Αντιρρίου και από την άλλη κάθοδο διαμέσου της ανατολικής Στερεάς με καταστολή της εξέγερσης που είχε ήδη αρχίσει εκεί. Το πρώτο σκέλος των στρατευμάτων υπό τη διοίκηση του Μουσταφάμπεη, πέρασε στην Πελοπόννησο πολύ νωρίς (6 Απριλίου) και επιδόθηκε σε συστηματικές καταστροφές πόλεων που είχαν περιέλθει στους εξεγερμένους. Το δεύτερο σκέλος των στρατευμάτων υπό τον Ομέρ Βρυώνη και τον Κιοσέ Μεχμέτ βρισκόταν στη Φθιώτιδα στις 19 Απριλίου με εντολή τη διενέργεια τακτικών εκκαθαριστικών επιχειρήσεων από βορά προς νότο.

Τα ελληνικά στρατιωτικά τμήματα που (μια μέρα πριν) είχαν καταλάβει την Υπάτη, αποφάσισαν να την εγκαταλείψουν και να αντιμετωπίσουν την οθωμανική στρατιά στην Φθιώτιδα σε τρία σημεία: Ο Πανουργιάς στη Χαλκωμάτα, ο Δυοβουνιώτης στο Γοργοπόταμο και ο Διάκος στην Αλαμάνα. Στις 24 Απριλίου, ο Ομέρ Βρυώνης επιτέθηκε και στα τρία σημεία ταυτόχρονα. Ο Πανουργιάς και ο Δυοβουνιώτης αναγκάστηκαν σε υποχώρηση, όμως το τμήμα του Διάκου που αντιστάθηκε πεισματικά στη γέφυρα της Αλαμάνας σφαγιάστηκε και ο ίδιος συνελήφθη επιτόπου[6]. Λίγες μέρες αργότερα τα ελληνικά στρατιωτικά σώματα ηττήθηκαν στο Ελευθεροχώρι της Λαμίας. Στις 8 Μαΐου ο Οδυσσέας Ανδρούτσος κατάφερε πλήγμα στον Ομέρ Βρυώνη στο χάνι της Γραβιάς. Με 120 μαχητές αντιμετώπισε επιτυχημένα όλη την ημέρα τις οθωμανικές επιθέσεις προξενώντας τους σημαντικές απώλειες και αποσύρθηκε τη νύχτα προς τα βουνά, με ελάχιστες δικές του απώλειες. Λίγες μέρες αργότερα οθωμανικό στρατιωτικό σώμα απέτυχε να καταλάβει τα Βλαχοχώρια της Γκιώνας, που υπερασπίζονταν ο Γιάννης Γκούρας. Οι τελευταίες αυτές επιτυχίες αναπτέρωσαν το ηθικό των επαναστατημένων και προβλημάτισαν τους Τούρκους, που αποσύρθηκαν προσωρινά στην Μενδενίτσα.


Στις 6 Απριλίου είχε περάσει μέσω Ρίου στην Πελοπόννησο ο Μουσταφάμπεης, κεχαγιάμπεης του Χουρσίτ πασά, με εντολή την καταστολή της εξέγερσης. Έκαψε τη Βοστίτσα (Αίγιο), διάλυσε την πολιορκία του Ακροκόρινθου, έκαψε το Άργος, σύντριψε την αντίσταση που βρήκε στον ποταμό Ξεριά[7], διάλυσε την πολιορκία του Ναυπλίου και μπήκε πανηγυρικά στην Τρίπολη στις 6 Μαΐου. Στις 12 Μαΐου επιχείρησε μια πρώτη απόπειρα διάσπασης της πολιορκίας της Τρίπολης και επιτέθηκε με ισχυρές δυνάμεις εναντίον των πολιορκητών, στο Βαλτέτσι από βορά και νότο. Τη θέση υπερασπίσθηκαν λυσσαλέα, στρατιωτικά σώματα των Μαυρομιχαλαίων (Κυριακούλης, Ηλίας και Γιάννης), του Κολοκοτρώνη, των Πλαπουταίων και άλλων καπεταναίων. Την επόμενη ο Μουσταφάμπεης άρχισε υποχώρηση που η ελληνική αντεπίθεση μετέτρεψε σε άτακτη φυγή με σημαντικές απώλειες. Επιζητώντας με κάθε τρόπο την διάνοιξη δρόμου προς τη Μεσσηνία ο Μουσταφάμπεης επιτέθηκε στις 18 Μαΐου στα Δολιανά και στα Βέρβαινα, όπου ηττήθηκε από τα ελληνικά στρατιωτικά σώματα και επέστρεψε άπρακτος στην Τρίπολη. Οι νίκες αυτές, που οφείλουν πολλά στην επιμονή, την μεθοδικότητα αλλά και τις στρατηγικές ικανότητες του Κολοκοτρώνη (αρχιστράτηγος από τις αρχές Μαΐου), επέτρεψαν την στενότερη πολιορκία των φρουρίων, στα οποία άρχισαν να σημειώνονται ελλείψεις των αναγκαίων αφού ο ελληνικός στόλος είχε ήδη περιορίσει με τη δραστηριότητά του, την από θάλασσα τροφοδοσία τους.

