Powered By Blogger

26.4.10

ΟΙ 12 ΜΑΘΗΤΕΣ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ


Η λέξη «μαθητής» αναφέρεται σε κάποιον που «μαθαίνει» ή «ακολουθεί». Η λέξη «απόστολος» αναφέρεται σε «κάποιον που στέλνεται». Όταν ο Ιησούς ήταν στη γη, οι δώδεκα ονομάζονταν μαθητές. Οι δώδεκα μαθητές ακολουθούσαν τον Ιησού Χριστό, μάθαιναν από Αυτόν, και εκπαιδεύονταν από Αυτόν. Μετά την ανάσταση του Ιησού και την ανάληψη, ο Ιησούς έστειλε τους μαθητές έξω (Κατά Ματθαίον 28:18-20, Πράξεις 1:8) να είναι μάρτυρές Του. Τότε αναφέρονταν ως δώδεκα απόστολοι. Ωστόσο, ακόμα κι όταν ο Ιησούς ήταν στη γη, οι όροι μαθητές και απόστολοι χρησιμοποιούνταν εναλλακτικά, καθώς ο Ιησούς τους εκπαίδευε και τους έστελνε έξω.

Οι πρώτοι δώδεκα μαθητές / απόστολοι είναι καταγεγραμμένοι στο Κατά Ματθαίον 10:2-4, «Τα ονόματα των δώδεκα αποστόλων του Ιησού είναι τα εξής: Πρώτος ο Σίμων, που λέγεται Πέτρος, κι ο αδερφός του ο Ανδρέας, ο Ιάκωβος, γιος του Ζεβεδαίου, κι ο αδερφός του ο Ιωάννης, ο Φίλιππος κι ο Βαρθολομαίος, ο Θωμάς κι ο Ματθαίος ο τελώνης, ο Ιάκωβος, γιος του Αλφαίου, και ο Λεββαίος, που επονομάστηκε Θαδδαίος, ο Σίμων ο Κανανίτης κι ο Ιούδας ο Ισκαριώτης, αυτός που τον πρόδωσε». Η Αγία Γραφή αναφέρει επίσης τα ονόματα των δώδεκα μαθητών / αποστόλων στο Κατά Μάρκον 3:16-19 και στο Κατά Λουκά 6:13-16. Στη σύγκριση των τριών περικοπών, υπάρχουν μερικές ελάχιστες διαφορές στα ονόματα. Φαίνεται πως ο Θαδδαίος ήταν επίσης γνωστός
ως «Ιούδας, γιος του Ιακώβου» (Κατά Λουκά 6:16) και ο Λεββαίος (Κατά Ματθαίον 10:3). Ο Σίμων ο Ζηλωτής ήταν επίσης γνωστός ως Σίμων ο Κανανίτης (Κατά Μάρκον 3:18). Ο Ιούδας ο Ισκαριώτης, που πρόδωσε τον Ιησού, αντικαταστάθηκε από τον Ματθία (βλέπε Πράξεις 1:20-26). Μερικοί δάσκαλοι της Βίβλου βλέπουν τον Ματθία ως «άκυρο» μέλος των δώδεκα αποστόλων, και πιστεύουν ότι ο Απόστολος Παύλος ήταν η επιλογή του Θεού για να αντικαταστήσει τον Ιούδα τον Ισκαριώτη σαν δωδέκατος απόστολος.

Οι δώδεκα μαθητές / απόστολοι ήταν συνηθισμένοι άντρες που τους χρησιμοποίησε ο Θεός με έναν ασυνήθιστο τρόπο. Ανάμεσα στους δώδεκα ήταν ψαράδες, ένας τελώνης, και ένας επαναστάτης. Η Αγία Γραφή καταγράφει τις συνεχείς αποτυχίες, δυσκολίες, και αμφιβολίες αυτών των δώδεκα αντρών που ακολούθησαν τον Ιησού Χριστό. Αφού είδαν την ανάσταση του Ιησού και την ανάληψή Του στον Ουρανό, το Άγιο Πνεύμα μεταμόρφωσε τους μαθητές / αποστόλους σε δυνατούς άντρες του Θεού που «αναστάτωσαν την οικουμένη» (Πράξεις 17:6). Τι διαφορετικό είχαν; Οι δώδεκα απόστολοι / μαθητές «ήταν με τον Ιησού» (Πράξεις 4:13). Μακάρι το ίδιο να ειπωθεί και για μας!


Ιούδας, ο Ισκαριώτης



- Ο μαθητής ο οποίος έμεινε στην ιστορία ως προδότης . Από την Κιριώθ, πόλη του Ιούδα. Ο μόνος απόστολος από τους δώδεκα αποστόλους που δεν ήταν από τη Γαλιλαία. Ήταν γιος του Σίμωνα του Ισκαριώτη. Κλήθηκε να γίνει μαθητής μαζί με τους άλλους μαθητές .
- Ήταν ο ταμίας των δώδεκα και κρατούσε το ταμείο, από το οποίο έκλεβε χρήματα . Ήταν φιλάργυρος και περίμενε πλούσια ανταμοιβή όταν ο Κύριός, θα καθόταν στο θρόνο του Δαβίδ . Η αγανάκτησή του στο περιστατικό όπου η Μαρία αδερφή του Λάζαρου άλειψε τα πόδια του Ιησού με μύρο, ήταν καθαρά υποκριτική, και τούτο γιατί δεν τον ενδιέφερε να πήγαιναν τα χρήματα τους φτωχούς, αφού έκλεβε από το ταμείο.
- Κατέφυγε στους αρχιερείς και συμφώνησε να παραδώσει τον Ιησού για 30 αργύρια . Την προδοσία του τη γνώριζε από πριν ο Ιησούς καθώς γνώριζε τα βάθη της καρδιάς του. Μάλιστα στο τελευταίο Δείπνο, ο Ιησούς χαρακτήρισε αυτόν που θα τον πρόδιδε, "διάβολο" . Ο Ιούδας παρέδωσε τον Ιησού με φίλημα . Αργότερα μετάνιωσε για την πράξη του λέγοντας πως "αμάρτησα, παραδίδοντας αίμα αθώου" και επέστρεψε τα 30 αργύρια. Μετά την προδοσία του και λόγω των τύψεων που ένοιωθε, κρεμάστηκε σε δέντρο , από το οποίο έπεσε και σχίστηκε .


Αναφέρεται στον κατάλογο των δώδεκα από τον ευαγγελιστή Μάρκο . Πιστεύεται ότι είναι το ίδιο πρόσωπο με τον Ιούδα, αδερφό του Ιακώβου . Στο κατάλογο του Ματθαίου αναφέρεται ως Λεββαίος, του οποίου το επώνυμο ήταν Θαδδαίος . Συμπεραίνουμε λοιπόν πως Θαδδαίος, Λεββαίος και Ιούδας του Ιακώβου, ήταν το ίδιο πρόσωπο. Το κύριο όνομα του ήταν Ιούδας Λεββαίος, ενώ το Θαδδαίος το επώνυμο.
Ιάκωβος, γιος του Αλφαίου


Γιος του Αλφαίου ή Κλεόπα , και της Μαρίας, αδερφής της μητέρας του Κυρίου . Η Αγία Γραφή δεν αναφέρει περισσότερα γι αυτόν. Ονομάστηκε "μικρός" προφανώς για να διακρίνεται από τον Ιάκωβο του Ζεβεδαίου, ή εξ’ αιτίας του αναστήματός του. Η παράδοση λέει ότι κήρυξε στη Παλαιστίνη και την Αίγυπτο.


• Ματθαίος

- Λεγόταν και Λευί και ήταν γιος του Αλφαίου του Γαλιλαίου . Αναφέρεται και στους τέσσερις καταλόγους των Δώδεκα. Ήταν συνηθισμένο μεταξύ των Ιουδαίων να τους αποδίδουν δύο ονόματα, π.χ. ο Σίμωνας μετονομάστηκε Πέτρος, ο Σαούλ, Παύλος. Είναι πιθανόν ο Λευί να μετονομάστηκε Ματθαίος όταν έγινε μαθητής του Ιησού.
- Δε γνωρίζουμε πολλά για το πρόσωπό του, καθώς η μόνη αναφορά του ονόματός του στην Αγια Γραφή τη βρίσκουμε στη κλήση του να ακολουθήσει τον Ιησού. Έμενε στην Καπερναούμ και ήταν τελώνης στο επάγγελμα, κάτι που τον έκανε μισητό στο κόσμο, επειδή έπρεπε να εισπράττει ακόμα και με "σκληρό" τόπο, τους ρωμαϊκούς φόρους. Ο Ιησούς κάλεσε τον Ματθαίο, να Τον ακολουθήσει, την ώρα που αυτός καθόταν στο τελωνείο, κάτι που έκανε αμέσως και χωρίς δισταγμό . Αυτό δείχνει πως ο Ματθαίος γνώριζε από πριν τον Ιησού και τη διδασκαλία Του.
- Αργότερα αναφέρεται πως έκανε τραπέζι στο σπίτι του, προς τιμή του Ιησού, καλώντας αρκετούς μεταξύ αυτών και τελώνες. Ίσως να ήταν μια πράξη αποχαιρετισμού φίλων και συναδέρφων του, αλλά και ευκαιρία να γνωρίσουν τη διδασκαλία του Ιησού. Τον βρίσκουμε στο ανώγειο, μετά την Ανάληψη του Κυρίου, μαζί με τους άλλους μαθητές, να προσεύχονται . Περισσότερα δεν αναφέρονται για το Ματθαίο. Έγραψε το ομώνυμο ευαγγέλιο. Η παράδοση αναφέρει ότι έφυγε από την Ιερουσαλήμ και κήρυξε πρώτα στην Παλαιστίνη για δώδεκα χρόνια και αργότερα σε άλλες χώρες.


• Σίμων

Ο Ζηλωτής (ελληνικά) ή Κανανίτης (αραμαϊκά). Αναφέρεται ως Κανανίτης προφανώς για να διακρίνεται από το Σίμωνα Πέτρο. Καταγόταν πιθανόν από τη Βηθσαϊδά. Οι Ζηλωτές ήταν πολιτική και θρησκευτική ομάδα στην Ιουδαία, στα πρώτα χρόνια της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Προέρχονταν από τους Φαρισαίους και ήταν άκρα εθνικιστές σε αντίθεση με τους τελώνες. Ο Ιησούς διάλεξε έναν ζηλωτή και έναν τελώνη για να γίνουν αδέρφια "εν Χριστώ" και συνεργάτες στο έργο Του . Περισσότερα για το πρόσωπο και τη δράση του Σίμωνα δεν αναφέρονται στην Αγία Γραφή.

