20.6.12
Πρόοδος του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού
1 /8/2012
Βιογραφία
Σήμερα η Εκκλησία μας εορτάζει την Πρόοδο του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού, δηλαδή την έξοδο του Τιμίου Σταυρού από το παλάτι (ή κατ' άλλους από το σκευοφυλάκιο της μεγάλης εκκλησίας) στην Πόλη. Βλέπε σχετικά και προεόρτια την 31η Ιουλίου.
Όμως, ο Πατμιακός Κώδικας 266, αναγράφει ότι κατά την 1η Αυγούστου στη Μεγάλη εκκλησία ετελείτο «ἡ Βάπτισις τῶν τιμίων Ξύλων».
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’.
Σῶσον Κύριε τὸν λαόν σου, καὶ εὐλόγησον τὴν κληρονομίαν σου, νίκας τοῖς βασιλεῦσι κατὰ βαρβάρων δωρούμενος, καὶ τὸ σὸν φυλάττων, διὰ τοῦ Σταυροῦ σου πολίτευμα.
Η πρόοδος του τιμίου και ζωοποιού Σταυρού, ήτοι η έξοδος αυτού εκ του ιερού Παλατιού εις την Πόλιν. Των αγίων Επτά Μαρτύρων Παίδων, των Μακκαβαίων Αβείμ, Αντωνίου, Αχείμ, Γουρίου, Ελεαζάρου, Ευσεβωνά και Μαρκέλλου, της μητρός αυτών Σολομονής και Ελεαζάρου (†166 π. Χ), του διδασκάλου αυτών. Των εν Πέργη αγίων Εννέα Μαρτύρων (1): Αλεξάνδρου, Άττου, Ευκλέου, Κατούνου, Κινδέου, Κυριάκου, Λεοντίου, Μηναίου και Μνησιθέου. Μαρτύρων: Θεοδώρου, Κηρύκου, Μηναίου, Μήνου, Πάπα του Νέου και Πολυεύκτου. Οσιομάρτυρος Ελέσης, της εν Κυθήροις. Οσίων Τιμοθέου επισκόπου Προκοννήσου, του θαυματουργού και Αντωνίου του Νέου, του εν Βερροία.
(1)Οι άγιοι εννέα μάρτυρες, Λέοντιος, Άττος, Αλέξανδρος, Κινδέας, Μνησίθεος, Κυριακός, Μηναίος, Κατούνος και Ευκλής, έζησαν την εποχή του αυτοκράτορα Διοκλητιανού και του ηγεμόνα Φλαβιανού, στην Πέργη της Παμφυλίας. Ο χριστιανισμός είχε από πολλή μικρή ηλικία στερεωθεί στις καρδιές τους και έγινε ακόμη πιο στέρεος όταν μεγάλωσαν. Ένα βράδυ λοιπόν, αποφάσισαν ότι θέλουν να μαρτυρήσουν για τον Χριστό και έτσι πήγαν στον ειδωλολατρικό ναό της Αρτέμιδος και κατέστρεψαν όλα τα αγάλματα πού βρίσκονταν εκεί. Μετά την ενέργειά τους αυτή, αμέσως συνελήφθησαν από τούς ειδωλολάτρες, οι οποίοι, αφού τους ανέκριναν, τους υπέβαλαν σε βασανιστήρια. Πρώτα τους έκαψαν τα πλευρά, μετά χρησιμοποιώντας σιδερένια νύχια τους έσκισαν τις σάρκες και στη συνέχεια πήραν αναμμένους δαυλούς και τους τρύπησαν τα μάτια. Μετά τους έκλεισαν σε μία απάνθρωπη φυλακή, χωρίς νερό και τροφή. Μετά από λίγο χρόνο τους έβγαλαν και τους έριξαν σε ένα κλουβί με θηρία για να τους κατασπαράξουν. Αυτά όμως, παρά την πείνα τους, καθόντουσαν ήρεμα και δεν πλησίαζαν τους αγίους. Όσοι είδαν αυτό το θαυμαστό γεγονός, πράγματι εξεπλάγησαν και φώναξαν με μία φωνή «Μέγας ο Θεός των