Στις πρώτες του εξόδους και περιπολίες τον Απρίλιο, ο ελληνικός στόλος κυρίεψε αρκετά πλοία και μαζεύτηκαν μεγάλες ποσότητες από λάφυρα. Η θέα του ελληνικού στόλου με την επαναστατική σημαία, βοηθούσε να ξεσηκωθούν νησιά ή παραθαλάσσιες περιοχές που δεν είχαν μέχρι τότε ξεσηκωθεί και τα πληρώματα του στόλου δεν δίσταζαν να βγουν οπλισμένα στη στεριά και να συμμετέχουν σε επιχειρήσεις. Σημαντική ήταν η συμβολή του στόλου και στον από θαλάσσης αποκλεισμό και κανονιοβολισμό των φρουρίων που πολιορκούνταν (Ναύπλιο, Μονεμβασία).


Ναυτικό κανόνι του 1821Στις 7 Μαΐου επαναστάτησαν με πρώτο τις Μηλιές, τα Εικοσιτέσσερα (τα χωριά του Πηλίου) της Θεσσαλίας, όπου ο υπεύθυνος για την περιοχή Φιλικός Άνθιμος Γαζής είχε προετοιμάσει το έδαφος από νωρίς με σημαντική εθνεγερτική δράση και επαφές με τους ντόπιους αρματολούς Μπασδέκηδες (Κυριάκο και Παναγιώτη). Οι ισχυροί προεστοί (κοτζαμπάσηδες) ήταν πολύ αρνητικοί στην ιδέα της επανάστασης, όμως όταν εμφανίστηκαν από το Τρίκερι τρία πλοία του ελληνικού στόλου, ο λαός δεν μπορούσε πια να συγκρατηθεί. Στις 9 Μαΐου οι επαναστάτες από όλα τα χωριά μαζεύτηκαν έξω από το Βόλο και πολιόρκησαν τους Οθωμανούς που κλείστηκαν στο φρούριο της πόλης. Στην πολιορκία βοήθησαν και τα ελληνικά πλοία και πληρώματα. Στις 11 Μαΐου οι επαναστάτες μπήκαν στο Βελεστίνο (οι Οθωμανοί κλείστηκαν στους 4 ισχυρότερους πύργους) και εκεί μαζεύτηκαν την ίδια μέρα αντιπρόσωποι από τα επαναστατημένα χωριά, κηρύχθηκε επίσημα η επανάσταση και συστάθηκε η Βουλή της Θετταλομαγνησίας, με πρόεδρο τον Άνθιμο Γαζή και γραμματέα τον Φίλιππο Ιωάννου. Οι επαναστάτες στη Θεσσαλία ήταν στην συντριπτική τους πλειοψηφία άτακτοι χωρικοί, χωρίς κανενός είδους στρατιωτική εμπειρία, αλλά και χωρίς τα απαραίτητα όπλα και πολεμοφόδια και όταν λίγες μέρες αργότερα εμφανίστηκε πολυπληθής οθωμανική στρατιά από τη Λάρισα υπό τη διοίκηση του Μαχμούτ πασά Δράμαλη (από τη Δράμα), διαλύθηκαν αμέσως προς τα χωριά τους. Ο Δράμαλης έκαψε την Κάπουρνα και τα Κανάλια, ανέβηκε μέχρι τη Μακρυνίτσα και ζήτησε από όλα τα χωριά να πληρώσουν μεγάλα πρόστιμα. Οι περισσότεροι επαναστάτες φοβισμένοι υπέκυψαν και οι κοτζαμπάσηδες προσκύνησαν φέρνοντας στον Δράμαλη πλούσια δώρα. Αυτός προωθήθηκε προς το Λαύκο επιδιώκοντας να μπεί στις Μηλιές, που ήταν το στρατηγείο της επανάστασης, όμως στις 25 Μαΐου συνάντησε αντίσταση στα Λεχώνια και δεν προχώρησε. Στις Μηλιές η κατάσταση ήταν αντιφατική, με τους κοτζαμπάσηδες να θέλουν να προσκυνήσουν και τους επαναστάτες με τον Γαζή να θέλουν να αντισταθούν. Τελικά ο Γαζής αναγκάστηκε να φύγει στη Σκιάθο και οι Μηλιές προσκύνησαν στα μέσα Ιουνίου τον Δράμαλη που έφτασε μέχρι τη Μηλίνα και δεν προχώρησε άλλο. Όσοι επαναστάτες απέμειναν προωθήθηκαν προς το Τρίκερι και πολλά γυναικόπαιδα πέρασαν σε Σκιάθο και Σκόπελο. Όταν αποχώρησε ο Δράμαλης η επανάσταση έμεινε ζωντανή στο Λαύκο, την Αργαλαστή, το Προμμύρι και το Τρίκερι.