• Θωμάς

- Λεγόταν και "Δίδυμος". Τις περισσότερες πληροφορίες για το πρόσωπό του μας τις δίνει ο ευαγγελιστής Ιωάννης στο ευαγγέλίο του. Το κάλεσμα όμως του Θωμά από τον Ιησού, να γίνει μαθητής Του, το αναφέρουν τα άλλα τρία ευαγγέλια . Διάφοροι αρχαίοι συγγραφείς προσπάθησαν να εξακριβώσουν, ποιανού αδερφού ή αδερφής ήταν δίδυμος, οι απόψεις όμως ποικίλουν. Κάποιοι ισχυρίζονται πως είναι αδερφός του Ιούδα, που αναφέρεται ως αδερφός του Κυρίου , κάτι που δε μπορεί να επιβεβαιωθεί.
- Η Αγία Γραφή αναφέρει χαρακτηριστικά γεγονότα από τη ζωή του Θωμά. Όταν οι υπόλοιποι μαθητές προσπάθησαν να αποτρέψουν τον Ιησού, να πάει Βηθανία, αποφεύγοντας τον κίνδυνο να κακοποιηθεί από του Ιουδαίους, μόνο ο Θωμάς, αψηφώντας τον κίνδυνο, είπε προς τους άλλους μαθητές: "ας πάμε και εμείς για να πεθάνουμε μαζί Του". Η αγάπη του για τον Ιησού και ο ενθουσιασμός ήταν κάτι που τον χαρακτήριζε.
- Η απουσία του, το βράδυ της Ανάστασης, όταν ο Ιησούς εμφανίστηκε στους μαθητές του δημιούργησε συναισθήματα αμφιβολίας, με αποτέλεσμα να αμφιβάλει για την εμφάνιση του Κυρίου στους μαθητές . Οκτώ μέρες αργότερα, όταν ο Κύριος ξαναπαρουσιάστηκε στους δώδεκα μαθητές και ζήτησε από τον Θωμά να αγγίξει τις πληγές Του, για να βεβαιωθεί ότι ήταν ο Αναστημένος Ιησούς, τότε φώναξε: "ο Κύριος μου, και Θεός μου" .
- Παρόλο που η διακήρυξη αυτή, έβγαινε από τα βάθη της καρδιάς του Θωμά, το στιγμιαίο αυτό γεγονός, έμελλε να μείνει σαν αρνητικό σημείο στη ζωή του, και να αναφέρεται μέχρι και σήμερα ως "άπιστος Θωμάς".
- Η παράδοση τον θέλει να κήρυξε στη Συρία, την Παρθία, την Περσία και τις Ινδίες και πως θανατώθηκε με λόγχη. Μία τοποθεσία κοντά στο Μαδράς, ονομάζεται «όρος του άγιου Θωμά»


• Βαρθολομαίος ή Ναθαναήλ

- Το όνομά του αναφέρεται μόνο στο κατάλογο των δώδεκα αποστόλων . Ταυτίζεται με τον απόστολο Ναθαναήλ, και πιθανόν καταγόταν από τη Κανά της Γαλιλαίας, 5 χλμ. μακριά από τη Ναζαρέτ. Ίσως σ’ αυτόν να οφείλετε ότι παραβρέθηκε ο Ιησούς στο γάμο της Κανά. Το ότι Βαρθολομαίος και Ναθαναήλ ήταν το ίδιο πρόσωπο φαίνεται και από την αφήγηση του Ιωάννη, ο οποίος χρησιμοποιεί το όνομα Ναθαναήλ και ποτέ το Βαρθολομαίος.
- Αναφέρεται συνήθως μαζί με το Φίλιππο, ο οποίος τον έφερε στον Ιησού . Ο Χριστός επαίνεσε την ακεραιότητα του λέγοντας πως ήταν "Ισραηλίτης στο οποίο δεν υπήρχε δόλος". Από τον διάλογο που είχε με τον Ιησού φαίνεται πως ήταν γνώστης των Γραφών, εξ ου και η αναγνώριση του Ιησού ως Γιου του Θεού και βασιλιά του Ισραήλ. Τον συναντάμε άλλη μια φορά στη θάλασσα της Γαλιλαίας με άλλους μαθητές, στους οποίους φανερώθηκε ο Χριστός μετά την ανάστασή Του.
- Περισσότερα στοιχεία για τον Βαρθολομαίο δε δίνονται από την Αγία Γραφή. Κατά τον ιστορικό Ευσέβιο κήρυξε στις Ινδίες, ενώ σύμφωνα με την παράδοση κήρυξε στην Παρθία, την Αραβία και την Αιθιοπία. Κατά μια άλλη παράδοση ο Βαρθολομαίος θανατώθηκε στην Αρμενία, αφού σταυρώθηκε με το κεφάλι προς τα κάτω.


• Φίλιππος

- Καταγόταν από τη Βηθσαϊδά της Γαλιλαίας, συμπολίτης και φίλων του Πέτρου και του Ανδρέα . Στον κατάλογο των αποστόλων αναφέρεται πέμπτος μεταξύ των δώδεκα αποστόλων. Αποκαλείται "ο απόστολος" για να ξεχωρίσει από τον Φίλιππο τον ευαγγελιστή ή το Φίλιππο το διάκονο .
- Ήταν μεταξύ των πρώτων μαθητών που ακολούθησαν τον Κύριο από την αρχή της διακονίας Του. Πιθανόν να ήταν μεταξύ των κατοίκων οι οποίοι παρακολουθούσαν το κήρυγμα του Ιωάννη του Βαπτιστή, γιατί όπως αναφέρεται, ο Ιησούς τον κάλεσε κοντά , από το μέρος εκείνο που βάπτιζε ο Ιωάννης . . Πρέπει να ήταν από τους αποστόλους που είχαν διακονία μεταξύ των εθνικών, καθώς όπως φαίνεται στο Ιωάννης χρησιμοποιήθηκε σαν μέσο επαφής με τον Κύριο.
- Ιδιαίτερα στοιχεία δεν αναφέρονται στην Βίβλο για το Φίλιππο. Από τα τέσσερα ευαγγέλια, μόνο αυτό του Ιωάννη, περιγράφει λίγα γεγονότα από τη ζωή του . Στα υπόλοιπα βιβλία της Καινής Διαθήκης αναφέρεται μόνο, ότι ήταν μεταξύ των αποστόλων μετά την ανάληψη του Κυρίου στο ανώγειο, προσευχόμενοι μετά δεήσεως. Οδήγησε τον Ναθαναήλ στο Χριστό . Κατά την παράδοση κήρυξε στη Φρυγία και πέθανε στην Ιεράπολη της Συρίας. Ο ιστορικός Ευσέβιος αναφέρει ότι ήταν "ένα μεγάλο φως της Ασίας" και ότι θάφτηκε στην Ιεράπολη.

• Ανδρέας



-Ήταν γιος του Ιωνά, από τη Βηθσαϊδά και αδερφός του Σίμωνα Πέτρου . Ήταν ψαράς στην Καπερναούμ μαζί με τον αδερφό του και μαθητής του Ιωάννη του Βαπτιστή, ο οποίος τον οδήγησε στον Ιησού . Αυτός οδήγησε τον αδερφό του Πέτρο στο Χριστό .
-Ήταν ο πρώτος που διάλεξε ο Ιησούς να τον ακολουθήσουν, κάτι που έκανε αμέσως, εγκαταλείποντας το επάγγελμα του ψαρά . Εξ αιτίας αυτής της πρωτιάς ονομάσθηκε και Ανδρέας ο «Πρωτόκλητος». Αυτός υπέδειξε στον Ιησού το μικρό παιδί με τα πέντε ψωμιά και τα δύο ψάρια, τα οποία ευλόγησε ο Ιησούς, πολλαπλασιάζοντας τα . Σ’ αυτόν και τον Φίλιππο απευθύνθηκαν Έλληνες προσκυνητές για να μεσολαβήσουν να δουν τον Ιησού .
- Στους καταλόγους των αποστόλων, αναφέρεται πάντοτε μαζί με τον Φίλιππο, ο οποίος επίσης καταγόταν από τη Βηθσαϊδά. Η Αγία Γραφή δεν αναφέρει περισσότερα για τη ζωή και τη δράση του. Σύμφωνα με τον Ευσέβιο κήρυξε Σκυθία της Μικράς Ασίας, ενώ κατά τον Γρηγόριο τον Ναζιανζηνό στην Ήπειρο, κατά τον Ιερώνυμο στην Αχαΐα, και κατά τον Θεοδώρητο σε διάφορα μέρη της Ελλάδας.
- Σύμφωνα με την παράδοση πέθανε με μαρτυρικό θάνατο, αφού τον κρέμασαν σε σταυρό σχήματος Χ. Η κατά μία παράδοση φερόμενη ως Κάρα του Αποστόλου Ανδρέα, φυλάσσεται στον ομώνυμο Μητροπολιτικό Ναό της Πάτρας, καθώς επίσης και λείψανα του σταυρού του μαρτυρίου του.



• Ιωάννης

-Ήταν γιος του Ζεβεδαίου , αδερφός του Ιακώβου. Μητέρα του φαίνεται να είναι η Σαλώμη ή οποία όπως προκύπτει από τον συνδυασμό των εδαφίων αυτών με το Ιωάννης , φαίνεται να ήταν αδερφή της μητέρας του Ιησού. Συνεπώς πρέπει να ήταν πρώτος ξάδερφος του Ιησού.
-Ήταν ψαράς στο επάγγελμα και επιχειρηματίας καθώς αναφέρεται ότι είχε πλοία και μισθωτούς, μαζί με τον αδερφό του Ιάκωβο και τον πατέρα του. Εκτός από την επιχείρησή του στην Καπερναούμ, είχε και σπίτι στην Ιερουσαλήμ . Το γεγονός ότι η μητέρα του ήταν από τις γυναίκες που υπηρετούσαν τον Κύριο "με τα υπάρχοντά τους" και αγόρασε αρώματα για να αλείψει το σώμα του Ιησού , δείχνει την οικονομική άνεση που είχαν σαν οικογένεια. Επιπλέον πρέπει να κατείχε υψηλή κοινωνική θέση, καθώς ήταν γνωστός του αρχιερέα Καϊάφα, και έτσι μπόρεσε να πάρει άδεια και να μπει μαζί με τον Πέτρο στο συνέδριο όπου δικαζόταν ο Ιησούς .
- Ηταν μαθητής του Ιωάννη του Βαπτιστή και ένας από τους πρώτους μαθητές του Ιησού . Του έδωσε μάλιστα και το χαρακτηρισμό "υιός βροντής" . Ήταν ένας από τους τρεις που αποτελούσαν το στενότερο κύκλο των μαθητών του Ιησού, μαζί με τον Ιάκωβο και τον Πέτρο . Ο ίδιος στο ευαγγέλιο του αναφέρει πέντε φορές πως ήταν ο "μαθητής τον οποίο αγαπούσε ο Ιησούς". Μαζί με τον Πέτρο αναγνωρίσθηκαν σαν επικεφαλής των δώδεκα, και βρίσκονταν σχεδόν πάντα μαζί .
- Μετά την ανάληψη του Κυρίου, έμεινε στην Ιερουσαλήμ και στήριξε την εκκλησία . Το 95 μ.Χ. εξορίστηκε από το Δομητιανό στην Πάτμο, όπου έγραψε το βιβλίο της Αποκάλυψης. Επίσης έγγραψε και άλλα τέσσερα βιβλία της Κ.Δ. το ευαγγέλιο, και τρεις επιστολές. Πέθανε περίπου το 100 μ.Χ. Σύμφωνα με την παράδοση τα τελευταία χρόνια της ζωής του τα έζησε στην Έφεσο.



• Ιάκωβος

- Ο μεγαλύτερος αδερφός του ευαγγελιστή Ιωάννη . Ο Ιησούς τους ονόμασε και τους δύο "Βοανεργές" δηλαδή "υιούς βροντής". Ήταν ο πρώτος από τους δώδεκα που μαρτύρησε. Τον αποκεφάλισε ο Ηρώδης Αγρίππας Α', το 44 μ.Χ.. Ήταν γιος του Ζεβεδαίου και της Σαλώμης .
- Ο Ιάκωβος με τον αδερφό του Ιωάννη ήταν ψαράδες και είχαν μεγάλη επιχείρηση αλιείας μαζί με τον πατέρα τους Ζεβεδαίο . Όταν όμως ο Κύριος τον κάλεσε να Τον ακολουθήσει, ανταποκρίθηκε αμέσως . Ήταν ένας από τους πιο αγαπημένους μαθητές του Κυρίου και μαζί με τον Πέτρο και τον Ιωάννη, είχε κάποια προέχουσα θέση μεταξύ των αποστόλων .
- Έγινε αυτόπτης μάρτυρας σημαντικών γεγονότων, δίπλα στον Ιησού, όπως της Μεταμορφώσεως , της ανάστασης της κόρης του Ιάειρου. Βρέθηκε στον κήπο της Γεθσημανή, την ώρα που ο Κύριος αγωνιούσε , και στο όρος των Ελαιών , μαζί με τον Ανδρέα, τον Ιωάννη και τον Πέτρο.