Χριστιανών». Και τότε έγινε το θαύμα. Αμέσως ακούστηκαν βροντές και άρχισαν να πέφτουν αστραπές, βροχή, ενώ συγχρόνως ακουγόταν μία φωνή, η οποία προσκαλούσε τους αγίους στον ουρανό. Μόλις οι άγιοι άκουσαν αυτήν την φωνή, χάρηκαν πάρα πολύ. Ύστερα από αυτό το γεγονός ο τύραννος νευρίασε τόσο πολύ που διέταξε να τους αποκεφαλίσουν. Έτσι λοιπόν ολοκληρώθηκε το μαρτύριο των εννέα Αγίων και πέραν στην αιώνια Βασιλεία.
Άγιος Ιωσήφ ο από Αριμαθαίας
.
31/7/2012
Όταν βράδιασε, λέει, ήλθε ένας πλούσιος άνθρωπος που το όνομά του ήταν Ιωσήφ. Αυτός τόλμησε και παρουσιάστηκε μπροστά στον Πιλάτο, και του ζήτησε το σώμα του Ιησού. Παρουσιάστηκε ένας θνητός μπροστά σε έναν θνητό ζητώντας να λάβει τον Θεό. Ζήτα τον Θεό των θνητών. Ο πηλός μπροστά στον πηλό, ζητά να λάβει τον πλάστη των όλων. Το χορτάρι, ζήτα από το χορτάρι την ουράνια φωτιά. Η τιποτένια σταγόνα, παίρνει από την τιποτένια σταγόνα τον απύθμενο ωκεανό. Ποιος είδε, ποιος ποτέ άκουσε αυτό το απίστευτο; Ένας άνθρωπος να χαρίζει σε άλλον άνθρωπο τον δημιουργό των ανθρώπων. Ένας άνομος άρχοντας σ’ έναν άνθρωπο του νόμου υπόσχεται να χαρίσει τον νομοθέτη. Ένας άκριτος κριτής τον Κριτή των κριτών επιτρέπει να τον θάψουν ως κατάδικο.
Ι. Όταν βράδιασε, λέει, ήλθε ένας πλούσιος άνθρωπος που το όνομά του ήταν Ιωσήφ. Πραγματικά πλούσιος, αφού πήρε ολόκληρη τη σύνθετη υπόσταση του Κυρίου. ‘Αληθινά πλούσιος, αφού έλαβε από τον Πιλάτο τη διπλή ουσία του Χριστού. Πλούσιος διότι αξιώθηκε να πάρει τον πολύτιμο μαργαρίτη. Πραγματικά πλούσιος γιατί κράτησε το βαλάντιο που ήταν γεμάτο με τον θησαυρό της θεότητος. Πώς να μην είναι πλούσιος αυτός που απέκτησε τη ζωή και τη σωτηρία του κόσμου; Πώς να μην είναι πλούσιος ο Ιωσήφ, αφού δέχτηκε για δώρο Αυτόν που τρέφει και είναι Δεσπότης όλων; Όταν βράδιασε. Επομένως είχε δύσει πια στον Άδη ο ήλιος της δικαιοσύνης. Γι’ αυτό ήλθε ένας πλούσιος άνθρωπος που το όνομά του ήταν Ιωσήφ από την Αριμαθαία που κρυβόταν γιατί φοβόταν τους Ιουδαίους. Ήλθε και ο Νικόδημος που ήλθε στον Ιησού κάποια νύχτα.
ΙΑ. Αυτό είναι απόκρυφο μυστήριο των μυστηρίων. Δυο κρυφοί μαθητές, έρχονται να κρύψουν τον Ιησού στον τάφο, διδάσκοντας με τη δική τους απόκρυψη το κρυφό μυστήριο του Άδη του Θεού που κρύφτηκε κάτω απ’ τη σάρκα, ξεπερνώντας ο ένας τον άλλον στη θερμή διάθεση. Προς τον Χριστό. Ο μεν Νικόδημος μεγαλόψυχος προσφέροντας σμύρνα και αλόη, ο δε Ιωσήφ αξιέπαινος στην τόλμη και το θάρρος προς τον Πιλάτο. Διότι αυτός διώχνοντας κάθε φόβο με τόλμη παρουσιάστηκε στον Πιλάτο ζητώντας το