Την ίδια μέρα που γίνονταν η μάχη στη Γραβιά (8 Μαΐου) και μια μέρα μετά την έναρξη της επανάστασης στη Θεσσαλία, επαναστάτησε και το γειτονικό Ξεροχώρι (Ιστιαία) στην βόρεια Εύβοια. Από εκεί η επανάσταση διαδόθηκε στην Λίμνη και στην Κύμη της Εύβοιας, που ανήκε στο ισχυρό πασαλίκι του Εγρίπου (Ευρίπου) με πρωτεύουσα τη Χαλκίδα και είχε σημαντικές οθωμανικές στρατιωτικές δυνάμεις. Τέλη Μαΐου οι επαναστάτες προσπάθησαν δύο φορές να πολιορκήσουν την Χαλκίδα χωρίς όμως επιτυχία και στη συνέχεια κυνηγήθηκαν από το οθωμανικό ιππικό, που τους προκάλεσε μεγάλες απώλειες.

Μετά από την αποτυχία των επίμονων προσπαθειών συντονισμού ταυτόχρονης έκρηξης της επανάστασης στον Όλυμπο και την Χαλκιδική ο Εμμανουήλ Παπάς κήρυξε τελικά την επανάσταση στη Μακεδονία, στον Πολύγυρο στις 17 Μαΐου. Η οθωμανική απάντηση ήταν εδώ άμεση με συλλήψεις ομήρων και καταλήψεις πόλεων. Ιδιαίτερα δεινοπάθησε η Θεσσαλονίκη, όπου εξοντώθηκαν χιλιάδες Έλληνες και οι περιουσίες τους δημεύθηκαν ή καταστράφηκαν. Χρειάστηκε να περάσουν τουλάχιστον πενήντα χρόνια για να επανέλθει ο ελληνισμός της πόλης στα πριν του 1821 επίπεδα και να συνέλθει από αυτό το συντριπτικό χτύπημα. Οι οπλαρχηγοί του Ολύμπου και του Βερμίου ήταν διστακτικοί και περίμεναν ενισχύσεις σε μαχητές και πολεμοφόδια από την νότια Ελλάδα. Μόνο ο Διαμαντής Νικολάου προσφέρθηκε να εξεγερθεί άμεσα και πέρασε με το στρατιωτικό σώμα του στη Χαλκιδική τον Ιούνιο.

