31/05/2013Ο Άγιος Μάρτυς Ερμείας, ζούσε στα Κόμανα της Καππαδοκίας την εποχή του αυτοκράτορα των Ρωμαίων Αντωνίνου Πίου. Είχε από νεαρή ηλικία ενταχθεί στα στρατεύματα του Καίσαρα και γρήγορα ξεχώρισε για την γενναιότητα, την ανδρεία και το αγωνιστικό του φρόνημα, τα οποία αντλούσε από την πίστη του στον Ιησού Χριστό.
Την περίοδο της βασιλείας του Μάρκου Αυρήλιου (138 - 161 μ.Χ.) ξέσπασε μεγάλος διωγμός κατά των χριστιανών, μεταξύ δε των πρώτων που συνέλαβαν, ήταν και ο Ερμείας, αγνοώντας και τις μεγάλες του υπηρεσίες στην πατρίδα αλλά και τα σεβάσμια γηρατειά του. Οδηγήθηκε μπροστά στο Δούκα Σεβαστιανό, ο οποίος τον διέταξε να θυσιάσει τα είδωλα. Ο Άγιος όμως ακλόνητος και ακατάβλητος, αρνήθηκε να προδώσει τον Κύριό του και να θυσιάσει στα μιαρά ειδωλολατρικά ξόανα. Με τη γλυκύτητα δε πού τον διέκρινε, απάντησε στις προτροπές των τυράννων «Θα ήταν πολύ ανόητο σεβαστέ άρχοντά μου να αφήσω το φως και να προτιμήσω το σκοτάδι, να εγκαταλείψω την αλήθεια και να ασπασθώ το ψέμα, να παραιτηθώ από τη ζωή και να προτιμήσω το θάνατο. Θα ήταν λοιπόν παράλογο στο τέλος της ζωής μου να χάσω αυτά τα πολύτιμα αγαθά».
Τότε εξοργισμένος ο άρχοντας, διέταξε αφού τον βασανίσουν σκληρά, να τον ρίξουν στην πυρά. Με την επέμβαση όμως και τη χάρη του Θεού, ο Άγιος εξήλθε σώος και αβλαβής από όλα τα φρικτά βασανιστήρια. Τελικά αποκεφάλισαν χαρίζοντας του το στέφανο της δόξας το 160 μ.Χ.
2.4.13
Άγιος Ερμείας
31/05/2013Ο Άγιος Μάρτυς Ερμείας, ζούσε στα Κόμανα της Καππαδοκίας την εποχή του αυτοκράτορα των Ρωμαίων Αντωνίνου Πίου. Είχε από νεαρή ηλικία ενταχθεί στα στρατεύματα του Καίσαρα και γρήγορα ξεχώρισε για την γενναιότητα, την ανδρεία και το αγωνιστικό του φρόνημα, τα οποία αντλούσε από την πίστη του στον Ιησού Χριστό.
Την περίοδο της βασιλείας του Μάρκου Αυρήλιου (138 - 161 μ.Χ.) ξέσπασε μεγάλος διωγμός κατά των χριστιανών, μεταξύ δε των πρώτων που συνέλαβαν, ήταν και ο Ερμείας, αγνοώντας και τις μεγάλες του υπηρεσίες στην πατρίδα αλλά και τα σεβάσμια γηρατειά του. Οδηγήθηκε μπροστά στο Δούκα Σεβαστιανό, ο οποίος τον διέταξε να θυσιάσει τα είδωλα. Ο Άγιος όμως ακλόνητος και ακατάβλητος, αρνήθηκε να προδώσει τον Κύριό του και να θυσιάσει στα μιαρά ειδωλολατρικά ξόανα. Με τη γλυκύτητα δε πού τον διέκρινε, απάντησε στις προτροπές των τυράννων «Θα ήταν πολύ ανόητο σεβαστέ άρχοντά μου να αφήσω το φως και να προτιμήσω το σκοτάδι, να εγκαταλείψω την αλήθεια και να ασπασθώ το ψέμα, να παραιτηθώ από τη ζωή και να προτιμήσω το θάνατο. Θα ήταν λοιπόν παράλογο στο τέλος της ζωής μου να χάσω αυτά τα πολύτιμα αγαθά».
Τότε εξοργισμένος ο άρχοντας, διέταξε αφού τον βασανίσουν σκληρά, να τον ρίξουν στην πυρά. Με την επέμβαση όμως και τη χάρη του Θεού, ο Άγιος εξήλθε σώος και αβλαβής από όλα τα φρικτά βασανιστήρια. Τελικά αποκεφάλισαν χαρίζοντας του το στέφανο της δόξας το 160 μ.Χ.
Μεσοπεντηκοστή
Άγιος Ελλάδιος
27/05/2013Ο Άγιος Ελλάδιος, έζησε την εποχή των σκληρών διωγμών κατά της Εκκλησίας. Η ζωή του ως λαϊκού, χαρακτηριζόταν από μεγάλη σωφροσύνη, άσκηση γι' αυτό και εξελέγη επίσκοπος. Από τη θέση, αυτή ο Ελλάδιος, αναλώθηκε στη διακονία του ποιμνίου του. Κήρυττε, δίδασκε και με σύνεση και διάκριση, επέλυε τυχόν ανακύπτοντα προβλήματα. Η όλη του πολιτεία και διακονία κατόρθωσε να φέρει πολλούς ειδωλολάτρες στην ορθόδοξη πίστη.
Η δράση του αυτή, προκάλεσε τους ειδωλολάτρες, οι οποίοι τον συνέλαβαν και του πρότειναν να αρνηθεί το Χριστό για να σώσει τη ζωή του. Εξοργισμένοι από την ακλόνητη πίστη του επισκόπου τον υπέβαλαν σε φρικτά βασανιστήρια, αλλά με τη χάρη του Θεού θεραπεύθηκε απ' όλα. Τελικά μετά από συνεχόμενους ραβδισμούς, παρέδωσε το πνεύμα του και έλαβε το στέφανο του μαρτυρίου.
Κυριακή του Παραλύτου
26/05/2013Η Κυριακή του Παραλύτου αντλεί το θέμα της από την ευαγγελική περικοπή, που αναγινώσκεται στην θεία λειτουργία. Αυτή περιλαμβάνει τήν διήγηση της ιάσεως του παραλυτικού στην Προβατική κολυμβήθρα, την Βηθεσδά, στα Ιεροσόλυμα (Ιω. 5, 1-15). Το δράμα του επί 38 έτη παραλύτου συγκινεί τον Κύριο και τον θεραπεύει. Ο Χριστός παρουσιάζεται σαν ιατρός ψυχών και σωμάτων. Τον παράλυτο δεν τον θεραπεύει η κολυμβήθρα, αλλά ο πανσθενουργός λόγος του Κυρίου.
Μνήμη της Γ' ευρέσεως της τιμίας κεφαλής του προφήτου Προδρόμου και Βαπτιστού Ιωάννου


25/05/2013
Φωνὴ βοῶντος γῆς μυχῷ κεκρυμμένη,
Τῆς γῆς ῥαγείσης, πᾶσιν ἤχησε ξένως.
Εἰκάδι δὲ Προδρόμοιο Κάρην εὗρον κατὰ πέμπτην.
Βιογραφία
Η τιμία κεφαλή του Βαπτιστή Ιωάννη, ενώ ήταν κρυμμένη για πολλά χρόνια, φάνηκε μέσα από τη γη και έλαμψε ως χρυσός. Και ενώ στην αρχή ευρίσκετο τοποθετημένη σε ειδική στάμνα, βρέθηκε μέσα σε αργυρό αγγείο και σε ιερό τόπο. Η εύρεση εγένετο κατόπιν πληροφορίας, την οποία έδωσε κάποιος ιερέας από τα Κόμανα της Καππαδοκίας, ο οποίος είδε το ακριβές σημείο σε ιερό εφύπνιο. Από εκεί η ιερά κεφαλή μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη (στη Μονή του Στουδίου), όπου εγένετο μεγαλειώδης υποδοχή, παρουσία του αυτοκράτορα του Πατριάρχου και του πιστού και φιλαγίου λαού της Βασιλεύουσας.