σώμα του Ιησού. Και όταν παρουσιάστηκε φέρθηκε με μεγάλη σοφία για να επιτύχει αυτό που ήθελε. Γι’ αυτό δεν χρησιμοποιεί μπροστά στον Πιλάτο υπερήφανα και υψηλά λόγια, για να μη του ανάψει την οργή και χάσει το ζητούμενο. Ούτε του λέει: Δος μου το σώμα του Ιησού, που σκοτείνιασε πριν από λίγο τον ήλιο, που έσχισε τις πέτρες, που έσεισε τη γη και άνοιξε τους τάφους και έσχισε το καταπέτασμα του ναού. Τίποτε τέτοιο δεν λέει στον Πιλάτο.
IB. Αλλά τι του λέει; Ένα τιποτένιο αίτημα, και για όλους μικρό, άρχοντα μου ήλθα να σου ζητήσω. Ένα πολύ μικρό αίτημα. Το εξής: Δος μου να θάψω το νεκρό σώμα εκείνου που καταδικάστηκε από εσένα, του Ιησού του Ναζωραίου, του Ιησού του φτωχού, του Ιησού του αστέγου, του Ιησού που κρέμεται —στον Σταυρό— γυμνός και περιφρονημένος, του Ιησού του γιου του ξυλουργού, του Ιησού του δέσμιου, που έμενε στο ύπαιθρο, του ξένου, του αγνώριστου μεταξύ των ξένων, του περιφρονημένου, και κοντά σε όλα και κρεμασμένου στον Σταυρό. Δος μου αυτόν τον ξένο, γιατί τι σε ωφελεί το σώμα αυτού του ξένου; Δος μου αυτόν τον ξένο, γιατί ήλθε εδώ από μακρινή χώρα για να σώσει τον άνθρωπο που αποξενώθηκε από τον Θεό. Γιατί κατέβηκε στη σκοτεινή γη για να ανεβάσει τον ξένο. Δος μου αυτόν τον ξένο, γιατί αυτός είναι ο μόνος -πραγματικά- ξένος. Δος μου αυτόν τον ξένο του Οποίου τη χώρα αγνοούμε εμείς οι ξενιτεμένοι. Δος μου αυτόν τον ξένο του Οποίου τον Πατέρα αγνοούμε εμείς οι ξένοι. Δος μου αυτόν τον ξένο του Οποίου τον τόπο και τη γέννηση και τον τρόπο — της ζωής Του— αγνοούμε εμείς οι ξένοι. Δος μου αυτόν τον ξένο που έζησε ζωή και βίο ξενιτεμένου στα ξένα. Δος μου αυτόν τον ξένο Ναζωραίο του Οποίου τη γέννηση και τον τρόπο αγνοούμε εμείς οι ξένοι. Δος μου αυτόν που με τη θέληση Του είναι ξένος και εδώ δεν έχει πού να γείρει το κεφάλι. Δος μου αυτόν τον ξένο, που σαν ξένος σε ξένη χώρα, άστεγος γεννήθηκε στη φάτνη. Δος μου αυτόν τον ξένο που απ’ αυτήν ακόμη τη φάτνη έφυγε ως ξένος από τον Ηρώδη. Δος μου αυτόν τον ξένο, που απ’ τα σπάργανα Του ακόμη ξενητεύθηκε στην Αίγυπτο, και δεν είχε πόλη, ούτε χωριό, ούτε σπίτι ούτε τόπο να μείνει, ούτε συγγενή, αλλά σε ξένη χώρα Αυτός είναι ξένος. Δος μου, άρχοντα μου αυτόν τον γυμνό που κρέμεται στο ξύλο —του Σταυρού— να τον σκεπάσω, γιατί Αυτός σκέπασε τη γύμνωση της φύσεως μου. Δος μου αυτόν τον νεκρό που είναι μαζί και Θεός, να σκεπάσω Αυτόν που κάλυψε τις δικές μου ανομίες. Δος μου, άρχοντα μου τον νεκρό που έθαψε μέσα στον Ιορδάνη τη δική μου αμαρτία. Για έναν νεκρό σε παρακαλώ, που