• Πέτρος ή Σίμων

Από τους εξέχοντες ηγέτες της πρώτης χριστιανικής εκκλησίας. Συμεών (Σίμων) ήταν το αρχικό του όνομα , ο Ιησούς όμως όταν τον κάλεσε τον ονόμασε Πέτρο, ελληνικό όνομα που σημαίνει "βράχος". Άλλο όνομα που του δόθηκε ήταν Κηφάς (στην αραμαϊκή γλώσσα, σημαίνει "βράχος"), θέλοντας ο Ιησούς να τονίσει τη σταθερότητα του χαρακτήρα του .

Ήταν έγγαμος . Η γυναίκα του τον ακολούθησε στις περιοδείες του και του συμπαραστεκόταν στο έργο του . Καταγόταν από τη Βηθσαϊδά , και ήταν γιος κάποιου Ιωνά , αδερφός του απόστολου Ανδρέα, και είχε σπίτι στη Καπερναούμ. Ήταν ψαράς στο επάγγελμα και δούλευε μαζί με τους Ιάκωβο και Ιωάννη. Τον έφερε στο Χριστό ο αδερφός του Ανδρέας.

Ήταν δυναμικός χαρακτήρας και παρορμητικός, με θάρρος και τόλμη, κάτι που το μαρτυρεί και το όνομα "βράχος" που του έδωσε ο Ιησούς. Θεμελίωσε την εκκλησία της Ιουδαίας και την οδήγησε σε μεγάλη αύξηση. Μιλούσε την ελληνική γλώσσα μιας και καταγόταν από τη "Γαλιλαία των εθνών" και την αραμαϊκή, η οποία ήταν η μητρική του με βαριά όμως προφορά . Ήταν πιστός τηρητής των θρησκευτικών εθίμων , αν και δεν ήταν καλός γνώστης του Νόμου . Αναφέρεται 23 φορές στο ευαγγέλιο του Μάρκου, 24 του Ματθαίου, 27 του Λουκά, 39 του Ιωάννου και γενικά σε όλη την Καινή Διαθήκη 182 φορές. Ήταν ο πρώτος που κάλεσε ο Κύριος, το δε όνομα του αναφέρεται πρώτο σε όλους τους καταλόγους των μαθητών. Σε αρκετά σημεία της Αγίας Γραφής αναφέρεται ως εκπρόσωπος των δώδεκα μαθητών.

Το Ιωάννης , αναφέρει τον βίαιο μαρτυρικό θάνατό του. Η παράδοση και πολλές μαρτυρίες αναφέρουν ότι βρισκόταν στη Ρώμη κατά το διωγμό των χριστιανών από το Νέρωνα, όπου και μαρτύρησε, πιθανώς το 67 ή 68 μ.Χ. Ο Ωριγένης λέει ότι ο Πέτρος θεωρώντας ανάξιο τον εαυτό του να σταυρωθεί κατά τον ίδιο τρόπο που σταυρώθηκε ο Διδάσκαλός του, ζήτησε να σταυρωθεί ανάποδα. Την σταύρωση του επί ημερών Νέρωνα την αναφέρει και ο Τερτυλλιανός. Η παράδοση της Ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας λέει ότι ο Πέτρος ίδρυσε την εκκλησία της Ρώμης, στην οποία διετέλεσε επίσκοπος για 25 έτη (42-67 μ.Χ.). Αυτό όμως βιβλικά αλλά και ιστορικά δεν αποδεικνύεται.

20.4.10

AΓΙΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ


(Απο τον Ι.Ν Αγιου Γεωργιου Καλαματας)

Image and video hosting by TinyPic
Ο Άγιος Γεώργιος (γνωστός στην Ορθόδοξη Εκκλησία ως Τροπαιοφόρος) είναι από τους πιο γνωστούς αγίους της σε ολόκληρο τον Χριστιανικό (και μη) κόσμο. Γιορτάζει στις 23 Απριλίου ή για τις Εκκλησίες που πηγαίνουν σύμφωνα με του Ιουλιανό ημερολόγιο, εάν η ημέρα συμπέσει πριν το Πάσχα, μετατίθεται την Δευτέρα της Διακαινησίμου. Ο Άγιος Γεώργιος θεωρείται Άγιος της Καθολικής Εκκλησίας, της Αγγλικανικής Εκκλησίας, της Ορθόδοξης Εκκλησίας και επίσης για κάποιες διαμαρτυρόμενες ομολογίες που αποδέχονται την απόδοση τιμών σε Αγίους.

1 Πρώτα Χρόνια
2 Ανέλιξη
3 Μαρτύριο
4 Ο Άγιος στην Παράδοση

[Επεξεργασία] Πρώτα Χρόνια
Γεννήθηκε μεταξύ των ετών 280-285 μ.Χ., πιθανά στην περιοχή της Αρμενίας, από τον Έλληνα Συγκλητικό, στρατηλάτη στο αξίωμα, κατά τους χρόνους του αυτοκράτορα Διοκλητιανού, Γερόντιο. Εκεί, σε ένα μοναστήρι της περιοχής, ο Άγιος δέχθηκε το Μυστήριο του Βαπτίσματος και έγινε μέλος της Εκκλησίας. Ο πατέρας του Αγίου, Γερόντιος, καταγόταν από πλούσια και επίσημη γενιά της Καππαδοκίας. Σε παλαιό χειρόγραφο αναφέρεται, ότι γεννήθηκε στην Σεβαστούπολη της Μικρής Αρμενίας, αρχικά ήταν ειδωλολάτρης και αργότερα έγινε χριστιανός. Η σύζυγός του ονομαζόταν Πολυχρονία, ήταν χριστιανή και καταγόταν από τον γνωστό Λύδδα (Διάσπολη) της Παλαιστίνης. Όπως αναφέρουν οι πηγές, η οικογένεια του Αγίου, όταν εκείνος ήταν σε μικρή ηλικία, μετοίκησε στην Λύδδα, λόγω του θανάτου του πατρός του.


Σε νεαρή ηλικία ο Γεώργιος κατατάχθηκε στον ρωμαϊκό στρατό. Διακρίθηκε για την τόλμη και τον ηρωισμό του και έλαβε το αξίωμα του Τριβούνου. Λίγο αργότερα ο Διοκλητιανός τον έκανε Δούκα (διοικητή) με τον τίτλο του Κόμητος (συνταγματάρχη) στο τάγμα τον Ανικιώρων της αυτοκρατορικής φρουράς· «πολλάκις πρότερον μεγαλοπρεπώς διαπρέψας του των σχολών μετά ταύτα πρώτου τάγματος κόμης κατ' εκλογήν προεβλήθη».
Image and video hosting by TinyPic
Μαρτύριο
Το 303 μ.Χ. όταν άρχισαν οι λυσσαλέοι διωγμοί του Διοκλητιανού, ο Άγιος Γεώργιος δε δίστασε να ομολογήσει τη χριστιανική του πίστη, προκαλώντας το αδυσώπητο μένος του Διοκλητιανού, ο οποίος τον υπέβαλε σε σειρά φρικτών βασανιστηρίων. Η πίστη του Αγίου γίνεται αφορμή να βαπτιστούν οι στρατιωτικοί Ανατόλιος και Πρωτολέων, Βίκτωρ και Ακίνδυνος, Ζωτικός και Ζήνωνας, Χριστοφόρος και Σεβιριανός, Θεωνάς, Καισάριος και Αντώνιος, των οποίων την μνήμη εορτάζει η Εκκλησία στις 20 Απριλίου, και η βασίλισσα Αλεξάνδρα, σύζυγος του Διοκλητιανού, μαζί με τους δούλους της Απολλώ, Ισαάκιο και Κοδράτο, των οποίων η μνήμη τιμάται στις 21 Απριλίου.


Ο Διοκλητιανός δεν το περίμενε και έφριξε με την στάση του Γεωργίου. Τότε άρχισε για τον Άγιο μια σειρά φρικτών βασανιστηρίων, αλλά και θαυμάτων, που έφεραν πολλούς ειδωλολάτρες στη χριστιανική πίστη. Αφού τον λόγχισαν, ξέσκισαν τις σάρκες του με ειδικό τροχό από μαχαίρια. Έπειτα, τον έριξαν σε λάκκο με βραστό ασβέστη και κατόπιν τον ανάγκασαν να βαδίσει με πυρωμένα μεταλλικά παπούτσια. Από όλα αυτά ο Θεός τον κράτησε ζωντανό και έγινε αιτία να εξευτελιστούν τα είδωλα και οι εκφραστές τους.

Ο Άγιος μαρτύρησε προσευχόμενος, «απετμήθη την κεφαλήν», την Παρασκευή 23 Απριλίου του έτους 303 μ.Χ. Κατά δε τον υπολογισμό του ιστορικού Ευσεβίου, και σύμφωνα με το μακεδονικό ημερολόγιο, αντιστοιχούσε στην Παρασκευή της Διακαινησίμου, του Πάσχα. Κρυφά σήκωσαν οι Χριστιανοί το πάντιμο λείψανο του και το έθαψαν, μαζί με αυτό της αγίας μητρός του, η οποία μαρτύρησε την ίδια ή την επόμενη ημέρα. Ο πιστός υπηρέτης του Αγίου, Πασικράτης, εκτελώντας την επιθυμία του Αγίου, παρέλαβε το άγιο λείψανο του Μάρτυρα, μαζί με αυτό της μητέρας του, και τα μετέφερε στην Λύδδα της Παλαιστίνης. Από εκεί, όπως βεβαιώνουν οι πηγές, οι Σταυροφόροι πήραν τα ιερά λείψανα της Αγίας Πολυχρονίας και τα μετέφεραν στην Δύση.

Μετά τον μαρτυρικό θάνατο του Αγίου μαρτύρησαν και οι συνδέσμιοί του Ευσέβιος, Νέων, Λεόντιος, Λογγίνος και άλλοι τέσσερις μαζί. Την μνήμη τους τιμά η Εκκλησία στις 23 Απριλίου. Βλέπουμε, ότι με κέντρο την ημέρα του μαρτυρίου του Αγίου, δημιουργείται μέσα στον λειτουργικό χρόνο της Εκκλησίας, ένας εορτολογικός κύκλος, ο οποίος καλλιεργείται περισσότερο από τα Τυπικά της Κωνσταντινούπολης, που ξεκινά στις 20 Απριλίου και τελειώνει στις 24 του αυτού μηνός. Ο εορτολογικός αυτός κύκλος δείχνει την περίοπτη θέση του Μάρτυρος στην ζωή της Εκκλησίας. Από την υμνογραφία της Ορθόδοξης Εκκλησίας κοσμείται με τα επίθετα «ο μαργαρίτης ο πολύτιμος», «ο αριστεύς ο θείος», «ο λέων ο ένδοξος», «ο αστήρ ο πολύφωτος», «του Χριστού οπλίτης», «της ουρανίου στρατιάς ο συνόμιλος».