Για την Α' και Β' εύρεση της τιμίας κεφαλής του προφήτου Προδρόμου και Βαπτιστού Ιωάννου βλέπε στις 24 Φεβρουαρίου.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε.
Ὡς θεῖον θησαύρισμα, ἐγκεκρυμμένον τῇ γῇ, Χριστὸς ἀπεκάλυψε, τὴν Κεφαλήν σου ἡμῖν, Προφῆτα καὶ Πρόδρομε, πάντες οὖν συνελθόντες, ἐν τῇ ταύτῃ εὒρέσει, ᾄσμασι θεηγόροις, τὸν Σωτῆρα ὑμνοῦμεν, τὸν σώζοντα ἡμᾶς ἐκ φθορᾶς ταῖς ἱκεσίαις σου.
Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Ὡς οὐρανίων δωρεῶν πηγὴ θεόβρυτος τῇ Ἐκκλησίᾳ ἐκ βυθοῦ τῆς γῆς ἀνέλαμψε ἡ ἁγία Κεφαλή σου Χριστοῦ Προφῆτα ἦς τὴν τρίτην ἑορτάζοντες φανέρωσιν ἀνυμνοῦμεν τῶν θαυμάτων σου τὸ μέγεθος καὶ βοῶμέν σοι, χαῖρε Λόγου ὁ Πρόδρομος.
Ἕτερον Κοντάκιον
Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Προφῆτα Θεοῦ, καὶ Πρόδρομε τῆς χάριτος, τὴν Κάραν τὴν σήν, ὡς ῥόδον ἱερώτατον, ἐκ τῆς γῆς εὐράμενοι, τὰς ἰάσεις πάντοτε λαμβάνομεν· καὶ γὰρ πάλιν ὡς πρότερον, ἐν κόσμῳ κηρύττεις τὴν μετάνοιαν.
Μεγαλυνάριον
Τρίτην τῆς παντίμου σου Κεφαλῆς, μνείαν ἐκτελοῦμεν, ἣν ἐδόξασεν ἡ Τριάς, Βαπτιστὰ Κυρίου· ἐκ γῆς γὰρ τρίτως ὤφθη, μετανοεῖτε πᾶσιν, ἀνακραυγάζουσα.
Άγιοι Κωνσταντίνος και Ελένη οι Ισαπόστολοι








21/05/2013
Ως γενέτειρα πόλη του Μεγάλου Κωνσταντίνου αναφέρεται τόσο η Ταρσός της Κιλικίας όσο και το Δρέπανο της Βιθυνίας. Ωστόσο η άποψη που επικρατεί φέρει τον Μέγα Κωνσταντίνο να έχει γεννηθεί στη Ναϊσό της Άνω Μοισίας (σημερινή Νις της Σερβίας). Το ακριβές έτος της γεννήσεώς του δεν είναι γνωστό, θεωρείται όμως ότι γεννήθηκε μεταξύ των ετών 272-288 μ.Χ.
Πατέρας του ήταν ο Κωνστάντιος, που λόγω της χλωμότητος του προσώπου του ονομάσθηκε Χλωρός, και ήταν συγγενής του αυτοκράτορα Κλαυδίου. Μητέρα του ήταν η Αγία Ελένη, θυγατέρα ενός πανδοχέως από το Δρέπανο της Βιθυνίας.
Το 305 μ.Χ. ο Κωνσταντίνος ευρίσκεται στην αυλή του αυτοκράτορα Διοκλητιανού στη Νικομήδεια με το αξίωμα του χιλίαρχου. Το ίδιο έτος οι δύο Αύγουστοι, Διοκλητιανός και Μαξιμιανός, παραιτούνται από τα αξιώματά τους και αποσύρονται. στο ύπατο αξίωμα του Αυγούστου προάγονται ο Κωνστάντιος ο Χλωρός στη Δύση και ο Γαλέριος στην Ανατολή. Ο Κωνστάντιος ο Χλωρός πέθανε στις 25 Ιουλίου 306 μ.Χ. και ο στρατός ανακήρυξε Αύγουστο τον Μέγα Κωνσταντίνο, κάτι όμως που δεν αποδέχθηκε ο Γαλέριος. Μετά από μια σειρά διαφόρων ιστορικών γεγονότων ο Μέγας Κωνσταντίνος συγκρούεται με τον Μαξέντιο, υιό του Μαξιμιανού, ο οποίος πλεονεκτούσε στρατηγικά, επειδή διέθετε τετραπλάσιο στράτευμα και ο στρατός του Κωνσταντίνου ήταν ήδη καταπονημένος.
Από την πλευρά του ο Μέγας Κωνσταντίνος είχε κάθε λόγο να αισθάνεται συγκρατημένος. δεν είχε καμία άλλη επιλογή εκτός από την επίκληση της δυνάμεως του Θεού. Ήθελε να προσευχηθεί, να ζητήσει βοήθεια, αλλά καθώς διηγείται ο ιστορικός Ευσέβιος, δεν ήξερε σε ποιόν Θεό να απευθυνθεί. Τότε έφερε νοερά στη σκέψη του όλους αυτούς που μαζί τους συνδιοικούσε την αυτοκρατορία. Όλοι τους, εκτός από τον πατέρα του, πίστευαν σε πολλούς θεούς και όλοι τους είχαν τραγικό τέλος. Άρχισε, λοιπόν, να προσεύχεται στον Θεό, υψώνοντας το δεξί του χέρι και ικετεύοντάς Τον να του αποκαλυφθεί. Ενώ προσευχόταν, διαγράφεται στον ουρανό μία πρωτόγνωρη θεοσημία. Περί τις μεσημβρινές ώρες του ηλίου, κατά το δειλινό δηλαδή, είδε στον ουρανό το τρόπαιο του Σταυρού, που έγραφε «τούτῳ νίκα». Και ενώ προσπαθούσε να κατανοήσει τη σημασία αυτού του μυστηριακού θεάματος, τον κατέλαβε η νύχτα. Τότε εμφανίζεται ο Κύριος στον ύπνο του μαζί με το σύμβολο του Σταυρού και τον προέτρεψε να κατασκευάσει απομίμηση αυτού και να το χρησιμοποιεί ως φυλακτήριο πιο πολέμους.
Έχοντας ως σημαία του το Χριστιανικό λάβαρο, αρχίζει να προελαύνει προς την Ρώμη εκμηδενίζοντας κάθε αντίσταση.
Όταν φθάνει στη Ρώμη ενδιαφέρεται για τους Χριστιανούς της πόλεως. Όμως το ενδιαφέρον του δεν περιορίζεται μόνο σε αυτούς. Πολύ σύντομα πληροφορείται για την πενιχρή κατάσταση της Εκκλησίας της Αφρικής και ενισχύει από το δημόσιο ταμείο τα έργα διακονίας αυτής.
Το Φεβρουάριο του 313 μ.Χ., στα Μεδιόλανα, όπου γίνεται ο γάμος του Λικινίου με την Κωνσταντία, αδελφή του Μεγάλου Κωνσταντίνου, επέρχεται μια ιστορική συμφωνία μεταξύ των δύο ανδρών που καθιερώνει την αρχή της ανεξιθρησκείας.
Τα προβλήματα που είχε να αντιμετωπίσει ο Μέγας Κωνσταντίνος ήσαν πολλά. Η αιρετική διδασκαλία του Αρείου, πρεσβυτέρου της Αλεξανδρινής Εκκλησίας, ήλθε να ταράξει την ενότητα της Εκκλησίας. Η διδασκαλία αυτή, που ονομάσθηκε αρειανισμός, κατέλυε ουσιαστικά το δόγμα της Τριαδικότητας του Θεού.