αδικήθηκε από όλους, που πουλήθηκε από φίλο, που προδόθηκε από μαθητή, που διώχθηκε από τους αδελφούς του, που ραπίσθηκε από δούλο. Για έναν νεκρό σε θερμοπαρακαλώ, ο Οποίος καταδικάστηκε από αυτούς που ο Ίδιος ελευθέρωσε από τη δουλεία, ο οποίος ποτίσθηκε με ξύδι, τραυματίσθηκε απ’ αυτούς που θεράπευσε, που εγκαταλείφθηκε από τους μαθητές Του και στερήθηκε την ίδια τη Μητέρα Του. Για τον νεκρό, άρχοντα μου, σε ικετεύω, Αυτόν τον άστεγο που κρέμεται στο ξύλο -του Σταυρού—. Διότι επάνω στη γη δεν έχει να Του συμπαρασταθεί ούτε πατέρας, ούτε φίλος, ούτε μαθητής, ούτε συγγενής, ούτε κανένας να Τον θάψει, αλλά είναι μόνος, μονογενής Υιός του μόνου —Πατέρα—, Θεός στον κόσμο και κανένας άλλος.
ΙΓ. Μ’ αυτά τα λόγια και μ’ αυτόν τον τρόπο αφού παρακάλεσε ο Ιωσήφ τον Πιλάτο, διέταξε ο Πιλάτος να του δοθεί το πανάγιο σώμα του Ιησού. Και ήλθε στον Γολγοθά και αποκαθήλωσε τον σαρκοφόρο Θεό από το ξύλο —του Σταυρού— και Τον τοποθέτησε κάτω στη γη, σαρκοφόρο Θεό γυμνό, αλλά όχι απλό άνθρωπο. Και Τον βλέπει κανείς να βρίσκεται ξαπλωμένος κάτω, Αυτός που όλους τους ανέσυρε προς τον ουρανό. Και μένει για λίγο χωρίς πνοή, Αυτός που είναι η ζωή και η πνοή όλων. Και φαίνεται να μη βλέπει Αυτός που δημιούργησε τα πολυόμματα Χερουβίμ. Και κείτεται ξαπλωμένος, Αυτός που είναι η ανάσταση όλων. Και νεκρώνεται ο σαρκωμένος Θεός, Αυτός που ανασταίνει τους νεκρούς. Και σιωπά για λίγο κατά το σώμα η βροντή του Θεού Λόγου. Και Τον σηκώνουν ανθρώπινες παλάμες, Αυτόν που κρατά στην παλάμη Του ολόκληρη τη γη.
ΙΔ. Άραγε, Ιωσήφ, ζητώντας και παίρνοντας, ξέρεις καλά ποιόν πήρες; Άραγε πλησιάζοντας στον Σταυρό και αποκαθηλώνοντας τον Ιησού, ξέρεις καλά ποιόν κράτησες στα χέρια σου; Εάν πραγματικά γνωρίζεις καλά Ποιόν κρατάς, τώρα έγινες πλούσιος. Γιατί πώς αλλιώς κάνεις αυτή τη θεόσωμη και φρικωδέστατη κηδεία του Ιησού; Είναι αξιέπαινος ο πόθος σου, αλλά πιο αξιέπαινος είναι ο τρόπος της ψυχής σου. Άραγε δεν φρίττεις, κρατώντας στα χέρια σου Αυτόν που φρίττουν τα Χερουβίμ; Με ποιο φόβο θα αφαιρούσες από το θείο αυτό σώμα το μικρό ρούχο που το σκέπαζε; Πώς δεν θα έκλεινες τα μάτια από ευλάβεια; Δεν θα τρόμαζες ατενίζοντας και αποκαλύπτοντας τη σωματική φύση του υπερφύσιν Θεού; Πες μου, Ιωσήφ, άραγε έθαψες στραμμένο προς την ανατολή τον νεκρό που είναι η ‘Ανατολή των ανατολών; Άραγε έκλεισες με τα δάχτυλα σου, όπως γίνεται στους νεκρούς τα μάτια του Ιησού, ο Οποίος με το αμόλυντο δάχτυλο Του άνοιξε τα μάτια του τυφλού; Άραγε έκλεισες το στόμα Εκείνου που άνοιξε το στόμα του