Ο Άγιος στην Παράδοση
Ο Άγιος Γεώργιος θεωρείται προστάτης του Πεζικού και του Στρατού Ξηράς, ενώ είναι και ο προστάτης Άγιος της Αγγλίας. Επίσης, θεωρούταν Άγιος προστάτης των Σταυροφόρων και των Προσκόπων. Ως πολεμικός άγιος και ελευθερωτής συγκεντρώνει πολλές θαυμάσιες διηγήσεις και παραδόσεις, από τις οποίες η σπουδαιότερη είναι αυτή που μιλάει για το φόνο του δράκοντα και της σωτηρίας της βασιλοπούλας. Το θηρίο αυτό φυλούσε το νερό μιας πηγής κοντά στη Σιλήνα στη Λιβύη και το άφηνε να τρέχει μόνον όταν έβρισκε κάποιον άνθρωπο να φάει. Οι κάτοικοι της περιοχής όριζαν με κλήρο το θύμα του δράκοντα. Ολόκληροι στρατοί είχαν αντιταχθεί με αυτό το τέρας, χωρίς όμως αποτέλεσμα. Ο κλήρος έφερε και την σειρά της βασιλοπούλας, την οποία έσωσε ο Άγιος Γεώργιος φονεύοντας τον δράκο.


Πρώτος τη βιογραφία του έγραψε ο Πάπας Γελάς στο Acta Sancti Georgii (496), ενώ ακολούθησε ο Άγιος Ανδρέας από την Κρήτη. Η συριακή Εκκλησία από τον 4ο αιώνα τον κρατούσε σε μεγάλη εκτίμηση. Λόγω της ιπποτικής του συμπεριφοράς, ο Άγιος Γεώργιος έγινε δημοφιλής στην Ευρώπη κατά το 10ο αιώνα, με αποτέλεσμα κατά το 15ο αιώνα η γιορτή του να είναι ίση σε σημασία και δημοφιλία με αυτή των Χριστουγέννων. Στο Συμβούλιο της Οξφόρδης το 1222, η ημέρα του Αγίου Γεωργίου κηρύχθηκε επίσημη αργία και το 14ο αιώνα έγινε προστάτης Άγιος της χώρας. Είναι επίσης ο προστάτης Άγιος της Μόσχας, της Αραγονίας, της Γεωργίας και της Καταλονίας, ενώ μέχρι το 18ο αιώνα ήταν και της Πορτογαλίας. Ο Άγιος Γεώργιος, όντας προστάτης Άγιος της Αγγλίας και έφιππος, εθεωρείτο από τον σχετικό θρύλο και ως προστάτης Άγιος των ιπποτών της Στρογγυλής Τράπεζας.

14.4.10

Το ράσο και η ιστορία του





Το ράσο είναι ένα ένδυμα που διαμορφώθηκε σαν κοσμικό ένδυμα στο Βυζάντιο από τον 6ο μ.Χ. αιώνα. Προέρχεται από το Βυζαντινό Κολόβιο ή Καββάδιο. Η λέξη προέρχεται από το λατινικό rasum, που σημαίνει ένδυμα μή χνουδωτό, το λείο, και τέτοια ενδύματα ήσαν τα μεταξωτά. Πρόκειται ομολογουμένως περί επιβλητικού και θεαματικού ενδύματος, που παραδόξως προτιμήθηκε από τους μοναχούς, παρά το ιδεώδες της ταπεινώσεως τους.




Το ένδυμα αυτό δεν έχει καμιά σχέση με την πρώτη Χριστιανική Εκκλησία. Ο Χριστός, οι Απόστολοι και γενικά οι κληρικοί μέχρι τον 4ον αιώνα φορούσαν τα ίδια ενδύματα με τους λαϊκούς, χωρίς καμιά διάκριση.



Από τον 4ο αιώνα, με την επίδραση του μοναχισμού στη ζωή της Εκκλησίας, αρχίζει η διάκριση της ενδυμασίας των κληρικών, που συνίστατο στο μαύρο χρώμα, δηλαδή οι κληρικοί φορούσαν τα ίδια ρούχα με τους λαϊκούς, που διέφεραν μόνο ως προς τον χρωματισμό. Και αυτό πάλι δεν ήταν απόλυτο, γιατί έχουμε μαρτυρίες πως οι κληρικοί φορούσαν και λευκά ή φαιά ενδύματα. Οι ιστορικοί και λαογράφοι, Βερναδάκης και Κουκουλές, μας δίνουν πολλές τέτοιες πληροφορίες.



Από την εποχή του Ιουστινιανού, με την ανακάλυψη της μέταξας, δημιουργούνται πολυτελή και παράξενα ενδύματα, τα οποία Οικουμενικές και Τοπικές Σύνοδοι τα απαγόρευαν για τους κληρικούς, τους οποίους περιόρισαν να φορούν τα ίδια ενδύματα με τους λαϊκούς, αλλά με απλή και σεμνή εμφάνιση. Αυτό είναι το νόημα του 27ου Κανόνα της Πενθέκτης Συνόδου και του 16ου κανόνα της 7ης Οικουμενικής Συνόδου. Είναι άξιο πολλής απορίας, ότι οι υπέρμαχοι του ράσου θέλουν να στηρίξουν την παρουσία του σ' αυτούς τους Κανόνες, οι οποίοι ουδόλως ομιλούν περί ράσου, αλλά περί επιδεικτικών πολυτελών ενδυμάτων, τα οποία πάλι μπήκαν στη λειτουργική ζωή της Εκκλησίας ως ιερά άμφια.



Αν όμως το ράσο, προερχόμενο από το βυζαντινό καββάδιο, με πλατιές χειρίδες, δηλαδή με φαρδιά μανίκια, προτιμήθηκε από τους μοναχούς, οι κοσμικοί κληρικοί, δηλαδή οι έγγαμοι εφημέριοι, εξακολουθούσαν να φορούν τα κοινά ενδύματα της εποχής τους με την απλούστερη μορφή τους. Το Ευχολόγιο του Goar μας δίνει την πληροφορία, ότι οι έγγαμοι κληρικοί μετά την Θ. Λειτουργία απέβαλον το ιερατικό άμφιο και ντυνόντουσαν "communibus vestibus" δηλαδή κοινά ενδύματα. Άξιο προσοχής είναι το γεγονός, ότι στη Γαλατία τον 5ο αιώνα, οι Επίσκοποι φόρεσαν διακριτικό ένδυμα, "vetement distinctif" για το οποίο ο πάπας Καιλεστίνος τους κατηγόρησε και τόνισε, ότι, εάν χρειάζεται να διακρίνονται οι Επίσκοποι, η διάκριση να είναι η διδασκαλία και όχι η ενδυμασία.



Η κατάσταση αυτή συνεχίστηκε και κατά την εποχή της Τουρκοκρατίας. Τα πολυτελή βυζαντινά ενδύματα, όπως το Καββάδιο ή Κοφτάνιο, τα παρέλαβαν και οι επίσημοι Τούρκοι. Το ράσο και το εσώρασο παρέμειναν βασική καλογερική ενδυμασία.



Από τον ΙΗ' αιώνα και μάλιστα από της συνθήκης του Κιουτσούκ Καϊναρτζή (1774) με την ανάδειξη των ηγεμόνων της Μολδοβλαχίας, αναζεί και η λαμπρότητα της βυζαντινής αυλής. Έτσι, πολλοί κληρικοί, ιδίως Αρχιερείς, φορούν διάφορα πολύτιμα και βαρύτιμα ενδύματα με κεντητά και διάφορα χρυσά κοσμήματα και αλυσίδες.



Ως αντίδραση σ' αυτή την κατάσταση παρουσιάστηκε η κίνηση του Νεοφύτου Δούκα, ο οποίος, πρός τον τότε Οικουμενικό Πατριάρχη Κύριλλο ΣΤ' συνιστούσε την επιβολή του ράσου για όλους τους Έλληνες Ορθόδοξους Κληρικούς.



Ο Ιγνάτιος Ουγγροβλαχίας, το 1815, κληρικός "διαπρεπέστατος και ελλογιμώτατος", αντέδρασε σ' αυτή την πρόταση του Νεοφύτου Δούκα, και θεωρεί την εισαγωγή του ράσου ως μεταρρύθμιση. Ομιλεί δε "περί εθνικής ενδυμασίας", την οποία φορούσαν κατά τόπους οι κληρικοί. Ποιά ήταν αυτή η εθνική ενδυμασία, για την οποία κάνει λόγο ο Ιγνάτιος; Είναι η βράκα, η φουστανέλλα και το φέσι, χαρακτηρισθέντα ως εθνικά, εν αντιθέσει προς τα στενά φραγκικά ενδύματα.



Πολεμιστές του 1912 μας πληροφόρησαν, ότι, στη Δ. Μακεδονία φορούσαν οι ιερείς σιγγούνια, κοντογούνια. Και εγώ ενθυμούμαι από την παιδική μου ηλικία Ιερείς της Δ. Μακεδονίας με σιγγούνια. Χαρακτηριστική είναι η Εγκύκλιος του Μητροπολίτη Κοζάνης Φωτίου προς τους ιερείς της επαρχίας του το 1915, στην οποία συνιστά "οι ευλαβεστάτοι ιερείς να μη κατέρχωνται εις τας πόλεις με το ένδυμα της καθημερινής εργασίας".



Οι μοναχοί όμως, είχαν ομοιόμορφη ενδυμασία, ήτοι τη ρασοφορία. Οι έγγαμοι όμως κληρικοί δεν είχαν εξαρχής τέτοια παράδοση.



Επειδή όμως οι γραμματισμένοι Κληρικοί τότε προέρχονταν από τον μοναχικό κόσμο, η ενδυμασία και το πνεύμα των καλογήρων επιβλήθηκε σ' ολόκληρη τη ζωή της Εκκλησίας.



Έτσι, μετά την απελευθέρωση, η τότε Ιερά Σύνοδος με την υπ' αριθμόν 4 821/28 Μαΐου 1855 Εγκύκλιο της, επέβαλε, χάριν ομοιομορφίας προς τους Καλογήρους τη σημερινή ενδυμασία για όλους τους κληρικούς...



Βέβαια, όπως παρατηρεί ο αοίδιμος Περιστερίου Αλέξανδρος, η Σύνοδος δεν κάνει ούτε νύξη για ράσα και αντεριά "παρεκτός, του να φορούν του λοιπού, ενδύματα εκ μέλανος ή άλλου σεμνού και βαθύχροου χρώματος". Εν πάση περιπτώσει, η σημερινή ενδυμασία των κληρικών έχει ιστορία μόλις 137 ετών!



Αντί για δικές μας κρίσεις, αναφέρουμε την απόφαση του Πανορθοδόξου Συνεδρίου Κωνσταντινουπόλεως (Μάιος - Ιούνιος 1923): "Η εξωτερική περιβολή του κλήρου ως έχει σήμερον, ουδέν έχει το κοινόν ούτε προς την ουσίαν της ιερωσύνης, ούτε προς την αρχαίαν πράξιν της Εκκλησίας, αλλά είναι αποτέλεσμα μακράς εξελίξεως και ποικίλων παραγόντων. Το κομάν επί αιώνας, ανοίκειον τω κλήρω, εισήχθη όμως και επεκράτησεν εν τη Εκκλησία συν τω χρόνω".



Καμιά σχέση δεν έχει το ράσο και το εσώρασο με την πίστη, ούτε με τη σωστά νοουμένη παράδοση.



Ο αοίδιμος Περιστερίου Αλέξανδρος στον επίλογο του βιβλίου του "Η εξωτερική Περιβολή του Ορθοδόξου Κληρικού", γράφει: "Ο Έγγαμος εφημεριακός κλήρος να μη εμποδίζεται να κάνει ελεύθερη χρήση ράσου και κοστουμιού εκτός Ιερατικών καθηκόντων. Μια τέτοια λύση είναι επιβεβλημένη. Έτσι και τα παράπονα της καταπίεσης και οι αιτίες και οι προφάσεις εκείνων που θέλουν να ιερωθούν θα λείψουν, χωρίς την υποχρέωση της ρασοφορίας παντού και πάντοτε, κάτι που δύσκολα συμβιβάζεται με τον οικογενειάρχη-εφημέριο.