Στις 21 Μαΐου προεστοί από όλες τις επαρχίες και ντόπιοι οπλαρχηγοί συγκεντρώθηκαν στο Λουτρό των Σφακιών, ίδρυσαν Καγκελαρία και κήρυξαν την επανάσταση και στην Κρήτη. Στο νησί υπήρχε ισχυρό και εμπειροπόλεμο τουρκικό στοιχείο και η επανάσταση καταπνίγηκε γρήγορα με κατάληψη και της κοιτίδας της στα Σφακιά.

Στις 20 Μαΐου επαναστάτησε το Μεσολόγγι με τον αρματολό του Ζυγού Δημήτρη Μακρή και την επόμενη ο Μακρής ξεσήκωσε και το Ανατολικό (Αιτωλικό). Στις 25 Μαΐου ο Γιώργος Βαρνακιώτης κήρυξε με προκήρυξη την επανάσταση στο Ξηρόμερο και στις 4 Ιουνίου επαναστάτησε και το Καρπενήσι με τους Γιολντάσηδες. Η καθυστέρηση στην κήρυξη της επανάστασης στη Δυτική Ελλάδα, φαίνεται ότι οφείλεται στην ύπαρξη ισχυρών οθωμανικών δυνάμεων στην Ήπειρο, λόγω της στρατιωτικής αναμέτρησης της Πύλης με τον Αλή Πασά, αλλά και στην απροθυμία ισχυρών αρματολών (Γιώργος Βαρνακιώτης, Ανδρέας Ίσκος) της περιοχής να εμπλακούν, ίσως λόγω φόβων για την απώλεια των προνομίων τους.

Τον Μάιο πλοία του ελληνικού στόλου υπό τη διοίκηση του Γιακουμάκη Τομπάζη προσέγγισαν στη Χίο, σε μια προσπάθεια να πεισθούν οι Χιώτες να προσχωρήσουν στην επανάσταση. Δεν υπήρξε ανταπόκριση ούτε από τους επώνυμους αλλά ούτε από τους χωρικούς και ο στόλος απέπλευσε. Οι Οθωμανοί συνέλαβαν ομήρους μεταξύ των επιφανών Ελλήνων και ένα σώμα ατάκτων πέρασε από τα τουρκικά παράλια στο νησί για τη "διατήρηση της τάξης". Στην πρώτη του έξοδο από τα Δαρδανέλλια ο οθωμανικός στόλος βρήκε μπροστά του τα ελληνικά πολεμικά. Στις 27 Μαΐου ο Τομπάζης κυνήγησε την οθωμανική μοίρα και κατάφερε να αποκλειστεί το μεγαλύτερο πλοίο (πλοίο της γραμμής με 76 πυροβόλα) στον κόλπο της Ερεσσού, το οποίο ανατινάχτηκε τελικά από τον Παπανικολή με πυρπολικό φτιαγμένο στα Ψαρά, με σημαντικές απώλειες των Οθωμανών.

Το Μάιο με πρωτοβουλία της Μεσσηνιακής γερουσίας συγκλήθηκε πανπελοποννησιακή συνέλευση στην Μονή των Καλτεζών, υπό την προεδρία του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη. Συμμετείχαν ισχυροί προύχοντες ή αντιπρόσωποί τους, ιεράρχες και λίγοι στρατιωτικοί και Φιλικοί. Προσκλήσεις στάλθηκαν και στα τρία ναυτικά νησιά τα οποία όμως δεν συμμετείχαν. Με ανακοίνωσή της στις 26 Μαΐου, συστάθηκε η Πελοποννησιακή Γερουσία, στην οποία περιήλθαν όλες οι εξουσίες και η ευθύνη της διεύθυνσης των επαναστατικών πραγμάτων για όλη την Πελοπόννησο. Μέλη της Γερουσίας αυτής ήταν αντιπρόσωποι από όλα τα μεγάλα προυχοντικά τζάκια της Πελοποννήσου, ο Παλαιών Πατρών Γερμανός, ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης και γραμματέας ο Ρήγας Παλαμήδης. Επρόκειτο για μια εσπευσμένη αλλά συντονισμένη ενέργεια των ισχυρών να αντιπαρατεθούν στην εξουσία του Δημήτριου Υψηλάντη, που αναμενόταν να φτάσει στην Πελοπόννησο. Μέχρι την άφιξή του η Γερουσία αυτή έκανε εκλογές επαρχιακών και κοινοτικών αντιπροσώπων και προκήρυξε γενική επιστράτευση.