κωφαλάλου; Άραγε έδεσες τα χέρια Εκείνου που άπλωσε τα παράλυτα χέρια; Η έδεσες τα πόδια Εκείνου, όπως γίνεται στους νεκρούς, ο Οποίος θεράπευσε, για να βαδίζει, τα πόδια του παραλύτου; Άραγε σήκωσες επάνω σε κρεβάτι Αυτόν που διέταξε τον παράλυτο λέγοντας του: Σήκωσε το κρεβάτι σου και περπατά ; Άραγε άδειασες μύρα επάνω στο σώμα Εκείνου που είναι το ουράνιο μύρο και εκκένωσε τον εαυτό Του αγιάζοντας τον κόσμο; Άραγε τόλμησες να σφογγίσεις τη θεόσωμη εκείνη πλευρά του Ιησού που ακόμη αιμορροούσε, του Θεού που θεράπευσε την αιμορροούσα; Άραγε έπλυνες με νερό το σώμα του Θεού, που έπλυνε —τις αμαρτίες— όλων και έδωσε την κάθαρση; Άραγε τι είδους λαμπάδες άναψες μπροστά στο αληθινό φως που φωτίζει κάθε άνθρωπο; Και ποιους επιτάφιους ύμνους έψαλες σ’ Αυτόν που ανυμνείται χωρίς διακοπή από όλες τις ουράνιες αγγελικές στρατιές; Άραγε και έχυσες δάκρυα για τον νεκρό Ιησού, που δάκρυσε για τον νεκρό Λάζαρο και τον ανέστησε μετά από τέσσερις ημέρες; Άραγε θρήνησες Αυτόν που έδωσε σ’ όλους χαρά και διέλυσε τη λύπη της Εύας;
ΙΕ. Όμως μακαρίζω τα χέρια σου, Ιωσήφ, που υπηρέτησαν και ψηλάφισαν τα θεόσωμα χέρια και πόδια του Ιησού, που έσταζαν ακόμη αίμα. Μακαρίζω τα χέρια σου, που άγγιξαν την αιμορροούσα πλευρά του Θεού πριν από τον πιστό – άπιστο Θωμά που είχε αξιέπαινη περιέργεια. Μακαρίζω το στόμα σου που γέμισε αχόρταγα και ασπάσθηκε το στόμα του Ιησού κι’ από εκεί γέμισε με Άγιο Πνεύμα. Μακαρίζω τα μάτια σου που ενώθηκαν με τα μάτια του Ιησού, και από εκεί πήραν το αληθινό φως. Μακαρίζω το πρόσωπο σου που πλησίασε το πρόσωπο του Θεού. Μακαρίζω τους ώμους σου που σήκωσαν Αυτόν που βαστάζει όλους. Μακαρίζω το κεφάλι σου που το άγγιξε ο Ιησούς, η κεφαλή των πάντων. Μακαρίζω τα χέρια σου στα οποία βάσταξες Αυτόν που βαστάζει τα πάντα. Μακαρίζω τον Ιωσήφ και τον Νικόδημο, γιατί έγιναν Χερουβίμ μπροστά στα Χερουβίμ σηκώνοντας και μεταφέροντας επάνω τους τον Θεό. Γιατί έγιναν υπηρέτες του Θεού μπροστά στα εξαπτέρυγα Σεραφίμ, όχι με τα φτερά, αλλά με τα σεντόνια καλύπτοντας και τιμώντας τον Κύριο. Αυτόν που τρέμουν τα Χερουβίμ Τον μεταφέρουν επάνω στους ώμους τους ο Ιωσήφ και ο Νικόδημος και γεμίζουν από έκσταση όλες οι τάξεις των ασωμάτων Αγγέλων.