Μόλις ο Μέγας Κωνσταντίνος πληροφορήθηκε τα όσα θλιβερά συνέβαιναν στην Αλεξάνδρεια, απέστειλε με τον πνευματικό του σύμβουλο Όσιο, Επίσκοπο Κορδούης της Ισπανίας, επιστολή στον Επίσκοπο Αλεξανδρείας Αλέξανδρο (313 - 328 μ.Χ.) και τον Άρειο. Η προσπάθεια επιλύσεως του θέματος δεν ευδοκίμησε. Έτσι αποφασίσθηκε η σύγκλιση της Α' Οικουμενικής Συνόδου στη Νίκαια της Βιθυνίας το 325 μ.Χ.
Η περιγραφή της εναρκτήριας τελετής από τον ιστορικό Ευσέβιο είναι ομολογουμένως ενδιαφέρουσα. στο μεσαίο οίκο των ανακτόρων είχαν προσέλθει όλοι οι σύνεδροι. Επικρατούσε απόλυτη σιγή και όλοι περίμεναν την είσοδο του αυτοκράτορα, τον οποίο οι περισσότεροι θα έβλεπαν για πρώτη φορά. Ο Κωνσταντίνος εισήλθε ταπεινά, με σεμνότητα και πραότητα. στην ομιλία του προς τη Σύνοδο χαρακτηρίζει τις ενδοεκκλησιαστικές συγκρούσεις ως το μεγαλύτερο δεινό και από τους πολέμους. Ο λόγος του υπήρξε ευθύς και σαφής. Δεν ήθελε να ασχοληθεί παρά μονάχα με θέματα που αφορούσαν στην ορθοτόμηση της πίστεως. Η κρίσιμη φράση του, «περὶ τῆς πίστεως σπουδάσωμεν», διασώζεται σχεδόν από όλους τους ιστορικούς συγγραφείς.
Μετά το πέρας των εργασιών της Συνόδου ο αυτοκράτορας ανέλαβε πρωτοβουλίες για την εδραίωση των αποφάσεών της. Απέστειλε εγκύκλιο επιστολή προς την Εκκλησία της Αιγύπτου, Λιβύης, Πενταπόλεως, Αλεξανδρείας, στην οποία γνωστοποιεί τις αποφάσεις της Συνόδου. Ο ίδιος γνωστοποιεί προς όλη την επικράτεια της αυτοκρατορίας την καταδίκη του Αρείου και απαγορεύει την απόκτηση και την απόκρυψη των συγγραμμάτων του. Η εντυπωσιακή του όμως ενέργεια είναι η επιστολή του προς τον Άρειο. Επιτιμά τον αιρεσιάρχη και τον καταδικάζει με αυστηρότητα για τις κακοδοξίες του.
Όμως περί τα τέλη του 327 μ.Χ. ο Μέγας Κωνσταντίνος καλεί τον Άρειο στα ανάκτορα. Ο αιρεσιάρχης φυσικά δεν χάνει την ευκαιρία και υποβάλλει μία ομολογία γεμάτη από έντεχνες θεολογικές ανακρίβειες, πείθοντας μάλιστα τον Μέγα Κωνσταντίνο ότι αυτή δεν διαφέρει ουσιαστικά από όσα είχε αποφασίσει η Α' Οικουμενική Σύνοδος. Τελικά ο αυτοκράτορας συγκαλεί νέα Σύνοδο, το Νοέμβριο του 327 μ.Χ., η οποία ανακαλεί τον Άρειο από την εξορία και αποκαθιστά τους εξόριστους Επισκόπους Νικομηδείας Ευσέβιο και Νικαίας Θεόγνιο. Η ανάκληση του Αρείου και η αποκατάσταση των περί αυτών πυροδότησε νέες έριδες πιο κόλπους της Εκκλησίας. Ο Επίσκοπος Αλεξανδρείας Αλέξανδρος και στην συνέχεια ο διάδοχός του Μέγας Αθανάσιος αρνούνται να δεχθούν τον Άρειο στην Αλεξάνδρεια. Ο Μέγας Κωνσταντίνος απειλεί με καθαίρεση τον Μέγα Αθανάσιο, ενώ σε Σύνοδο που συνήλθε στην Αντιόχεια το 330 μ.Χ. καθαιρείται και εξορίζεται από τους αιρετικούς ο Άγιος Ευστάθιος, Επίσκοπος Αντιοχείας (τιμάται 21 Φεβρουαρίου). Η Σύνοδος της Τύρου της Συρίας, που συνήλθε το 335 μ.Χ., καταδικάζει ερήμην με την ποινή της καθαιρέσεως τον Μέγα Αθανάσιο, ο οποίος φεύγει, για να συναντήσει τον Μέγα Κωνσταντίνο.
Είναι γεγονός πως ο Μέγας Κωνσταντίνος δεν έδειξε να αποδέχεται το αίτημα του Μεγάλου Αθανασίου για ακρόαση. Πείσθηκε όμως να τον ακούσει, όταν ο Μέγας Αθανάσιος του απηύθυνε την ρήση: «Δικάσει Κύριος ἀνὰ μέσον ἐμοῦ καὶ σοῦ». Ο Μέγας Κωνσταντίνος κατενόησε την κατάφωρη αδικία και τις άθλιες μεθοδεύσεις σε βάρος του Μεγάλου Αθανασίου και έκανε δεκτό το αίτημά του νά προσκληθούν όλοι οι συνοδικοί της Τύρου και η διαδικασία να λάβει χώρα ενώπιόν του.
Ο Ευσέβιος Νικομηδείας αγνόησε την αυτοκρατορική εντολή. Πήρε μόνο ελάχιστους από τους συνοδικούς και εμφανίσθηκε στον αυτοκράτορα. Ξέχασε όλες τις υπόλοιπες κατηγορίες και για πρώτη φορά έθεσε το θέμα της δήθεν παρακωλύσεως της αποστολής σιταριού προς την Βασιλεύουσα. Ο αυτοκράτορας εξοργίζεται και εξορίζει τον Μέγα Αθανάσιο στα Τρέβιρα της Γαλλίας. Παρά ταύτα δεν επικυρώνει την απόφαση της Συνόδου της Τύρου για καθαίρεση και ούτε διατάσσει την αναπλήρωση του επισκοπικού θρόνου της Αλεξάνδρειας.
Η τελευταία περίοδος της ζωής του Μεγάλου Κωνσταντίνου είναι αυτή που τον καταξιώνει στην εκκλησιαστική συνείδηση και τον οδηγεί στο απόγειο της πνευματικής του πορείας. Ο Άγιος, κατά τον Απρίλιο του 337 μ.Χ., αισθάνεται τα πρώτα σοβαρά συμπτώματα κάποιας ασθένειας. Οι πηγές μάς πληροφορούν πως ο Μέγας Κωνσταντίνος κατέφυγε σε ιαματικά λουτρά. Βλέποντας όμως την υγεία του να επιδεινώνεται θεώρησε σκόπιμο να μεταβεί στην πόλη Ελενόπολη της Βιθυνίας, που είχε ονομασθεί έτσι λόγω της Αγίας μητέρας του. Εκεί παρέμεινε στο ναό των Μαρτύρων, όπου ανέπεμπε ικετήριες ευχές και λιτανείες προς τον Θεό. Ο Μέγας Κωνσταντίνος αντιλαμβάνεται πως η επίγεια ζωή του πλησιάζει στο τέλος της. Η μνήμη του θανάτου καλλιεργείται στην καρδιά του και τον οδηγεί στο μυστήριο της μετάνοιας και του βαπτίσματος. Μετά από αυτά καταφεύγει σε κάποιο προάστιο της Νικομήδειας, συγκαλεί τους Επισκόπους και τους απευθύνει τον εξής λόγο: «Αυτός ήταν ο καιρός που προσδοκούσα από παλιά και διψούσα και ευχόμουν να καταξιωθώ της εν Θεώ σωτηρίας. Ήλθε η ώρα να απολαύσουμε και εμείς την αθανατοποιό σφραγίδα, ήλθε η ώρα να συμμετάσχουμε στο σωτήριο σφράγισμα, πράγμα που κάποτε επιθυμούσα να κάνω στα ρείθρα του Ιορδάνου, στα οποία, όπως παραδίδεται, ο Σωτήρας μας έλαβε το βάπτισμα εις ημέτερον τύπον. Ο Θεός όμως, που γνωρίζει το συμφέρον, μας αξιώνει να λάβουμε το βάπτισμα εδώ. Ας μην υπάρχει λοιπόν καμία αμφιβολία. Γιατί και εάν ακόμη είναι θέλημα του Κυρίου της ζωής και του θανάτου να συνεχισθεί η επίγεια ζωή μας και να συνυπάρχω με το λαό του Θεού, θα πλαισιώσω τη ζωή μου με όλους εκείνους τους κανόνες που αρμόζουν στον Θεό».