Η μελέτη τούτη δίνει την αφορμή και την ευκαιρία για διάλογο. Ας διατυπώσουν τις αντιρρήσεις τους οι μη συμφωνούντες κι ας τις στηρίξουν σε ιστορικά και πραγματικά τεκμήρια για ένα γόνιμο διάλογο. Ή ας πουν, γιατί πρέπει να διαιωνίζεται κάτι έξω από την ιστορία και την εκκλησιαστική παράδοση.



Και ο αοίδιμος Μητροπολίτης Σιατίστης Πολύκαρπος, το 1968 εισηγήθηκε την τροποποίηση της σημερινής αμφιέσεως των κληρικών.



Εμείς στη μελέτη μας "Η ιστορική Εξέλιξη της Ενδυμασίας των Ορθοδόξων Κληρικών, Αθήναι 1971", η οποία έτυχε, μεταξύ πολλών άλλων, θερμών επαίνων και του τότε Οικουμενικού Πατριάρχου Αθηναγόρα, διατυπώνουμε τη θέση, ότι η κατάργηση της σημερινής αμφιέσεως των κληρικών δεν είναι εύκολο να γίνει απότομα. Χρειάζεται σοβαρή διαφώτιση του ελληνικού λαού. Θα μπορούσε ίσως, με μια σαφή αντίληψη του θέματος από την Ι. Σύνοδο, να μείνει το ράσο ως επίσημο ένδυμα των κληρικών, στις μεγάλες γιορτές και στις επίσημες εμφανίσεις. Το σημερινό αντερί, τροποποιημένο να μείνει καθημερινό ένδυμα, τουλάχιστον για τους έγγαμους εφημέριους. Οι ιερομόναχοι ας το διατηρήσουν το ράσο. Άλλωστε αποκλειστικά δικό τους είναι, αφού από αυτούς προήλθε.



Έτσι θα σταματήσει, και η επιμονή ορισμένων, να φορούν οι εφημέριοι παντού και πάντοτε και με καύσωνα 40 βαθμών το ράσο, επιμονή που προκαλεί την ιλαρότητα του λαού και αφορμή δυσμενών σχολίων.



ΚΑΙ ΑΣ ΕΛΘΟΥΜΕ ΣΤΟ ΚΑΛΥΜΜΑ ΤΗΣ ΚΕΦΑΛΗΣ



Στους πρώτους χριστιανικούς αιώνες οι κληρικοί φορούσαν χωρίς καμιά διάκριση ένα από τα καπέλα της εποχής ή άφηναν την κεφαλή τους ακάλυπτη, όπως δείχνουν τα αρχαία μνημεία.



Οι μοναχοί φορούσαν το κουκούλιο. Από το συνδυασμό της ασιατικής φακεωλίδας και του κουκουλίου προήλθε το επανωκαλύμαυχο ή επιρριπτάριο των αγάμων κληρικών.



Στους βυζαντινούς χρόνους οι κληρικοί φορούσαν αδιάφορα ένα από τα καπέλα της εποχής και ιδιαίτερα οι ανώτεροι προτιμούσαν τον πέτασσο ή σκιάδιο, που ήταν κάλυμμα της κεφαλής και των κοσμικών αρχόντων. Παράλληλα υπήρχε και ο κυλινδροειδής και ο σφαιροειδής πίλος. Ο Σίλβεστρος Συρόπουλος στην ιστορία του για τη Σύνοδο της Φλωρεντίας αναφέρει, ότι, οι Ανατολικοί κληρικοί φορούσαν σκιάδια, όπως και ο Αυτοκράτορας. Ο Πατριάρχης Ιωσήφ φορούσε σκιάδιο. Η σκιαδοφορία των Ανατολικών Κληρικών μαρτυρείται από ανάγλυφα του Αγ. Πέτρου.



Οι Πατριάρχες κατά την Τουρκοκρατία εξακολουθούσαν να σκιαδοφορούν μέχρι το 1669. Ο Μωάμεθ ο κατακτητής, στον Γεννάδειο Σχολάριο, όπως μας πληροφορεί ο Γ. Φραντζής, μεταξύ των δώρων που του έδωσε, ήταν και το σκιάδιο. Το 1669, ο Σουλτάνος στον Πατριάρχη Μεθόδιο, αντί να δώσει σκιάδιο, για να τον ταπεινώσει του έδωσε κόκκινο καλπάκι. Την πληροφορία αυτή μας την δίνει ο Μελέτιος Πηγάς στην Εκκλησιαστική του Ιστορία και ο Δοσίθεος στη Δωδεκάβιβλό του. Από τότε σταμάτησε οι κληρικοί να σκιαδοφορούν και το σκιάδιο εξακολούθησε να χρησιμοποιείται στα Επτάνησα, τα οποία δεν βρέθηκαν κάτω από την Τουρκική κυριαρχία. Ο Σουλτάνος ήθελε να μεγενθύνει το χάσμα μεταξύ Ανατολικής και Δυτικής Εκκλησίας και με την αμφίεση των κληρικών.



Από τον 18ο αιώνα οι Επίσκοποι προτιμούν το σφαιροειδές κάλυμμα της κεφαλής, το οποίο φορούσαν ιδιαίτερα οι ηγεμόνες της Μολδοβλαχίας. Ο Νεόφυτος Δούκας τους κατηγορεί ως, "τιαροφόρους Μήδας".



Αυτό το σφαιροειδές κάλυμμα αργότερα αποτέλεσε το γείσο του σημερινού καλυμμαυχίου. Από τους Επισκόπους το κάλυμμα αυτό της κεφαλής μεταδόθηκε σ' όλους τους ιερείς και στους έγγαμους. Έτσι έχουμε πληροφορίες, ότι έγγαμοι κληρικοί φορούσαν φουστανέλλα ή βράκα και στο κεφάλι καλυμμαύχι. Φαίνεται όμως, ότι οι έγγαμοι κληρικοί εύκολα δεν το δέχτηκαν αυτό το παράξενο κάλυμμα της κεφαλής και μερικοί Επίσκοποι έφτασαν μέχρι αφορισμού για να τους πείσουν.



Το καλυμμαύχι ομολογουμένως και αντιαισθητικό είναι καί πρακτικά άχρηστο. Ο Κων. Καλλίνικος γράφει ότι "αποπνέει γενιτσαρικήν ευαισθησίαν". Ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Χρυσόστομος Παπαδόπουλος, γράφει: "Εισέρχεται ο κληρικός εις τον ναόν χωρίς να αποκαλυφθεί, ασπάζεται τας εικόνας, θυμιά, ευλογεί, λέγει πολλάκις το Ευαγγέλιον ή ακροάται αυτού έχων εις την κεφαλήν καρφωμένος το παράδοξον κάλυμμα (το καλυμμαύχιον) όπερ οι προ ολίγων ακόμη δεκαετιών πατέρες ημών ηγνόουν" (Χρυσοστόμου Παπαδόπουλου, Βιβλίον Εκατονταετηρίς, Εκκλησ. Κήρυξ, έτος Ε' Λάρναξ 1915, σελίς 294).



Αναμφισβήτητα το σκιάδιο είναι ο βυζαντινός πίλος, που εχρησιμοποιείτο από τους κληρικούς μέχρι το 1669. Συνεπώς, για να επανέλθουμε στην αρχαία βυζαντινή παράδοση, οι σημερινοί κληρικοί θα μπορούσαν να φορούν ένα καπέλο που να μοιάζει με το σκιάδιο και αυτό είναι η ρεπούμπλικα.



Κλείνουμε το παρόν άρθρο με την παρατήρηση του μεγάλου βυζαντινολόγου Γ. Σωτηρίου: "Και ημείς νομίζομεν ότι επιβάλλεται πλέον η τοιαύτη μεταβολή, ήτις μεγάλως θέλει συμβάλει εις την εν τη Κοινωνία εκπλήρωσιν της μεγάλης αποστολής του κλήρου" ("Γρηγ. Παλαμάς" Θεσ/νίκη 1919, σελ. 551).



Τον τελευταίο και βαρυσήμαντο λόγο έχει η Ιερά Σύνοδος με τους Λογίους και Επιστήμονες Αρχιερείς της.

ΤΑ ΑΜΦΙΑ ΤΩΝ OΡΘΟΔΟΞΩΝ ΚΛΗΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΤΙ ΣΥΜΒΟΛΙΖΟΥΝ.




Η θεολογική σημασία των αμφίων, η οποία υπαγόρευσε τη χρήση τους, είναι ότι ο Λειτουργός δεν τελεί αφ' εαυτού τα μυστήρια, αλλά δυνάμει Χριστού και της Ιεροσύνης της Εκκλησίας, την οποία κατέχει δια της χειροτονίας «εν Πνεύματι Αγίω», «ενδεδυμένος την της ιερατείας χάριν».
Διατηρούν κατά βάση την παλαιά τους μορφή και με αυτά διακρίνονται οι επί μέρους βαθμοί της Ιεροσύνης. Είναι επτά, κατά τον τύπο των επτά χαρισμάτων του Αγίου Πνεύματος και τον ιερό αριθμό της πληρότητας. Κατανέμονται αναλόγως στους τρεις βαθμούς της Ιεροσύνης:
Στο Διάκονο τρία άμφια για το ιερό του αριθμού, δηλ. στιχάριο, οράριο και επιμάνικα. Στον Πρεσβύτερο πέντε, κατά τον αριθμό των πέντε αισθήσεων, δηλ. στιχάριο, επιτραχήλιο, επιμάνικα, ζώνη και φελώνιο. Στον Επίσκοπο επτά για την πληρότητα της Ιεροσύνης

Τα άμφια του Διακόνου

α. Το Στιχάριο. Είναι ποδήρης χιτώνας, κοινός για τους τρεις βαθμούς της Ιεροσύνης με φαρδιά μανίκια. Το χρώμα του είναι συνήθως λευκό, σύμβολο της αγνότητας και της πνευματικής χαράς. Συμβολίζει τη φωτεινή των Αγγέλων περιβολή και το καθαρό και αμόλυντο της ιερατικής τάξεως, καθαρότητα για την οποία οι Λειτουργοί καταξιούνται της θείας Χάρης. Αυτό μαρτυρεί και το Γραφικό χωρίο που λέγουν οι κληρικοί κατά την ένδυση τους: «Αγαλλιάσεται η ψυχή μου επί τω Κυρίω, ενέδυσε γαρ με ιμάτιον σωτηρίου...».
β. Το Οράριο (orare = προσεύχεσθαι). Είναι ταινία υφάσματος, που φέρεται στον αριστερό ώμο, (με τα άκρα ένα εμπρός και ένα πίσω) και γραμμένο σ' αυτό το Άγιος, Άγιος, Άγιος. Έξεικονίζει τις πτέρυγες των Αγγέλων, εφ' όσον «οι Διάκονοι... εις διακονίαν αποστελλόμενοι προστρέχουσιν».
γ. Τα Επιμάνικα. Με αυτά, κοινά και για τους τρεις βαθμούς της ιεροσύνης, συγκρατούνται τα άκρα του στιχαρίου μαζί με τα λοιπά ενδύματα του Λειτουργού. Εικονίζουν την παντοδύναμη ενέργεια του Θεού και των Τιμίων Δώρων που προσφέρονται με τα χέρια του Ιερουργού. Γι' αυτό λέγουν οι κληρικοί όταν τα ενδύονται τα ψαλμικά χωρία: «Η δεξιά Σου Χείρ, Κύριε, δεδόξασται εν ισχύι....» και «Αι χείραι Σου εποίησαν με και έπλασαν με...». Συμβολίζουν και τα δεσμά του Κυρίου με τα οποία δεμένος οδηγήθηκε προς τον Πιλάτο.