ΙΣΤ. Ήλθε ο Ιωσήφ και ο Νικόδημος. Επομένως έτρεξε μαζί τους και όλος ο χορός των Αγγέλων. Και προφταίνουν τα Χερουβίμ, και τρέχουν μαζί τα Σεραφίμ και βαστάζουν μαζί οι Θρόνοι, και καλύπτουν τα Εξαπτέρυγα, και φρίττουν τα Πολυόμματα βλέποντας τον Ιησού αόμματο, και καλύπτουν μαζί οι Δυνάμεις, και ψάλλουν οι Αρχές και φρίττουν οι Τάξεις, και γεμίζουν έκσταση όλες οι στρατιές των ουρανίων ταγμάτων και γεμάτες θαυμασμό ρωτούν με μεγάλη απορία. Τι είναι αυτός ο φοβερός λόγος και ο φόβος και ο τρόμος και ο τρόπος; Τι είναι αυτό το μεγάλο και παράδοξο και ακατανόητο θέαμα; Αυτός που στον ουρανό σ’ εμάς τους ασωμάτους ως απλός Θεός είναι αθεώρητος, εδώ κάτω στη γη τον βλέπουν οι άνθρωποι γυμνό.
ΙΖ. Αυτόν, που μπροστά Του στέκονται τα Χερουβίμ με ευλάβεια, τον κηδεύουν με θάρρος ο Ιωσήφ κι’ ο Νικόδημος. Πότε κατέβηκε Αυτός που δεν εγκατέλειψε τον ουρανό; Πώς βγήκε έξω, Αυτός που βρίσκεται μέσα; Πώς ήλθε επάνω στη γη Αυτός που με την παρουσία Του όλα τα γεμίζει; Πώς γυμνώθηκε Αυτός που ντύθηκε όλους; Αυτός που βρίσκεται αδιάκοπα ως Θεός στον ουρανό μαζί με τον Πατέρα, τώρα ζει μαζί με τη Μητέρα Του αδιάκοπα ως αληθινός άνθρωπος.
ΙΗ. Αυτός που ποτέ δεν εμφανίστηκε —ως Θεός— στους ανθρώπους, Πώς εμφανίζεται ως άνθρωπος και συγχρόνως ως φιλάνθρωπος Θεός; Πώς έγινε ορατός ο αόρατος; Πώς σαρκώθηκε ο άυλος; Πώς έπαθε ο απαθής; Πώς ο Κριτής στάθηκε στο δικαστήριο; Πώς η ζωή γεύθηκε τον θάνατο; Πώς ο αχώρητος χώρεσε στον τάφο; Πώς κατοικεί στο μνήμα, Αυτός που δεν εγκατέλειψε τον κόλπο του Πατέρα; Πώς εισέρχεται από την πύλη του σπηλαίου, Αυτός που άνοιξε τις πύλες του παραδείσου, και ενώ δεν διέρρηξε τις πύλες της παρθενίας της Μαρίας, Πώς συνέτριψε τις πύλες του Άδη; Πώς ενώ δεν άνοιξε τις πύλες του υπερώου στην περίπτωση του Θωμά, όμως άνοιξε στους ανθρώπους τις πύλες της βασιλείας, και τις πύλες του τάφου και τις σφραγίδες τις άφησε να ανοίξουν μόνες τους; Πώς υπολογίζεται με τους νεκρούς, Αυτός που είναι ελεύθερος μεταξύ των νεκρών; Πώς το φως που ποτέ δεν σβήνει, έρχεται στα σκοτεινά και στη σκιά του θανάτου; Πού πηγαίνει; Που πορεύεται Αυτός που ο θάνατος δεν μπορεί να Τον κρατήσει; Ποιος είναι ο λόγος και ο τρόπος κι’ ο σκοπός που κατεβαίνει στον Άδη; Μήπως κατεβαίνει για να ανεβάσει τον κατάδικο Αδάμ, τον σύνδουλό μας; Πραγματικά, πηγαίνει για να αναζητήσει τον πρωτόπλαστο σαν το χαμένο πρόβατο. Οπωσδήποτε θέλει να επισκεφθεί αυτούς που βρίσκονται μέσα στο σκοτάδι και τη σκιά του θανάτου. Οπωσδήποτε πορεύεται για να ελευθερώσει τον αιχμάλωτο Αδάμ και τη συναιχμάλωτη Εύα ο Θεός και υιος τους.
“Λόγος εις την Θεόσωμον ταφήν του Κυρίου και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, και εις τον Ιωσήφ τον από Αριμαθαίας, και εις την εν τω Άδη του Κυρίου κατάβασιν, μετά το σωτήριον πάθος, παραδόξως γενομένην. Το αγίω και μεγάλω Σαββάτω.”