Μετά το βάπτισμα ο Άγιος Κωνσταντίνος δεν ξαναφόρεσε τον αυτοκρατορικό χιτώνα, αλλά παρέμεινε ενδεδυμένος με το λευκό ένδυμα του βαπτίσματος, μέχρι την ημέρα της κοιμήσεώς του το 337 μ.Χ. Ήταν η ημέρα εορτασμού της Πεντηκοστής, γράφει ο ιστορικός Ευσέβιος.
Είναι χαρακτηριστικός ο τρόπος με τον οποίο περιγράφει ο Ευσέβιος τα γεγονότα, τα οποία ακολούθησαν την κοίμηση του Αγίου. Όλοι οι σωματοφύλακες του αυτοκράτορα, αφού έσχισαν τα ρούχα τους και έπεσαν στο έδαφος, έκλαιγαν και φώναζαν δυνατά, σαν να μην έχαναν το βασιλέα τους, αλλά τον πατέρα τους. Οι ταξίαρχοι και οι λοχαγοί έκλαιγαν τον ευεργέτη τους. Οι δήμοι ήσαν λυπημένοι και κάθε κάτοικος της Κωνσταντινουπόλεως πενθούσε, σαν να έχανε το κοινό αγαθό.
Αφού οι στρατιωτικοί τοποθέτησαν το σκήνωμα του Αγίου σε χρυσή λάρνακα, το μετέφεραν στην Κωνσταντινούπολη και το εναπέθεσαν σε βάθρο στον βασιλικό οίκο. Το ιερό λείψανό του ενταφιάσθηκε στο ναό των Αγίων Αποστόλων.
Δίκαια η ιστορία τον ονόμασε Μέγα και η Εκκλησία Ισαπόστολο.
Σημείωση: Σύμφωνα με άλλες πηγές, ο Άγιος Κωνσταντίνος κατηχήθηκε και βαπτίστηκε από τον Άγιο Σιλβέστρο, Πάπα Ρώμης (βλέπε 2 Ιανουαρίου). Διαβάστε εδώ την πολύ ωραία ανάλυση του Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτη σχετικά με το θέμα αυτό.
Η Αγία Ελένη γεννήθηκε στο Δρέπανο της Βιθυνίας της Μικράς Ασίας περί το 247 μ.Χ. Φαίνεται ότι ήταν ταπεινής καταγωγής. στην ιστοριογραφία υπάρχει σχετική διχογνωμία ως προς το αν η μητέρα του Αγίου Κωνσταντίνου υπήρξε σύζυγος ή νόμιμη παλλακίδα του Κωνσταντίου του Χλωρού.
Μεταξύ των ετών 272 - 288 μ.Χ. γέννησε στη Ναϊσό της Μοισίας τον Κωνσταντίνο. Όταν, πέντε έτη αργότερα, ο Κωνσταντίνος Χλωρός έγινε Καίσαρας από τον Διοκλητιανό, αναγκάσθηκε να την απομακρύνει, για να συζευχθεί τη Θεοδώρα, θετή κόρη του αυτοκράτορα Μαξιμιανού, και να έχει έτσι το συγγενικό εκείνο δεσμό, ο οποίος θα εξασφάλιζε τη στερεότητα του Διοκλητιανού τετραρχικού συστήματος. Παρά το γεγονός αυτό ο Μέγας Κωνσταντίνος τιμούσε ιδιαίτερα τη μητέρα του. Της απένειμε τον τίτλο της αυγούστης, έθεσε τη μορφή της επί νομισμάτων και έδωσε το όνομά της σε μία πόλη της Βιθυνίας.
Η Αγία έδειξε την ευσέβειά της με πολλές ευεργεσίες και την ανοικοδόμηση νέων Εκκλησιών στη Ρώμη (Τιμίου Σταυρού), στην Κωνσταντινούπολη (Αγίων Αποστόλων), στη Βηθλεέμ (βασιλική της Γεννήσεως) και επί του Όρους των Ελαιών (βασιλική της Γεθσημανή). Η Αγία Ελένη πήγε το 326 μ.Χ. στην Ιερουσαλήμ, όπου «μὲ μέγαν κόπον καὶ πολλὴν ἔξοδον καὶ φοβερίσματα ηὗρεν τὸν τίμιον σταυρὸν καὶ τοὺς ἄλλους δύο σταυροὺς τῶν ληστῶν», όπως γράφει ο Κύπριος Χρονογράφος Λεόντιος Μαχαιράς. Επιστρέφοντας στην Κωνσταντινούπολη, ένα χρόνο μετά την εύρεση του Τιμίου Σταυρού του Κυρίου, η Αγία Ελένη πέρασε και από την Κύπρο.
Η Αγία Ελένη κοιμήθηκε με ειρήνη μάλλον το 327 μ.Χ. σε ηλικία ογδόντα ετών. Ο ιστορικός Ευσέβιος γράφει ότι η Αγία προαισθάνθηκε το θάνατό της και με διαθήκη άφησε την περιουσία της στον υιό της και τους εγγονούς της.
Όπως ήταν φυσικό ο υιός της μετέφερε το τίμιο λείψανό της στην Κωνσταντινούπολη και την ενταφίασε στο ναό των Αγίων Αποστόλων.
Η Σύναξη αυτών ετελείτο στη Μεγάλη Εκκλησία, στο ναό των Αγίων Αποστόλων και στον ιερό ναό αυτών στην κινστέρνα του Βώνου.
Οι Βυζαντινοί τιμούσαν ιδιαίτερα τον Μέγα Κωνσταντίνο και την Αγία Ελένη. Απόδειξη τούτου αποτελεί το γεγονός ότι κατά το Μεσαίωνα ήταν πολύ δημοφιλής στους Βυζαντινούς η απεικόνιση του πρώτου Χριστιανού βασιλέως με τη μητέρα του, που κρατούσαν στο μέσον Σταυρό. Η παράδοση αυτή διατηρείται μέχρι και σήμερα με τα κωνσταντινάτα.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Πρῶτος πέφηνας, ἐν Βασιλεῦσι, θεῖον ἕδρασμα, τῆς εὐσεβείας, ἀπ’ οὐρανοῦ δεδεγμένος τὸ χάρισμα· ὅθεν Χριστοῦ τὸν Σταυρὸν ἐφανέρωσας, καὶ τὴν Ὀρθόδοξον πίστιν ἐφήπλωσας. Κωνσταντῖνε Ἰσαπόστολε, σὺν Μητρὶ Ἑλένῃ τῇ θεόφρονι, πρεσβεύσατε ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. δ’.
Τοῦ Σταυροῦ σου τὸν τύπον ἐν οὐρανῷ θεασάμενος, καὶ ὡς ὁ Παῦλος τὴν κλῆσιν οὐκ ἐξ ἀνθρώπων δεξάμενος, ὁ ἐν βασιλεῦσιν, Ἀπόστολός σου Κύριε, Βασιλεύουσαν πόλιν τῇ χειρὶ σου παρέθετο· ἣν περίσωζε διὰ παντὸς ἐν εἰρήνη, πρεσβείαις τῆς Θεοτόκου, μόνε Φιλάνθρωπε.
Κοντάκιον
Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Κωνσταντῖνος σήμερον, σὺν τῇ μητρὶ τῇ Ἑλένη, τὸν Σταυρὸν ἐμφαίνουσι, τὸ πανσεβάσμιον ξύλον, πάντων μὲν τῶν Ἰουδαίων αἰσχύνην ὄντα, ὅπλον δὲ πιστῶν, ἀνάκτων κατ᾽ ἐναντίων, δι᾽ ἡμᾶς γὰρ ἀνεδείχθη, σημεῖον μέγα, καὶ ἐν πολέμοις φρικτόν.