Τα άμφια του Πρεσβυτέρου

α. Το Στιχάριο
β. Τα Επιμάνικα
γ. Το Επιτραχήλιο. Είναι σαν το οράριο, φέρεται στον τράχηλο από τους Πρεσβυτέρους και Επισκόπους και έχει και τα δύο άκρα εμπρός. Εικονίζει την άνωθεν κατερχόμενη χάρη του Παναγίου Πνεύματος. Γι' αυτό ενδυόμενοι αυτό οι ιερείς και αρχιερείς λέγουν: «Ευλογητός ο Θεός ο εκχέων την χάριν επί τους Ιερείς Αύτου...». Τα κρόσσια που υπάρχουν στο κάτω άκρο του επιτραχηλίου συμβολίζουν τις ψυχές των ανθρώπων του ποιμνίου τους, για τις οποίες είναι υπεύθυνοι και θα λογοδοτήσουν κατά την ήμερα της κρίσεως. Χωρίς επιτραχήλιο καμία ιεροπραξία δεν μπορεί να τελεσθεί.
δ. Η Ζώνη. Η ζώνη την οποία φέρει ο Πρεσβύτερος και ο Επίσκοπος για να συγκρατεί τα άμφια, αποτελεί υπόμνηση της πνευματικής αποστολής και της ευθύνης τους. Συμβολίζει την ετοιμότητα που πρέπει να έχουν για την απόκρουση καθενός εναντίου, κατά την προτροπή του Κυρίου: «Έστωσαν υμών αι οσφύες περιεζωσμέναι και οι λύχνοι καιόμενοι...» (Λουκ. ιβ', 35).
ε. Το Φελώνιο. Είναι ένδυμα αρχαϊκής μορφής, χωρίς χειρίδες (μανίκια) και φέρεται από την κεφαλή. Συμβολίζει τον άρραφο χιτώνα του Κυρίου και την επίγεια Εκκλησία. Όπως ο χιτώνας είναι άρραφος και ένα τεμάχιο, έτσι πρέπει και η Εκκλησία να είναι ΜΙΑ. Κατά τον Άγιο Γερμανό Κων/πόλεως, το φελώνιο εικονίζει την πορφύρα, με την οποία ενέπαιζαν τον Κύριο μας, γεγονός το όποιο πρέπει να έχει κατά νουν πάντοτε ο πρεσβύτερος.
στ. Το Επιγονάτιο. Είναι ρομβοειδές ύφασμα εξαρτώμενο από τη ζώνη με παράσταση τον Νιπτήρα του Μυστικού Δείπνου ή την Ανάσταση. Το φέρει ο Αρχιερέας και κάθε οφφικιούχος πρεσβύτερος. Εικονίζει το λέντιο με το όποιο ο Κύριος έπλυνε τα πόδια των Μαθητών Του. Συμβολίζει και την πνευματική μάχαιρα, «εν ώ δυνήσεσθε πάντα τα βέλη του πονηρού τα πεπυρωμένα σβέσαι... και την μάχαιραν του πνεύματος, ό εστίν ρήμα Θεού» (Εφ. στ', 16). Κατά τον Άγιο Συμεών Θεσσαλονίκης, συμβολίζει και τη νίκη κατά του θανάτου και την Ανάσταση του Κυρίου. Γι' αυτό ενδυόμενοι οι λειτουργοί λέγουν: «Περίζωσαι την ρομφαίαν σου επί τον μηρόν σου, Δυνατέ...».
ζ. Ο επιστήθιος Σταυρός. Εξαρτάται με αλυσίδα από το λαιμό στο στήθος του οφφικιούχου πρεσβυτέρου. Συμβολίζει τον Σταυρό του Κυρίου, αλλά και τον σταυρικό-θυσιαστικό χαρακτήρα της ιερωσύνης.


Τα άμφια του Επισκόπου

α. Το Στιχάριο
β. Τα Επιμάνικα
γ. Το Επιτραχήλιο
δ. Η Ζώνη
ε. Το Επιγονάτιο
στ. Ο επιστήθιος Σταυρός
ζ. Ο Αρχιερατικός σάκκος. Αυτός αντικατέστησε στην περίοδο της τουρκοκρατίας το πολυσταύριο φελώνιο του Επισκόπου, που έγινε κατ' απομίμηση του αυτοκρατορικού σάκκου. Διατήρησε όμως το συμβολισμό του φελωνίου, καθ' όσον ο Αρχιερέας εικονίζει τον Χριστό. Οι κωδωνίσκοι του σάκκου εξεικονίζουν τους δώδεκα κωδωνίσκους του Ααρών και συμβολίζουν το διδακτικό κήρυγμα του Αρχιερέα.
η. Η Ποιμαντική ράβδος. Είναι σύμβολο της ποιμαντικής και πνευματικής εξουσίας του Επισκόπου. Στο άνω μέρος φέρει τον Τίμιο Σταυρό μεταξύ δύο όφεων, για να υπενθυμίζει τη ρήση του Κυρίου «Ιδού εγώ αποστέλλω υμάς ως πρόβατα εν μέσω λύκων» (Ματ. ι', 16).
θ. Το Ωμοφόριο (μικρό και μεγάλο). Είναι ταινία υφάσματος σταυρουμένη στο στήθος, με τα δύο άκρα το ένα εμπρός και το άλλο πίσω. Συμβολίζει το πλανηθέν πρόβατο που ο Χριστός έφερε επί των ώμων Του. Γι' αυτό συνίσταται να είναι κατασκευασμένο με μαλλί προβάτου. Μέχρι και την ανάγνωση του Αποστόλου, ο Επίσκοπος φέρει το μεγάλο Ωμοφόριο (το ανωτέρω). Μετά το Ευαγγέλιο και μέχρι το τέλος της Θ. Λειτουργίας φέρει το μικρό Ωμοφόριο (με τα δύο άκρα εμπρός), το όποιο φέρει και σ' όλες τις λοιπές ακολουθίες.
ι. Η Αρχιερατική Μίτρα. Έχει την αρχή της στην Παλαιά Διαθήκη. Συμβολίζει τον ακάνθινο στέφανο, αλλά και το βασιλικό αξίωμα του Κυρίου, δεδομένου ότι ο Αρχιερέας είναι ζώσα εικόνα του Χριστού στην Εκκλησία Του. Η χρήση της επεκτάθηκε μετά τον 16ο αιώνα.
ια. Το Αρχιερατικό Εγκόλπιον. Εξαρτάται με αλυσίδα από το λαιμό στο στήθος του Αρχιερέα. Καθιερώθηκε το έτος 1856, σαν διακριτικό γνώρισμα του Αρχιερατικού αξιώματος. Συμβολίζει τη σφραγίδα και την ομολογία της πίστεως. Στο ωοειδές σχήμα του εικονίζεται ο Χριστός με το δεξί χέρι ευλογων, και στο αριστερό κρατών Ευαγγέλιο.
ιβ. Τα Δικηροτρίκηρα. Πρόκειται για τις βάσεις με τα δύο και τα τρία κεριά που κρατά ο Αρχιερέας και με τα όποια ευλογεί το λαό. Τα δίκηρα συμβολίζουν τις δύο φύσεις του Κυρίου. Τα τρίκηρα συμβολίζουν την Αγία Τριάδα. Μ' αυτά σφραγίζει το Ευαγγέλιο κατά την ψαλμωδία του Τρισαγίου Ύμνου και μετά ευλογεί τον λαό.
ιγ. Ο Αρχιερατικός Μανδύας. Φέρεται από τον Αρχιερέα όταν χοροστατεί στις ιεροπραξίες που δεν απαιτείται πλήρης στολή, π.χ. κατά τη διάρκεια του Όρθρου.


Οι Λειτουργοί φορούν «άπασαν» την ιερατική τους στολή κατά τη Θεία Λειτουργία και σ' ορισμένες άλλες ακολουθίες προσδιοριζόμενες από το «Τυπικό» της Εκκλησίας, όπως στην τέλεση της Προσκομιδής, στον Όρθρο του Μεγάλου Σαββάτου, στον Εσπερινό της Μεγ. Παρασκευής, του Πάσχα και της Πεντηκοστής. Στις άλλες τελετές Μυστηρίων φορούν επιτραχήλιο και φελώνιο ο Πρεσβύτερος, επιτραχήλιο και ωμοφόριο ο Επίσκοπος και στιχάριο και οράριο ο Διάκονος. Σε άλλες ιερές Ακολουθίες ο Ιερέας φέρει μόνο το Επιτραχήλιο.

ΤΙ ΣΥΜΒΟΛΙΖΟΥΝ ΤΑ ΡΟΥΧΑ ΤΩΝ ΜΟΝΑΧΩΝ


Φως μοναχοίς άγγελοι. Φως δε πάντων ανθρώπων μοναδική Πολιτεία, είναι η ζωή κατά μίμηση των Αγγέλων, αυτή στήριξε και στηρίζει την Οικουμένη και ο άνθρωπος, ο χριστιανός που ενδύεται το Μέγα και Αγγελικό Σχήμα είναι άξιος πολλών επαίνων και μακαρισμών.

Όταν κάποιος, λοιπόν, προσέρχεται για να αφιερώσει τη ζωή του εξ όλης της ψυχής και της διανοίας του στο Νυμφίο Χριστό τότε χαίρεται και αγάλλεται ο ουρανός και πανηγυρίζει ο κόσμος των Αγγέλων γιατί ένας ακόμα άνθρωπος τάχθηκε να μιμηθεί τη ζωή τους. Ο μοναχός και η μοναχή κινούνται μέσα στην ιερή προσμονή του Ουράνιου Νυμφίου τους. Ζουν και κινούνται σε μια πνευματική όαση με το νοσταλγικό λόγο "ελθέτω χάρις και παρελθέτω ο κόσμος ούτος". Και μαζί με τον κόσμο παρέρχεται το όνομα το παλαιό και λαμβάνει νέο όνομα. Ἀφού εγκαταλείπει τον παλαιό άνθρωπο και ενδύεται το νέο άνθρωπο παίρνει καί νέο ὄνομα.
Την ώρα της μοναχικής κουράς προσέρχεται ο δόκιμος μοναχός ή μοναχή ανυπόδητος, ασκεπής, φορώντας μόνο έναν απλό λευκό χιτώνα και δηλώνοντας έτσι ότι όλα τα περιττά και κοσμικά τα απέρριψε και είναι έτοιμος να ενδυθεί το τιμημένο ράσο και τα άγια ρούχα του μοναχού.Κατά τη μοναχική κουρά ο δόκιμος μοναχός ή μοναχή, ενδύεται το λέντιον (ή ζωστικό ή αντερί) το οποίο είναι μαύρου χρώματος, που συμβολίζει το χιτώνα της ευφροσύνης και της αγαλλιάσεως αντί της γυμνώσεως και της καταισχύνης, την οποία φορέσαμε με την παρακοή μας και αντί της φθοράς και του θανάτου που μας προξένησε αυτή η παρακοή και την οποία φθορά αναιρεί το μοναχικό σχήμα με την υπακοή και τον ενάρετο βίο. Ο χιτώνας αυτός ονομάζεται χιτώνας δικαιοσύνης γιατί η λέξη δικαιοσύνη σημαίνει κάθε αρετή και ο μοναχός φορώντας το οφείλει να γίνει πρόθυμος για κάθε αρετή. Μάλιστα το μαύρο χρώμα του σημαίνει ότι θα πρέπει να είναι πάντοτε οχυρωμένος πίσω από το πένθος για την αμαρτία και την ξενιτεία για τον κόσμο.