Άγιος Παντελεήμων ο Μεγαλομάρτυς και Ιαματικός
27/7/2012
Γαλακτόμικτον, Μάρτυς, αἷμα σῆς κάρας,
Δι' ἣν ὑδατόμικτον ὁ Χριστὸς χέει.
Φάσγανον ἑβδομάτῃ λάχεν εἰκάδι Παντελεήμων.
Βιογραφία
Ο Άγιος Παντελεήμων (Παντελέων το πρότερον όνομα) καταγόταν από τη Νικομήδεια της Μικράς Ασίας και έζησε στα χρόνια του Μαξιμιανού (286 - 305 μ.Χ.). Πατέρας του ήταν ο Ευστόργιος, ο οποίος ήταν εθνικός και μετά τις νουθεσίες του γιου του έγινε χριστιανός. Μητέρα του ήταν η Ευβούλη, η οποία προερχόταν από χριστιανική οικογένεια (βλέπε 30 Μαρτίου). Εκπαιδεύτηκε στην ιατρική από τον Ευφρόσυνο και κατηχήθηκε στη χριστιανική πίστη και βαπτίσθηκε από τον πρεσβύτερο Ερμόλαο (βλέπε 26 Ιουλίου) που ήταν ιερέας της Εκκλησίας της Νικομήδειας.
Κάποια στιγμή όταν οχιά δάγκωσε έναν νεαρό και ουσιαστικά τον θανάτωσε ο Άγιος Παντελεήμονας επικαλούμενος τον Χριστό τον ανάστησε.
Αφορμή του μαρτυρίου του στάθηκε ένα ακόμα θαύμα του Αγίου. Κάποτε είχε θεραπεύσει έναν τυφλό, ο οποίος και ανέφερε το γεγονός της θεραπείας του στον βασιλιά, λέγοντάς του ότι τον θεράπευσε ο Παντελέων στο όνομα του Χριστού, στον οποίο και ο ίδιος πλέον πίστευε. Ο βασιλιάς αφού τον άκουσε, αμέσως διέταξε και τον αποκεφάλισαν. Ο ίδιος ο Παντελέων προσήχθη στον βασιλιά, ο οποίος διέταξε τον βασανισμό του με σκοπό την άρνηση της πίστεώς του.
Ο Άγιος βασανίσθηκε σκληρά με διάφορους τρόπους, όμως δεν υπέκυψε στις πιέσεις αφού ο Κύριος εμφανίσθηκε μπροστά του με τη μορφή του πνευματικού του Ερμόλαου και του έδωσε θάρρος. Τέλος διατάχθηκε ο αποκεφαλισμός του και τότε ακούστηκε φωνή από τον ουρανό που τον καλούσε όχι ως Παντελέοντα αλλά ως Παντελεήμονα. Μόλις όμως ο δήμιος άπλωσε το χέρι του για να κόψει με το σπαθί του το κεφάλι του Αγίου, το σπαθί λύγισε και το σίδερο έλιωσε σαν κερί. Μπροστά σε τέτοιο θαύμα και οι παραβρισκόμενοι στρατιώτες έγιναν χριστιανοί. Τότε ο Άγιος εκουσίως παραδόθηκε στο μαρτύριο. Λέγεται ότι από τη πληγή του δεν έτρεξε αίμα αλλά γάλα και το δέντρο της ελιάς, στο οποίο τον είχαν δέσει καρποφόρησε ξαφνικά.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’.
Ἀθλοφόρε Ἅγιε, καὶ ἰαματικὲ Παντελεῆμον, πρέσβευε τῷ ἐλεήμονι Θεῷ, ἵνα πταισμάτων ἄφεσιν, παράσχῃ ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν.
Κοντάκιον
Ἦχος πλ. α’.
Μιμητὴς ὑπάρχων τοῦ ἐλεήμονος, καὶ ἰαμάτων τὴν χάριν παρ᾽αὐτοῦ κομισάμενος, ἀθλοφόρε καὶ Μάρτυς Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ, ταῖς εὐχαῖς σου τὰς ψυχικὰς ἡμῶν νόσους θεράπευσον, ἀπελαύνων τοῦ ἀεί, πολεμίου τὰ σκάνδαλα, ἐκ τῶν βοώντων ἀπαύστως· Σῶσον ἡμᾶς Κύριε.
Κάθισμα
Ἦχος πλ. δ'. Τὴν Σοφίαν καὶ Λόγον.
Μαρτυρήσας γενναίως ὑπὲρ Χριστοῦ, καὶ τὴν πίστιν κηρύξας τῷ σῷ πατρί, ἀνείλκυσας πανεύφημε, τοῦ βυθοῦ τῆς ἀγνοίας, καὶ τυράννων μὴ πτήξας, τὸ ἄθεον φρόνημα, τῶν δαιμόνων κατῄσχυνας, τὸ ἀνίσχυρον θράσος· ὅθεν καὶ τὴν χάριν, ἐκ Θεοῦ ἐκομίσω, ἰᾶσθαι νοσήματα, τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σώματος, Παντελεῆμον πανεύφημε. Πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, τῶν πταισμάτων ἄφεσιν δωρήσασθαι, τοῖς ἑορτάζουσι πόθῳ, τὴν ἁγίαν μνήμην σου.
Ὁ Οἶκος
Τοῦ Ἀναργύρου τὴν μνήμην, τοῦ γενναίου τὴν ἄθλησιν, τοῦ πιστοῦ τὰς ἰατρείας, εὐσεβῶς ὑμνήσωμεν φιλόχριστοι, ἵνα λάβωμεν ἔλεος, μάλιστα οἱ βορβορώσαντες, ὡς κἀγώ, τοὺς ἑαυτῶν ναούς· ψυχῶν γὰρ καὶ σωμάτων ὁμοῦ τὴν θεραπείαν περέχει. Σπουδάσωμεν οὖν, ἀδελφοί, ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν ἔχειν τοῦτον ἀσφαλῶς, τόν ῥυόμενον ἐκ πλάνης τοὺς βοῶντας ἀπαύστως· Σῶσον ἡμᾶς Κύριε.
Μεγαλυνάριον
Ῥεῖθρα ἰαμάτων ὡς ἐκ πηγῆς, χάριτι θαυμάτων, βρύει χρῄζουσι δωρεάν, ὁ Παντελεήμων, ὁ πάνσοφος ἀκέστωρ· οἱ ῥώσεως διψῶντες δεῦτε ἀρύσασθε σε.