Μεγαλυνάριον
Τους της ευσέβειας θείους πυρσούς, και των Αποστόλων, θιασώτας και μιμητός, συν τω Κωνσταντίνω, Ελένην την Αγίαν, ως βασιλέων δόξαν, ανευφημήσωμεν.
Κυριακή των Μυροφόρων
19/05/2013
Μυροφόρες είναι οι γυναίκες που ακολουθούσαν το Κύριο μαζί με τη Μητέρα του, έμειναν μαζί της κατά την ώρα του σωτηριώδους πάθους και φρόντισαν να αλείψουν με μύρα το σώμα του Κυρίου. Όταν δηλαδή ο Ιωσήφ και ο Νικόδημος ζήτησαν κι' έλαβαν από το Πιλάτο το δεσποτικό σώμα, το κατέβασαν από το σταυρό, το περιέβαλαν σε σινδόνια μαζί με εκλεκτά αρώματα, το τοποθέτησαν σε λαξευτό μνημείο κι' έβαλαν μεγάλη πέτρα πάνω στη θύρα του μνημείου, παρευρίσκονταν θεωρώντας κατά τον ευαγγελιστή Μάρκο η Μαρία η Μαγδαληνή και η άλλη Μαρία που καθόταν απέναντι του τάφου. Άλλη Μαρία εννοούσε οπωσδήποτε τη Θεομήτορα. Δεν παρευρισκόταν μόνο αυτές, αλλά και πολλές άλλες γυναίκες όπως αναφέρει και ο Λουκάς.
Αγία Γλυκερία
Η Αγία Γλυκερία γεννήθηκε στην Τραϊανούπολη το 2ον μ.Χ. αι., όταν αυτοκράτορας ήταν ο Αντωνίνος ο Ευσεβής (138 - 161 μ.Χ.).13/05/2013Η Αγία Γλυκερία γεννήθηκε στην Τραϊανούπολη το 2ον μ.Χ. αι., όταν αυτοκράτορας ήταν ο Αντωνίνος ο Ευσεβής (138 - 161 μ.Χ.). Ο πατέρας της ονομαζόταν Μακάριος και είχε διατελέσει ύπατος. Σε μικρή ηλικία, ασπάσθηκε το Χριστιανισμό και ανέπτυξε έντονη χριστιανική και κατηχητική δράση.
Όταν πληροφορήθηκε το γεγονός ο ηγεμόνας Σαββίνος, την κάλεσε να παρουσιασθεί μπροστά του. Με μεγάλη προθυμία η Αγία εμφανίσθηκε σ' εκείνον, έχοντας σημειώσει στο μέτωπό της τον Τίμιο Σταυρό και δεν δίστασε να ομολογήσει με παρρησία και σθένος την πίστη της στο Σωτήρα και Λυτρωτή Ιησού Χριστό. Εκείνος έξαλλος την οδήγησε με τη βία στον ειδωλολατρικό ναό για να προσευχηθεί και να θυσιάσει στο είδωλα. Εκεί η Γλυκερία αφού προσευχήθηκε θερμά, συνέτριψε το άγαλμα του Δία. Εξοργισμένοι οι ειδωλολάτρες, την έσυραν έξω και τη λιθοβόλησαν με μανία. Όμως ούτε μία πέτρα δεν άγγιξε την Αγία, με αποτέλεσμα πολλοί να πιστεύσουν στο Χριστό. Στη συνέχεια, αφού υπέστη διάφορα βασανιστήρια ρίχθηκε στη φυλακή, όπου κατήχησε και έφερε στη χριστιανική πίστη το δεσμοφύλακά της Λαοδίκιο, ο οποίος εν συνεχεία ομολόγησε με θάρρος την πίστη του και μαρτύρησε για το Χριστό. Αμετάπειστος ο τύραννος, διέταξε να βασανίσουν εκ νέου τη Γλυκερία και έπειτα να τη ρίξουν στο άγρια θηρία. Όμως και εκείνα την σεβάστηκαν, αν και ένα εξ' αυτών τη δάγκωσε με αποτέλεσμα η Αγία να παραδώσει σε ολίγες ημέρες το πνεύμα της στον αθλοθέτη Κύριο.
Το ιερό λείψανό της παρέλαβε ο Επίσκοπος της Ηρακλείας Δομίτιος και το τοποθέτησε σε ευπρεπή τόπο κοντά στην πόλη. Μαρτυρώνται δε πολλά θαύματα, ιάσεων και θεραπείες δαιμονισμένων, τα οποία επιτελούσε η Αγία σε όσους με πίστη κατέφευγαν να προσκυνήσουν το Ιερό λείψανό της.
Κυριακή του Θωμά

12/05/2013
Ο Απόστολος Θωμάς απουσίαζε όταν ο Χριστός, μετά την Ανάστασή Του, επισκέφθηκε τους Μαθητές Του στο υπερώον όπου ήταν συνηγμένοι. Όταν πληροφορήθηκε τα σχετικά με την επίσκεψη του Χριστού, ζήτησε να Τον δη και να ψηλαφίση τις πληγές του Σταυρού στα χέρια και την πλευρά Του. Ο Χριστός όταν επισκέφθηκε και πάλι τους Μαθητές Του μετά από οκτώ ημέρες, κάλεσε τον Απόστολο Θωμά να ψηλαφήση τα σημάδια των πληγών στο Σώμα Του. Τότε ο Απόστολος Θωμάς Τον ανεγνώρισε και Τον ομολόγησε Κύριο και Θεό του. Τον ανεγνώρισε από τις πληγές του Σταυρού, οι οποίες αποτελούν σημάδι της αγάπης Του, αλλά και της δυνάμεώς Του. Την ομολογία του Θωμά οι άγιοι Πατέρες την ονομάζουν σωτήριο. Και πραγματικά οδηγεί στην σωτηρία όλους εκείνους που την απευθύνουν στον Χριστό εκζητώντας ταπεινά το έλεός Του.
Το γεγονός ότι ο Απόστολος Θωμάς αρχικά απουσίαζε κατά την εμφάνιση του Χριστού στους Μαθητές Του, φαίνεται ότι ήταν οικονομία Θεού, για να γίνη πιστευτό το θαύμα της Αναστάσεως και να διαλυθή κάθε είδους αμφιβολία.
Ο Απόστολος Θωμάς, μετά την Πεντηκοστή, κήρυξε το Ευαγγέλιο στους Πάρθους, τους Πέρσες, τους Μήδους και τους Ινδούς και είχε μαρτυρικό τέλος.
Ζωοδόχος Πηγή

10/05/2013Με το όνομα Ζωοδόχος Πηγή του Μπαλουκλί ή Παναγία η Μπαλουκλιώτισσα φέρεται ιερό χριστιανικό αγίασμα που βρίσκεται στη Κωνσταντινούπολη έξω από τη δυτική πύλη της Σηλυβρίας, όπου υπήρχαν τα λεγόμενα "παλάτια των πηγών" στα οποία οι Βυζαντινοί Αυτοκράτορες παραθέριζαν την Άνοιξη. Πήρε την ονομασία του από το τουρκικό όνομα Balık (= ψάρι) και περιλαμβάνει το μοναστήρι, την εκκλησία και το αγίασμα.