Έπειτα ο μοναχός ή η μοναχή ενδύεται τον ανάλαβο (το πολυσταύρι) ο οποίος φοριέται από τους ώμους μπροστά και πίσω σταυροειδώς και σχηματίζει το σημείο του σταυρού, όχι μία, αλλά πολλές φορές. Εικονίζει το σημείο του σταυρού και σημαίνει ότι ο μοναχός αναλαμβάνει το σταυρό του επί των ώμων του και ακολουθεί το Δεσπότη Χριστό. Καθώς το πολυσταύρι περιέχει πολλούς σταυρούς και περιβάλλει μπροστά και πίσω το σώμα του μοναχού και της μοναχής το περιφράσσει και το οχυρώνει απ' τις προσβολές του διαβόλου και από κάθε κακή επιθυμία.Έπειτα ζώνεται γύρω απ' τη μέση του δερμάτινη ζώνη "εις νέκρωσιν σώματος και ανακίνισιν πνεύματος". Η ζώνη αποτελεί σημείον σωφροσύνης, καθαρότητας και νεκρώσεως των κινήσεων της σάρκας κι επίσης σημείον ισχύος εναντίον των παθών και παράλληλα στήριξη στις πράξεις των εντολών.
Κατόπιν, ο μοναχός ή η μοναχή φορά τα σανδάλια, που όπως λένε τα λόγια της μοναχικής κουράς, με τα οποία ετοιμάζεται να εφαρμόσει και να διάδοση το ευαγγέλιο της ειρήνης. Επίσης, τα σανδάλια αυτά τον προφυλάσσουν για να μην προσκρούσουν τα πόδια του και να μην δαγκωθεί από το νοητό όφι, αλλά να επιβαίνει πάνω σ' αυτούς και να καταπατεί λέοντα και δράκοντα δηλαδή τα κρυφά και φθονερά θηρία της κακίας. Με τα σανδάλια αυτά θα τρέχει κατευθείαν την οδό του Ευαγγελίου μέχρις ότου φτάσει στους Ουρανούς, εκεί που είναι το πολίτευμα των μοναχών, κατά τον Απόστολο Παύλο.
Κατόπιν ενδύεται το παλλίον (εξώρασο) του μεγάλου και αγγελικού σχήματος και όπως λέγει στη μοναχική κουρά το ενδύεται ως στολή αφθαρσίας και σεμνότητος και ως σημείο της σκέπης του Θεού για την ευλαβή του ζωή αιώνια σε εκείνον ο οποίος θα το λάβει και αποτελεί τη θεία περιβολή που του χαρίζει το Aγιο Πνεύμα.Κατόπιν ενδύεται το κουκούλιον της ακακίας ως περικεφαλαία ελπίδος για τη σωτηρία μέσω της εκ Θεού επισκιάσεως της χάριτος, αλλά και για την ύψωση του νου του μέσω της ταπεινοφροσύνης και της ακακίας όπως ακριβώς είναι τα άδολα νήπια, αλλά και για τη Θεού φύλαξη και περίθαλψη της κεφαλής με όλα τα αισθητήρια. Το κουκούλιο κρέμεται μπροστά και πίσω, εκ
εί όπου βρίσκεται το λογιστικό και η καρδιά.


Τελευταία, ενδύεται το μανδύα, ο οποίος θεωρείται το τελειώτατον ένδυμα και το περιεκτικό όλων, σημαίνει δε τη φυλακτική και σκεπαστική δύναμη του Θεού, ταυτόχρονα το συνεσταλμένο ευλαβές και ταπεινό της Μοναχικής ζωής, ενώ το ότι δεν έχει μανίκια σημαίνει ότι καθ' όλη τη ζωή του όλα τα μέλη του είναι νεκρά για κάθε κοσμική εργασία και αμαρτία. Αφήνει μόνο ελεύθερο το κεφάλι το οποίο βλέπει προς το Θεό και φρονεί τα θεία και ανατρέχει μόνο προς το Θεό. Αλλά, όπως είπαμε και πριν, ακόμα και το κεφάλι του μοναχού ή της μοναχής είναι σκεπασμένο με το κουκούλιο για να μη θεωρηθεί ότι έχει ασκεπή και ακάλυπτα τα αισθητήρια.
Στο σύνολό τους, όλα τα ρούχα του μοναχού εικονίζουν τη νέκρωση του Χριστού μας. Ως τάφος εικονίζεται ο μανδύας και ως εντάφια τα υπόλοιπα ρούχα. Ο ανάλαβος και το Μεγάλο Σχήμα δηλώνουν ότι είναι εσταυρωμένος ο μοναχός για τον κόσμο, όπως άλλωστε το υποσχέθηκε. Το κουκούλιο του εικονίζει το σουδάριο κι έτσι όλος ο μοναχός μιμείται με το σχήμα του τον σταυρωθέντα Δεσπότη του, ο oποίος πέθανε και τυλίχτηκε στα σπάργανα και στο σουδάριο. Σε όλη του τη ζωή πλέον, ό,τι φορά, θα του υπενθυμίζει ότι συνεσταυρώθηκε με το Χριστό και συνεκρώθηκε μαζί Του και οφείλει να αγωνιστεί για να συναναστηθεί και να συνανυψωθεί και να αναφανεί συγκληρονόμος της πατρικής Βασιλείας και των αγαθών των ετοιμασμένων προ καταβολής κόσμου...

11.4.10

Σύμβολο της Πίστεως


1. Πιστεύω εἰς ἕνα Θεόν, Πατέρα, Παντοκράτορα, ποιητὴν οὐρανοῦ καὶ γῆς, ὁρατῶν τε πάντων καὶ ἀοράτων.

2. Καὶ εἰς ἕνα Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν, τὸν Υἱὸν τοῦ Θεοῦ τὸν μονογενῆ, τὸν ἐκ τοῦ Πατρὸς γεννηθέντα πρὸ πάντων τῶν αἰώνων· φῶς ἐκ φωτός, Θεὸν ἀληθινὸν ἐκ Θεοῦ ἀληθινοῦ, γεννηθέντα οὐ ποιηθέντα, ὁμοούσιον τῷ Πατρί, δι' οὗ τὰ πάντα ἐγένετο.

3. Τὸν δι' ἡμᾶς τοὺς ἀνθρώπους καὶ διὰ τὴν ἡμετέραν σωτηρίαν κατελθόντα ἐκ τῶν οὐρανῶν καὶ σαρκωθέντα ἐκ Πνεύματος Ἁγίου καὶ Μαρίας τῆς Παρθένου καὶ ἐνανθρωπήσαντα.

4. Σταυρωθέντα τε ὑπὲρ ἡμῶν ἐπὶ Ποντίου Πιλάτου, καὶ παθόντα καὶ ταφέντα.

5. Καὶ ἀναστάντα τῇ τρίτῃ ἡμέρα κατὰ τὰς Γραφάς.

6. Καὶ ἀνελθόντα εἰς τοὺς οὐρανοὺς καὶ καθεζόμενον ἐκ δεξιῶν τοῦ Πατρός.

7. Καὶ πάλιν ἐρχόμενον μετὰ δόξης κρῖναι ζῶντας καὶ νεκρούς, οὗ τῆς βασιλείας οὐκ ἔσται τέλος.

8. Καὶ εἰς τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον, τὸ κύριον, τὸ ζωοποιόν, τὸ ἐκ τοῦ Πατρὸς* ἐκπορευόμενον, τὸ σὺν Πατρὶ καὶ Υἱῷ συμπροσκυνούμενον καὶ συνδοξαζόμενον, τὸ λαλῆσαν διὰ τῶν προφητῶν.

9. Εἰς μίαν, Ἁγίαν, Καθολικὴν καὶ Ἀποστολικὴν Ἐκκλησίαν.

10. Ὁμολογῶ ἓν βάπτισμα εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν.

11. Προσδοκῶ ἀνάστασιν νεκρῶν.

12. Καὶ ζωὴν τοῦ μέλλοντος αἰῶνος.

Ἀμήν.



Απόδοση στη νέα ελληνική
1. Πιστεύω σε ένα Θεό που είναι Πατέρας και Παντοκράτορας, που δημιούργησε τον ουρανό και τη γη, όλα όσα βλέπουμε κι όσα είναι αόρατα σε μας.
2. (Πιστεύω) Και σε ένα Κύριο τον Ιησού Χριστό, τον μονάκριβο Υιό του Θεού, που γεννήθηκε από τον Πατέρα πριν από όλους τους αιώνες. Είναι φως που προήλθε από φως, είναι Θεός αληθινός που γεννήθηκε και δεν δημιουργήθηκε, είναι από την ίδια ουσία με τον Πατέρα, και μέσω αυτού έγιναν τα πάντα.
3. Για μας τους ανθρώπους και για τη σωτηρία μας κατέβηκε από τους ουρανούς και πήρε τη δική μας σάρκα από το Άγιο Πνεύμα και την Παρθένο Μαρία, και έγινε άνθρωπος.
4. Σταυρώθηκε για μας όταν ήταν ηγεμόνας ο Πόντιος Πιλάτος, και έπαθε, και τάφηκε.
5. Την τρίτη ημέρα μετά το θάνατό του αναστήθηκε από τους νεκρούς σύμφωνα με τις Γραφές.
6. Και ανέβηκε στον ουρανό και κάθισε στα δεξιά του Πατέρα.
7. Και θα έρθει πάλι με δόξα να κρίνει ζωντανούς και νεκρούς, και δεν θα υπάρξει τέλος στη βασιλεία Του.
8. (Πιστεύω) Και στο Πνεύμα το Άγιο, το Κύριο, το ζωοποιό, που εκπορεύεται από τον Πατέρα, που προσκυνείται και δοξάζεται μαζί με τον Πατέρα και τον Υιό, το οποίο μίλησε μέσω των προφητών.
9. (Πιστεύω και) Σε μία, άγια, καθολική και αποστολική Εκκλησία.
10. Ομολογώ ένα βάπτισμα με το οποίο επιτυγχάνεται άφεση αμαρτιών.
11. Προσδοκώ την ανάσταση των νεκρών.
12. Και τη ζωή στη μέλλουσα αιωνιότητα.


Ο ΚΥΡΙΟΣ ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ ΠΕΙΡΑΖΟΜΕΝΟΣ
Εικόνα του Κυρίου ημών Ιησου Χριστού πειραζομἐνου απο τον Διάβολο κατά την διάρκεια της νηστείας των 40 ημερών!
Η εικόνα αυτή βρίσκεται στην Ι.Μονή στην Ιεριχώ στο Ισραήλ!

Η Προσευχή του Ιησού


Κυριακή προσευχή, Υποδειγματική προσευχή ή Πάτερ Ημών ονομάζεται η προσευχή που παραδόθηκε από τον Ιησού Χριστό στους μαθητές του και αναφέρεται στο κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο στο κεφάλαιο 6.9-13:


Κείμενο: «Πάτερ ημών ο εν τοις ουρανοίς, αγιασθήτω το όνομά Σου, ελθέτω η Βασιλεία σου, γενηθήτω το θέλημά σου ως εν ουρανώ και επί [της] γης. Τον άρτον ημών τον επιούσιον δος ημίν σήμερον, και άφες ημίν τα οφειλήματα ημών, ως και ημείς αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών. Και μη εισενέγκης ημάς εις πειρασμόν, αλλά ρύσαι ημάς από του πονηρού».


Η Αγία Γραφή, Μετάφραση από τα Πρωτότυπα Κείμενα: «Πατέρα μας, που βρίσκεσαι στους ουρανούς, κάνε να σε δοξάσουν όλοι ως Θεό, να έρθει η βασιλεία σου· να γίνει το θέλημά σου και από τους ανθρώπους, όπως γίνεται από τις ουράνιες δυνάμεις. Δώσε μας σήμερα τον απαραίτητο για τη ζωή μας άρτο. Και χάρισέ μας τα χρέη των αμαρτιών μας, όπως κι εμείς τα χαρίζουμε στους δικούς μας οφειλέτες. Και μη μας αφήσεις να πέσουμε σε πειρασμό, αλλά γλίτωσέ μας από τον πονηρό».