Αγία Παρασκευή η Οσιομάρτυς


Κοίμηση της Αγίας Άννας Μητέρας της Υπεραγίας Θεοτόκου

Αγία Χριστίνα η μεγαλομάρτυς

Η Αγία Μαρία η Μαγδαληνή

Προφήτης Ηλίας ο Θεσβίτης


Οσία Μακρίνα αδελφή του Μεγάλου Βασιλείου

Αγία Μαρίνα



Άγιοι Κήρυκος και Ιουλίττα η μητέρα του

Σύναξη του Αρχαγγέλου Γαβριήλ

Ανάμνηση Θαύματος Αγίας Ευφημίας

Άγιοι Σαράντα Πέντε Μάρτυρες

Άγιος Προκόπιος ο Μεγαλομάρτυς
8/7/2012
Ο Άγιος Προκόπιος, έζησε και μεγάλωσε στην Ιερουσαλήμ τα χρόνια που αυτοκράτορας των Ρωμαίων ήταν ο Διοκλητιανός. Ο πατέρας του, ο Χριστοφόρος, ήταν ευσεβής άνθρωπος, σε αντίθεση με την μητέρα του που πίστευε στα είδωλα.
Μετά τον θάνατο του πατέρα του, η μητέρα του τον πήγε στον αυτοκράτορα, ο οποίος τον έκανε ηγεμόνα της πόλης των Αλεξανδρέων και του έδωσε εντολή να καταδιώκει και να βασανίζει τους χριστιανούς. Έτσι ο Προκόπιος ξεκίνησε για την Αλεξάνδρεια.
Κατά την πορεία του όμως, ξαφνικά άρχισαν να πέφτουν αστραπές και βροντές και ταυτόχρονα άκουσε φωνή να τον καλεί με το όνομά του, που τον απειλούσε με θάνατο επειδή θα κατεδίωκε τους χριστιανούς και ταυτόχρονα και τον Αληθινό Θεό.
Μετά από αυτό το γεγονός ο Προκόπιος παρακάλεσε Εκείνον πού του μιλάει να του φανερωθεί περισσότερο για να δει ποίος είναι. Τότε εμφανίστηκε μπροστά του ένας Σταυρός από κρύσταλλο και ακούστηκε μία φωνή να του λέει: «Εγώ είμαι ο Εσταυρωμένος Υιός του Θεού». Μετά από αυτό το θαύμα πίστευσε και έγινε χριστιανός.
Λίγο αργότερα επιστρέφοντας από νικηφόρα αποστολή, η μητέρα του προσπάθησε να τον πείσει να θυσιάσει στα είδωλα. Κατάλαβε όμως ότι είχε γίνει χριστιανός και τον πρόδωσε στον αυτοκράτορα. Εκείνος διέταξε τον ηγεμόνα της Καισάρειας Ουλκιο να τον ανακρίνει. Αυτός τον χτύπησε πολύ μέχρι λιποθυμίας και μετά τον έκλεισε στην φυλακή. Με την χάρη του Κυρίου όμως οι πληγές επουλώθηκαν και απελευθερώθηκε από τα δεσμά.
Στη συνέχεια οδηγήθηκε στον ναό των ειδώλων όπου με την προσευχή του κατάφερε και συνέτριψε τα είδωλα. Το θαύμα αυτό είχε ως αποτέλεσμα να πιστεύσουν σ' αυτόν πολλοί ανάμεσα τους και η μητέρα του. Αμέσως δόθηκε εντολή να αποκεφαλιστούν όλοι όσοι είχαν πιστεύσει. Μετά από αυτό, δόθηκε εντολή να γίνουν φρικτά βασανιστήρια στον Προκόπιο. Ο Άγιος υπέμενε με πάρα πολύ μεγάλη καρτερία όλα αυτό και μάλιστα κατάφερνε να τα ξεπερνά με την βοήθεια του Θεού. Τέλος δόθηκε εντολή να τον αποκεφαλίσουν και έτσι παρέλαβε το στεφάνι της αιωνίου ζωής.

Άγιος Απολλώνιος

Ο Άγιος Υάκινθος


Κατάθεσις της Τιμίας Εσθήτος της Θεοτόκου


Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)