Για την αποκάλυψη του Αγιάσματος υπάρχουν δυο εκδοχές:
α) Η πρώτη, που εξιστορεί ο Νικηφόρος Κάλλιστος αναφέρει ότι: Ο μετέπειτα Αυτοκράτορας Λέων ο Θράξ ή Λέων ο Μέγας (457 - 474 μ.Χ.), όταν ερχόταν ως απλός στρατιώτης στην Κωνσταντινούπολη, συνάντησε στη Χρυσή Πύλη έναν τυφλό που του ζήτησε νερό. Ψάχνοντας γιά νερό, μιά φωνή του υπέδειξε την πηγή. Πίνοντας ο τυφλός και ερχόμενο το λασπώδες νερό στα μάτια του θεραπεύτηκε. Όταν αργότερα έγινε Αυτοκράτορας, του είπε η προφητική φωνή, πως θα έπρεπε να χτίσει δίπλα στην πηγή μια Εκκλησία. Πράγματι ο Λέων έκτισε μια μεγαλοπρεπή εκκλησία προς τιμή της Θεοτόκου στο χώρο εκείνο, τον οποίο και ονόμασε «Πηγή». Ο Κάλλιστος περιγράφει τη μεγάλη αυτή Εκκλησία με πολλές λεπτομέρειες, αν και η περιγραφή ταιριάζει περισσότερο στό οικοδόμημα του Ιουστινιανού. Ιστορικά πάντως είναι εξακριβωμένο, ότι το 536 μ.Χ. στη Σύνοδο της Κωνσταντινουπόλεως, υπό τον Πατριάρχη Μηνά 536 - 552 μ.Χ.), λαμβάνει μέρος και ο Ζήνων, ηγούμενος «του Οίκου της αγίας ενδόξου Παρθένου και Θεοτόκου Μαρίας εν τη Πηγή».
β) Η δεύτερη, που εξιστορεί ο ιστορικός Προκόπιος, τοποθετείται στις αρχές του 6ου αιώνα και αναφέρεται στον Ιουστινιανό. Ο Ιουστινιανός κυνηγούσε σ' ένα θαυμάσιο τοπίο με πολύ πράσινο, νερά καί δένδρα. Εκεί, σαν σε όραμα, είδε ένα μικρό παρεκκλήσι, πλήθος λαού και έναν ιερέα μπροστά σέ μιά πηγή. «Είναι η πηγή των θαυμάτων» του είπαν. Και έχτισε εκεί μοναστήρι με υλικά που περίσσεψαν από την Αγιά Σοφιά. Ο Ι. Κεδρηνός αναφέρει ότι χτίστηκε το 560 μ.Χ.
Χρονοδιάγραμμα κυριοτέρων γεγονότων και συμβάντων
626 μ.Χ.
Επιδρομή των Αβάρων, αλλά οι βυζαντινοί σώζουν το ιερό αγίασμα.
790 μ.Χ.
Ο Ψευδο-κωδινός αναφέρει ότι η αυτοκράτειρα Ειρήνη επισκεύασε την εκκλησία, που ειχε πάθει μεγάλη καταστροφή από σεισμό.
869 μ.Χ.
Νέα επισκευή, ύστερα από νέο σεισμό, από τον Βασίλειο Α' τον Μακεδόνα (867 - 886 μ.Χ.) κατα πληροφορία του Νικηφόρου Καλλίστου.
924 μ.Χ.
Σε επιδρομή των Βουλγάρων ο Συμεών καίει την εκκλησία, αλλά αναστηλώνεται αμέσως αφού το 927 μ.Χ. έγιναν εκεί οι γάμοι του ηγεμόνος των Ρώσων Πέτρου με τη Μαρία, εγγονή του Ρωμανού Λεκαπηνού.
966 μ.Χ.
Έχει διασωθεί η περιγραφή μιας επίσημης τελετής στη γιορτή της Αναλήψεως, στην οποία έλαβε μέρος ο Νικηφόρος Φωκάς (963 - 969 μ.Χ.) με όλη την αυλή. Η πομπή έφτανε με πλοίο και από τη Χρυσή Πύλη συνέχιζε με άλογα. Το συγκεντρωμένο πλήθος ζητωκραύγαζε και προσέφερε λουλούδια και σταυρούς. Όταν εμφανιζόταν ο αυτοκράτωρ ο Πατριάρχης τον ασπαζόταν και στη συνέχεια έμπαιναν μαζί στο ναό, όπου στο χώρο του ιερού είχε στηθεί εξέδρα, απ᾽ όπου ο αυτοκράτωρ παρακολουθούσε τη λειτουργία. Στο τέλος της γιορτής ο αυτοκράτωρ καλούσε τον Πατριάρχη σε επίσημο τραπέζι.
1078 μ.Χ.
Η μονή της Πηγής θεωρείται τόπος εξορίας, αφού εκεί απομονώνεται ο Γεώργιος Μονομάχος.
1084 μ.Χ.
Ο Αλέξιος Α' Κομνηνὸς (1081 - 1118 μ.Χ.) περιόρισε τον φιλόσοφο Ιωάννη Ιταλό στη μονή της Πηγής για να καταπαύση ο αναβρασμός που είχε δημιουργηθεί από τις ιδέες του.
1204 - 1261 μ.Χ.
Το ιερό της Πηγής περιέρχεται στους Λατίνους.
1328 μ.Χ.
Ο νεαρός Ανδρόνικος Γ' ο Παλαιολόγος (1328 - 1341 μ.Χ.) χρησιμοποιεί τη μονή ως ορμητήριο πριν καταλάβει την Κωνσταντινούπολη.
1330 μ.Χ.
Ο Ανδρόνικος Γ', που βρίσκεται ετοιμοθάνατος στο Διδυμότειχο, πίνει νερό από το αγίασμα της Πηγής που του έφεραν και γιατρεύεται.
1341 μ.Χ.
Ιερέας της Πηγής, ονόματι Γεώργιος, είναι μάρτυρας σε νοταριακή πράξη.
1347 μ.Χ.
Η Ελένη, κόρη του Ιωάννου Καντακουζηνού, παρουσιάζεται στο μέλλοντα σύζυγό της Ιωάννη Ε' Παλαιολόγο (1341 - 1391 μ.Χ.) ντυμένη με την επίσημη ενδυμασία της αυτοκράτειρας, μέσα στον ιερό χώρο της Πηγής. Σύμφωνά με παλαιό έθιμο η μέλλουσα αυτοκράτειρα όταν έφθανε στην Πόλη από τα μέρη της ξηράς έπρεπε να συναντηθεί με τον αυτοκράτορα στην Πηγή.
1422 μ.Χ.
Κατα τη διάρκεια της πολιορκίας της Κωνσταντινουπόλεως ο σουλτάνος Μουράτ Β' εγκαταστάθηκε μέσα στην εκκλησία.
1547 μ.Χ.
Ο Pierre Gylles σημειώνει το 1547 μ.Χ. ότι η εκκλησία δεν υπάρχει πια, αλλά οι ασθενείς εξακολουθούν να επισκέπτονται την Πηγή.
1727 μ.Χ.
Ο μητροπολίτης Δέρκων Νικόδημος έχτισε ναΐσκο και ανανέωσε τη λατρεία. Οι Αρμένιοι ζητούσαν συμμετοχή στο ιερό της Πηγής, αλλά η μεγάλη παράδοση και τα σουλτανικά φιρμάνια αναγνώριζαν την κυριότητα στο Οικουμενικό Πατριαρχείο.
1825 μ.Χ.
Καταστροφή της πηγής από τους γενίτσαρους.
1827 μ.Χ.
Ανεύρεση της Ιεράς εικόνας της Θεοτόκου εικονιζόμενη υπέρ της Ζωοδόχου Πηγής.
1833 μ.Χ.
Ο πατριάρχης Κωνστάντιος Α' (1830 - 1834 μ.Χ.), με άδεια του σουλτάνου, έχτισε τη σημερινή εκκλησία, της οποίας τα εγκαίνια έγιναν το 1835 μ.Χ. Σήμερα, εκτός από τη μεγάλη εκκλησία, λατρευτικό κέντρο του μεγάλου κτιριακού συγκροτήματος αποτελεί ο υπόγειος ναός της Ζωοδόχου Πηγής, όπου η δεξαμένη με το αγίασμα και τα ψάρια.
Γράφοντας τον 14ο αι. μ.Χ. για το αγίασμα της Πηγής ο Νικηφόρος Κάλλιστος παραθέτει, από διάφορες πηγές, ένα κατάλογο 63 θαυμάτων, από τα οποία τα 15 φθάνουν ως την εποχή του.