[Επεξεργασία] Η επανάσταση στη Μολδοβλαχία
Στα πριγκιπάτα η επανάσταση δεν είχε καλή εξέλιξη. Πρώτα ήρθε η διάσπαση των επαναστατών και η σύλληψη και εκτέλεση του Βλαντιμιρέσκου από τους Έλληνες, την νύχτα της 27 Μαΐου. Οι Οθωμανοί παρακινημένοι από τους ντόπιους μπαίνουν με ισχυρές στρατιωτικές δυνάμεις στο Βουκουρέστι και ο Υψηλάντης, σε απελπιστική θέση υποχωρεί αμαχητί προς τα Καρπάθια. Στις 7 Ιουνίου δίνεται από τους μαχητές του Ιερού Λόχου η πολυαίμακτη μάχη στο Δραγατσάνι, όπου έπεσαν νεκροί διακόσιοι νέοι σπουδαστές και σαράντα πιάστηκαν αιχμάλωτοι από τους Οθωμανούς. Ο Υψηλάντης υποχωρώντας φτάνει στα αυστριακά σύνορα, συλλαμβάνεται από τους αυστριακούς και φυλακίζεται στο φρούριο του Μούνκατς. Λίγο μετά την αποφυλάκισή του επτά χρόνια αργότερα, θα πεθάνει από καρδιά.

Στη Μολδαβία τα τμήματα του Ολύμπιου, του Φαρμάκη και του Καρπενησιώτη συνέχισαν τον άνισο αγώνα με τις οθωμανικές δυνάμεις. Ο Καρπενησιώτης συγκρούεται με τους Οθωμανούς στο Γαλάτσι και τον Προύθο με σοβαρές απώλειες. Ο Ολύμπιος, μετά από πολλές συγκρούσεις, καταφεύγει με έντεκα μαχητές στη Μονή Σέκου, αντιστέκεται ηρωικά και στις 23 Οκτωβρίου βάζουν φωτιά στη μπαρουταποθήκη του μοναστηριού και τινάζονται στον αέρα μαζί με τους εχθρούς. Ο Φαρμάκης προδόθηκε στους Οθωμανούς από Άγγλους και Αυστριακούς και θανατώθηκε με φρικτά βασανιστήρια. Στις αρχές του 1822 το κίνημα στα ρουμανικά πριγκηπάτα είχε κατασταλεί εντελώς. Η απασχόληση στα πριγκηπάτα σοβαρών στρατιωτικών οθωμανικών δυνάμεων βοήθησε να ανάψει και να διατηρηθεί η επαναστατική φλόγα στην Ελλάδα.


Τον Ιανουάριο του 1822 η πρώτη εθνική σύνοδος, στην Επίδαυρο ανακήρυξε την ανεξαρτητοποίηση της Ελλάδας απο την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Η ανακήρυξη αυτή επισφραγίστηκε μετά τις αξιοσημείωτες νίκες των μαχόμενων Ελλήνων, σε στεριά και θάλασσα.


Νικηφ. Λύτρας, Η πυρπόληση της τουρκικής ναυαρχίδας από τον Κανάρη (π. 1866-1870). Λάδι σε μουσαμά, 143 εκ. x 109 εκ. Πινακοθήκη Αβέρωφ, Μέτσοβο.Οι πολεμικές επιχειρήσεις έληξαν, όταν ο Σουλτάνος υποχρεωμένος από την Ρωσία, αποδέχθηκε την αυτονομία της Ελλάδας με την Συνθήκη της Αδριανούπολης το 1829.