Η Αγία Γραφή-Μετάφραση Νέου Κόσμου: «Πατέρα μας που είσαι στους ουρανούς, ας αγιαστεί το όνομά σου. Ας έρθει η βασιλεία σου. Ας γίνει το θέλημά σου, όπως στον ουρανό, έτσι και πάνω στη γη. Δώσε μας σήμερα το ψωμί μας για αυτή την ημέρα· και συγχώρησέ μας τα χρέη μας, όπως και εμείς έχουμε συγχωρήσει τους χρεώστες μας. Και μη μας φέρεις σε πειρασμό, αλλά ελευθέρωσέ μας από τον πονηρό».





Πρωτότυπο στα αρχαία ελληνική γλώσσα
Πάτερ ἡμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς
ἁγιασθήτω τὸ ὄνομά σου•
ἐλθέτω ἡ βασιλεία σου•
γενηθήτω τὸ θέλημά σου,
ὡς ἐν οὐρανῷ καὶ ἐπὶ τῆς γῆς•
τὸν ἄρτον ἡμῶν τὸν ἐπιούσιον δὸς ἡμῖν σήμερον•
καὶ ἄφες ἡμῖν τὰ ὀφελήματα ἡμῶν,
ὡς καὶ ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν•
καὶ μὴ εἰσενέγκῃς ἡμᾶς εἰς πειρασμόν,
ἀλλὰ ῥῦσαι ἡμᾶς ἀπὸ τοῦ πονηροῦ.
[Ὅτι σοῦ ἐστιν ἡ βασιλεία καὶ ἡ δύναμις καὶ ἡ δόξα εἰς τοὺς αἰῶνας•]
̓Αμήν.
Στα αραμαϊκά
ܐܒܘܢ ܕܒܫܡܝܐ
ܢܬܩܕܫ ܫܡܟ
ܬܐܬܐ ܡܠܟܘܬܟ
ܬܐܬܐ ܡܠܟܘܬܟ
ܐܝܟܢܐ ܕܒܫܡܝܐ ܐܦ ܒܪܥܐ
ܗܒ ܠܢ ܠܚܡܐ ܕܣܘܢܩܢܢ ܝܘܡܢܐ
ܘܫܒܘܩ ܠܢ ܚܘܒܝܢ ܘܚܬܗܝܢ
ܐܝܟܢܐ ܕܐܦ ܚܢܢ ܫܒܩܢ ܠܚܝܒܝܢ
ܠܐ ܬܥܠܢ ܠܢܣܝܘܢܐ
ܐܠܐ ܦܨܐ ܠܢ ܡܢ ܒܝܫܐ
ܡܛܠ ܕܕܠܟ ܗܝ ܡܠܟܘܬܐ
ܘܚܝܠܐ ܘܬܫܒܘܚܬܐ
ܠܥܠܡ ܥܠܡܝܢ
ܐܡܝܢ

Image and video hosting by TinyPic


Η Προσευχή του Ιησού (ονομάζεται επίσης ως Καρδιακή Προσευχή από κάποιους Πατέρες της Εκκλησίας ή και απλώς "Ευχή"), είναι μια σύντομη, μονολόγιστη προσευχή, που συχνά λέγεται επαναλαμβανόμενα. Έχει γίνει αντικείμενο ευρείας χρήσεως, διδασκαλίας και συζητήσεων καθ' όλη την ιστορία της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Οι ακριβείς λέξεις της προσευχής διαφέρουν από το απλούστερο δυνατό, που περιέχει το όνομα "Ιησούς", φ.ε. "Κύριε ελέησον" μέχρι τη συνηθέστερη απλή μορφή "Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με" ή τη συνηθέστερη εκτενή μορφή: "Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με, τον αμαρτωλόν".

Σημειώνεται ότι η «Ευχή» είναι το απόσταγμα της νηπτικής διδασκαλίας των Πατέρων της Εκκλησίας και δεν έχει καμία σχέση, ούτε και συγχέεται με φαινόμενα γκουρουισμού και νιρβάνα των ανατολικών θρησκειών.

Η Προσευχή του Ιησού είναι, για την Ορθόδοξη Εκκλησία, μία από τις πιο βαθιές και μυστικές προσευχές και συχνά επαναλαμβάνεται συνεχώς σαν μέρος της προσωπικής άσκησης. Η άσκηση της καρδιακής προσευχής είναι ένα αναπόσπαστο κομμάτι του Ησυχασμού, ο οποίος περιγράφεται στη Φιλοκαλία, μια συλλογή κειμένων για την προσευχή συνταγμένο στα τέλη του 18ου αιώνα. Υπήρξαν και κάποια Ρωμαιοκαθολικά κείμενα για την Προσευχή του Ιησού, αλλά η πρακτική της δεν απέκτησε ποτέ την ίδια απήχηση, όπως στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Επιπλέον, η Ορθόδοξη θεολογία πάνω στην Προσευχή του Ιησού, η οποία διατυπώθηκε με σαφήνεια από τον Άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά (1296-1359), δεν έγινε ποτέ πλήρως αποδεκτή από τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία (δείτε φ.ε., ένα μήνυμα του πάπα Ιωάννη Παύλου ΙΙ (στα αγγλικά)).

Η πρακτική της συνεχούς επανάληψης της προσευχής χρονολογείται τουλάχιστον από τον 5ο αιώνα. Η αρχαιότερη γνωστή αναφορά είναι στα Γνωστικά Κεφάλαια του Αγίου Διαδόχου Φωτικής (400-486), ένα έργο που βρίσκεται στον πέμπτο τόμο της Φιλοκαλίας. Η Προσευχή του Ιησού περιγράφεται στα Γνωστικά Κεφάλαια με όρους παρόμοιους με την περιγραφή του Αγίου Ιωάννου Κασσιανού (;-435) για την κάθαρση της ψυχής. Επίσης διδάσκει ότι η επανάληψη της προσευχής γεννά εσωτερική ειρήνη. Η χρήση της Προσευχής του Ιησού συνίσταται ση Κλίμακα του Αγίου Ιωάννου του Σιναΐτου (523-603) και στο έργο του Αγίου Ησυχίου (8ος αιώνας;) Προς Θεόδουλον, το οποίο βρίσκεται στον πρώτο τόμο της Φιλοκαλίας. Η χρήση της Προσευχής του Ιησού, όπως αυτή παραδίδεται στη Φιλοκαλία, είναι το θέμα του Ρωσικού κλασικού βιβλίου Οι Περιπέτειες ενός Προσκυνητή, αλλά και κεντριό θέμα του μυθιστορήματος του J.D. Salinger Franny and Zooey.

Το Άγιο Όρος αποτελεί κέντρο άσκησης της Καρδιακής Προσευχής.

Αν και η Προσευχή του Ιησού έχει χρησιμοποιηθεί μέσα στους αιώνες ως τμήμα της Ορθόδοξης παράδοσης, τον 12ο αιώνα άρχισε επίσης να χρησιμοποιείται και σε κάποιες Δυτικές εκκλησίες, συμπεριλαμβανομένων κάποιων Ρωμαιοκαθολικών και Επισκοπικών εκκλησιών.

Όταν χρησιμοποιείται σε συνεχή βάση, η Προσευχή του Ιησού καθίσταται αυτόματη. Κάποιοι άνθρωποι βλέπουν την αυτόματη επανάληψή της σαν ένα είδος διαλογισμού, με την προσευχή να λειτουργεί σαν κάποιο μάντρα. Ωστόσο, οι Ορθόδοξοι χρήστες της Καρδιακής Προσευχής δεν επιθυμούν τη σύγκριση αυτή και εστιάζουν στην επίκληση του Ιησού Χριστού την οποία τονίζει ο Άγιος Ησύχιος στο έργο του Προς Θεόδουλον. Ο Άγιος Διάδοχο κάνει λόγο στα Γνωστικά Κεφάλαια για την αυτόματη επανάληψη της Καρδιακής Προσευχής, κάτα από την επίδραση του Αγίου Πνεύματος, ακόμη και στον ύπνο.

Η προέλευση της προσευχής ανάγεται πιθανότερα στην Αιγυπτιακή έρημο. Εκεί ο Άγιος Ιωάννης Κασσιανός έλαβε το μοναχικό του σχήμα, και ο Antoine Guillaumont (δείτε 'Une inscription copte sur la prière de Jesus’ στο Aux origines du monachisme chrétien, Pour une phénoménologie du monachisme, σ. 168–83. Spiritualité orientale et vie monastique, No 30. Bégrolles en Mauges (Maine & Loire), Γαλλία, Αβαείο του Bellefontaine) αναφέρει την εύρεση μιας επιγραφής που περιέχει την Προσευχή του Ιησού στα ερείπεια ενός κελλιού στην Αιγυπτιακή έρημο, η οποία χονδρικά χρονολογείται από την περίοδο για την οποία συζητάμε.

Θεολογικά, η προσευχή του Ιησού μπορεί να θεωρηθεί ως μια προέκταση του διδάγματος που περιέχει η παραβολή του Τελώνη και του Φαρισαίου, στην οποία ο Φαρισαίος καταδεικνύει τον αδόκιμο τρόπο προσευχής αναφωνόντας: "ο Θεός, ευχαριστώ σοι ότι ουκ ειμί ώσπερ ούτος ο Τελώνης", ενώ ο Τελώνης προσεύχεται σωστά με ταπεινοφροσύνη, λέγοντας "ο Θεός, ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ." (Λουκ. ιη΄ 10-14)

Στην Ορθόδοξη παράδοση η προσευχή γίνεται συνεχόμενα, συχνά με τη βοήθεια ενός κομποσκοινιού (στα ρώσικα chotki). Μπορεί να συνοδεύεται από μετάνοιες και το σημείο του σταυρού. Η πρακτική της Προσευχής του Ιησού εντάσσεται στη νοερή άσκηση που αναλαμβάνεται από τον Ορθόδοξο μοναχό κατά την πρακτική του Ησυχασμού. Αυτή η νοερή άσκηση είναι το αντικείμενο της Φιλοκαλίας.

Οι μοναχοί συχνά κάνουν αυτή την προσευχή εκατοντάδες φορές κάθε νύχτα σαν τμήμα του προσωπικού κανόνα στο κελλί. Κάτω από την καθοδήγηση ενός Γέροντα (στα ρώσικα Starets), ο μοναχός στοχεύει στην εσωτεροποίηση της προσευχής, ώστε να προσεύχεται ακατάπαυστα, κατορθώνοντας έτσι την παραίνεση του Αποστόλου Παύλου στους Θεσσαλονικείς να "προσεύχονται αδιαλείπτως". Ο στόχος του μοναχού είναι επίσης, στην προχωρημένη άσκηση, να φέρει το νού του μέσα στην καρδιά του ώστε να ασκεί την Προσευχή του Ιησού με το νου του μέσα στην καρδιά του. Η Προσευχή του Ιησού μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως μέσο για την απόκτηση συντριβής και σαν μέσο που προκαλεί ταπείνωση στο πρόσωπο (εξού και οι λέξεις "τον αμαρτωλόν", σαν να μην υπάρχει κανείς άλλος αμαρτωλός εκτός από το πρόσωπο που προσεύχεται), αλλά στην ακόμη πιο προχωρημένη χρήση, ο μοναχός στοχεύει να φτάσει σε μια νηπτική άσκηση της Καρδιακής Προσευχής στην καρδιά, ελεύθερος από λογισμούς. Aπό αυτή την κατάσταση, που ονομάζεται από τον άγιο Ιωάννη το Σιναΐτη και τον Άγιο Ησύχιο φύλακας του νου, ο μοναχός εγείρεται από τη Χάρη στην προσήλωση.