Σήμερα στην αυλή της Ζωοδόχου Πηγής βρίσκονται οι τάφοι των Οικουμενικών Πατριαρχών. Το δε αγίασμα βρίσκεται στον υπόγειο Ναό και αποτελείται από μαρμαρόκτιστη πηγή, το νερό της οποίας θεωρείται αγιασμένο. Απ' εδώ διαδόθηκε ο τύπος της Παναγίας Ζωοδόχου Πηγής σε όλο τον ορθόδοξο κόσμο. Είναι αξιοσημείωτο ότι ψηφιδωτή παράσταση της εικόνας σώζεται στον εσωνάρθηκα της Μονής της Χώρας.
Σε ανάμνηση των εγκαινίων του Ναού από τον Αυτοκράτορα Λέοντα η Εκκλησία καθιέρωσε την κατ΄ έτος εορτή της Ζωοδόχου Πηγής, την Παρασκευή της Διακαινήσίμου Εβδομάδας.
Ο Ναός αυτός έμεινε γνωστός στην ιστορία ως το αγίασμα του «Μπαλουκλί». «Μπαλούκ» στα τουρκικά σημαίνει ψάρι και η παράδοση μας λέει πως εκεί δίπλα στο αγίασμα, στις 23 Μαΐου 1453 μ.Χ. ένας καλόγερος τηγάνιζε ψάρια, όταν κάποιος του έφερε την είδηση πως πήραν την Πόλη οι Τούρκοι. Ο καλόγερος απάντησε πως μόνο αν τα ψάρια που τηγάνιζε έφευγαν απ΄ το τηγάνι και έπεφταν μέσα στο αγίασμα θα πίστευε ότι έγινε κάτι τέτοιο. Και πραγματικά τα ψάρια ζωντάνεψαν και έπεσαν μέσα στην πηγή του αγιάσματος. Μέχρι σήμερα δε, μέσα στην δεξαμενή της Ζωοδόχου Πηγής διατηρούνται επτά ψάρια και μάλιστα σαν να είναι μισοτηγανισμένα απ΄ την μια πλευρά.
Το Μπαλουκλί (Τα ψάρια της Ζωοδόχου Πηγής),
ποίημα του Γεώργιου Βιζυηνού
Σαράντα μέρες πολεμά ο Μωχαμέτ να πάρη
την Πόλη την μεγάλη.
Σαράντα μέρες έκαμεν ο 'γούμενος το ψάρι
στα χείλη του να βάλη.
Απ' τες σαράντα κι ύστερα, πεθύμησε να φάγη
τηγανισμένο ψάρι.
– Αν μας φυλάγ' η Παναγιά καθώς μας'ε φυλάγει,
την Πόλη ποιος θα πάρη;
Ρίχτει τα δίχτυα στον γιαλό, τρία ψαράκια πιάνει,
– Θεός να τα βλογήση!
Το λάδι βάλλει στην φωτιά μες στ' αργυρό τηγάνι,
για να τα τηγανίση.
Τα τηγανίζ' από την μια, και πά' να τα γυρίση
κι από το άλλο μέρος.
Ο παραγιός του βιαστικά πετά να του μιλήση,
και τάχασεν ο γέρος!
– Μην τηγανίζης, γέροντα, και μόσχισε το ψάρι
στην Πόλη την μεγάλη!
Την Πόλη την εξακουστή οι Τούρκοι έχουν πάρει,
μας κόβουν το κεφάλι!
– Στην Πόλη Τούρκου δεν πατούν κι Αγαρηνού ποδάρια!
Με φαίνεται σαν ψεύμα!
Μ' αν είν' αλήθεια το κακό, να σηκωθούν τα ψάρια
να πέσουν μες στο ρεύμα!
Ακόμ' ο λόγος βάσταγε, τα ψάρι' απ' το τηγάνι,
την μια μεριά ψημένα,
πηδήξανε κι επέσανε στης λίμνης την λεκάνη,
γερά, ζωντανεμένα.
Ακόμ' ώς τώρα πλέουνε, κόκκιν' από το μέρος,
όπου τα είχε ψήσει.
Φυλάγουν το Βυζάντιο ν' αναστηθή κι ο γέρος
να τ' αποτηγανίση.
Άγιος Χριστόφορος ο Μεγαλομάρτυρας
Ο Άγιος Μεγαλομάρτυς Χριστόφορος καταγόταν από ημιβάρβαρη φυλή και ονομαζόταν Ρεμπρόβος, που σημαίνει αδόκιμος, αποδοκιμασμένος, κολασμένος. Πιθανότατα έζησε κατά τους χρόνους του αυτοκράτορα Δεκίου (249 - 251 μ.Χ.), όταν στην Αντιόχεια Επίσκοπος ήταν ο Άγιος Ιερομάρτυς Βαβύλας (τιμάται 4 Σεπτεμβρίου).
Ο Άγιος ως προς την εξωτερική εμφάνιση ήταν τόσο πολύ άσχημος, γι' αυτό και αποκαλείτο «κυνοπρόσωπος».
Η μεταστροφή του στον Χριστό έγινε με τρόπο θαυμαστό. Συνελήφθη αιχμάλωτος σε μάχη, που διεξήγαγε το έθνος του με τα Ρωμαϊκά αυτοκρατορικά στρατεύματα. Κατατάγηκε στις Ρωμαϊκές λεγεώνες και πολέμησε κατά των Περσών, επί Γορδίου και Φιλίππου.
Όταν ήταν ακόμη κατειχούμενος, για να ευχαριστήσει τον Χριστό, εγκαταστάθηκε σε επικίνδυνη δίοδο ποταμού και μετέφερε δωρεάν επί των ώμων του εκείνους που επιθυμούσαν να διέλθουν τον ποταμό. Μια μέρα παρουσιάσθηκε προς αυτόν μικρό παιδί, το οποίο τον παρακάλεσε να τον περάσει στην απέναντι όχθη. Ο Ρεμπρόβος πρόθυμα το έθεσε επί των ώμων του και στηριζόμενος επί της ράβδου του εισήλθε στον ποταμό. Όσο όμως προχωρούσε, τόσο το βάρος του παιδιού αυξανόταν, ώστε με μεγάλο κόπο κατόρθωσε να φθάσει στην απέναντι όχθη. Μόλις έφθασε στον προορισμό του, κατάκοπος είπε στο παιδί ότι και όλο τον κόσμο να σήκωνε δεν θα ήταν τόσο βαρύς. Το παιδί του απάντησε: «Μην απορείς, διότι δεν μετέφερες μόνο τον κόσμο όλο, αλλά και τον πλάσαντα αυτόν. Είμαι Εκείνος στην υπηρεσία του Οποίου έθεσες τις δυνάμεις σου και σε απόδειξη αυτού φύτεψε το ραβδί σου και αύριο θα έχει βλαστήσει», και αμέσως εξαφανίσθηκε. Ο Ρεμπρόβος φύτεψε την ράβδο και την επομένη την βρήκε πράγματι να έχει βλαστήσει. Μετά το περιστατικό αυτό βαπτίσθηκε Χριστιανός από τον Άγιο Ιερομάρτυρα Βαβύλα, ο οποίος τον μετονόμασε σε Χριστόφορο. Η άκτιστη θεία Χάρη, που έλαβε την ώρα του βαπτίσματος και του Χρίσματος, μεταμόρφωσε όλη του την ύπαρξη. Και αυτή ακόμα η δύσμορφη όψη του φαινόταν φωτεινότερη και ομορφότερη.
Στην Ορθόδοξη αγιογραφία ο Άγιος εικονίζεται να μεταφέρει στον ώμο του τον Χριστό. Εξ' αφορμής ίσως του γεγονότος αυτού θεωρείται προστάτης των οδηγών και στο Μικρόν Ευχολόγιον και συγκεκριμένα στην Ακολουθία «επί ευλογήσει νέου οχήματος» υπάρχει, πρώτο στη σειρά, το απολυτίκιό του.
Κατά τον τότε εναντίον των Χριστιανών διωγμό, λίγο μετά την βάπτισή του, είδε Χριστιανούς να κακοποιούνται από τους ειδωλολάτρες. Από αγανάκτηση επενέβη και έκανε δριμύτατες παρατηρήσεις προς αυτούς, διέφυγε δε τη σύλληψη χάρη στο γιγαντιαίο του παράστημα και την ηράκλεια δύναμή του. Καταγγέλθηκε όμως στον αυτοκράτορα και διατάχθηκε η σύλληψή του. Για τον σκοπό αυτό απεστάλησαν διακόσιοι στρατιώτες. Αυτοί, αφού ερεύνησαν σε διάφορα μέρη, τον βρήκαν κατά την στιγμή την οποία ετοιμαζόταν να γευματίσει ένα κομμάτι ξερό ψωμί. Κατάκοποι οι στρατιώτες και πεινασμένοι ζήτησαν από τον Άγιο Χριστόφορο να τους δώσει να φάγουν και ως αντάλλαγμα του υποσχέθηκαν ότι δεν θα τον κακομεταχειρίζονταν. Ένας από τους στρατιώτες, βλέποντας ότι πλην του ξερού άρτου δεν υπήρχε καμία άλλη τροφή, ειρωνευόμενος τον Χριστόφορο, του είπε ότι ευχαρίστως θα γινόταν Χριστιανός, εάν είχε την δύναμη να τους χορτάσει όλους με το κομμάτι εκείνο του άρτου. Τότε ο Άγιος, αφού γονάτισε, άρχισε να παρακαλεί τον Χριστό να πολλαπλασιάσει το κομμάτι εκείνο του άρτου, όπως πολλαπλασίασε τους πέντε άρτους στην έρημο, για να χορτάσουν οι πεινώντες στρατιώτες και να φωτισθούν στην αναγνώριση και ομολογία Αυτού. Η παράκληση του Αγίου εισακούσθηκε και το τεμάχιο του άρτου πολλαπλασιάσθηκε. Βλέποντας οι στρατιώτες το θαύμα αυτό, προσέπεσαν στα πόδια του Αγίου και τον παρακαλούσαν να τους γνωρίσει καλύτερα τον Θεό του. Ο Άγιος εξέθεσε με απλότητα τη Χριστιανική διδασκαλία και αφού όλοι εξέφρασαν την επιθυμία να γίνουν Χριαστιανοί, τους οδήγησε προς τον Επίσκοπο Αντιοχείας Βαβύλα, ο οποίος, αφού τους κατήχησε, τους βάπτισε. Όταν ο αυτοκράτορας Δέκιος πληροφορήθηκε το γεγονός, τους μεν στρατιώτες συνέλαβε και αποκεφάλισε, τον δε Χριστόφορο προσπάθησε με υποσχέσεις και κολακείες να μεταπείσει, αλλά οι προσπάθειές του προσέκρουσαν στην επίμονη άρνηση αυτού. Κατόπιν τούτου έστειλε προς αυτόν δύο διεφθαρμένες γυναίκες, την Ακυλίνα και την Καλλινίκη, ελπίζοντας ότι με τα θέλγητρά τους θα τον σαγήνευαν και θα τον παρέσυραν. Οι δύο γυναίκες, αφού άκουσαν την προτροπή του Αγίου, για να επανέλθουν στον δρόμο της αγνότητας και της αρετής, έγιναν Χριστιανές και, αφού παρουσιάσθηκαν ενώπιον του αυτοκράτορα Δεκίου, ομολόγησαν τον Χριστό. Γι' αυτό και βρήκαν μαρτυρικό θάνατο.
Στη συνέχεια ο Άγιος Χριστόφορος υποβλήθηκε σε φρικτά βασανιστήρια και τέλος υπέστη τον δι' αποκεφαλισμού θάνατο το 251 μ.Χ.
Η Σύναξη αυτού ετελείτο στο Μαρτύριο αυτού κοντά στο ναό του Αγίου Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου στο Κυπαρίσσιον και στο ναό του Αγίου Μάρτυρος Πολυεύκτου, πλησίον της Αγίας Ευφημίας των Ολυβρίου.
Σημείωση: Το δίστιχο του Αγίου Χριστοφόρου (όπως και τους περισσότερους ιαμβικούς στίχους που διαβάζετε) τους έχει γράψει ο Xριστόφορος ο Πατρίκιος. Γι' αυτό και το δίστιχο του ξεκινάει (σε μετάφραση): «εγώ σε ξέρω Xριστοφόρον συνώνυμόν μου.....»
09/05/2013
Προφήτης Ησαΐας
09/05/2013Ο Προφήτης Ησαΐας, υιός του Αμώς, γεννήθηκε στα Ιεροσόλυμα περί το 774 π.Χ. Υπήρξε ο πρώτος μεταξύ των τεσσάρων μεγάλων Προφητών, ο λαμπρότερος και μεγαλοφωνότερος από αυτούς. Το όνομα Ησαΐας, εβραϊστί Γιασιαγιάχου, σημαίνει «ο Θεός σώζει».
Κατά αρχαία ραββινική παράδοση, ο πατέρας του ήταν αδελφός του βασιλέως των Ιουδαίων Αμασίου, η δε θυγατέρα του λέγεται ότι είχε νυμφευθεί τον βασιλέα Μαννασή. Οι παραδόσεις αυτές, θρύλοι μάλλον και όχι ιστορικές αλήθειες, υποδηλώνουν πάντως την ευγενή καταγωγή του Ησαΐου. Ο Ησαΐας ήταν έγγαμος και είχε αποκτήσει δύο παιδιά, τα οποία αναφέρονται στις Προφητείες του. Σε αυτά, κατ' εντολήν προφανώς του Θεού, είχαν δοθεί συμβολικά ονόματα. Του μεν πρώτου το όνομα ήταν Ιασούβ και σημαίνει κατά τους εβδομήκοντα «το υπόλοιπο θα επιστρέψει», δηλαδή οι εναπομείναντες στην αιχμαλωσία Ιουδαίοι θα επανέλθουν στην πατρίδα τους. Του δε άλλου το όνομα ήταν Μαχέρ Σχαλάζ Χας Βαζ και σημαίνει «ταχέως σκύλευσον, οξέως προνόμευσον», σε δήλωση της επικείμενης κατά των Ιεροσολύμων επιδρομής των Ασσυρίων και Βαβυλωνίων.
Ο Ησαΐας κλήθηκε στην προφητική διακονία του κατά το 738 μ.Χ., τελευταίο έτος της βασιλείας του Οζίου και πρώτο έτος της βασιλείας Ιωάθαμ. Ο ίδιος ιστορεί σε μια συναρπαστική περιγραφή την κλήση του. Ευρισκόμενος στο ιερό είδε τον Κύριο καθήμενο επάνω σε θρόνο υψηλό, ενώ ο ναός ήταν πλημμυρισμένος από υπέρλαμπρο φως της θείας δόξας. Τα εξαπτέρυγα Σεραφίμ, ίσταντο γύρω από το θείο θρόνο προσφωνώντας και αντιφωνώντας το ένα το άλλο, δοξολογώντας τον Θεό και λέγοντας «άγιος, άγιος Κύριος Σαβαώθ, πλήρης πάσα η γη της δόξης Αυτού». Μπροστά στο μεγαλειώδες αυτό θέαμα ο Ησαΐας καταλύφθηκε από βαθιά συγκίνηση και δέος, αναλογίστηκε την αναγιότητά του ως ανθρώπου και αναφώνησε ότι, ως άνθρωπος που έχει ακάθαρτα χείλη, αξιώθηκε να δει τον Βασιλέα, Κύριο Σαβαώθ. Μετά την ταπεινή αυτή ομολογία του, ένα από τα Σεραφίμ έλαβε διά της λαβίδος στο χέρι του αναμμένο κάρβουνο από το θυσιαστήριο, στο οποίο καιγόταν ευώδες θυμίαμα, άγγιξε τα χείλη του Ησαΐα και του είπε: «ιδού, αυτό άγγιξε τα χείλη σου και θα αφαιρέσει τις ανομίες σου και θα καθαρίσει τελείως και θα απαλείψει από σένα τις αμαρτίες σου».
Το έργο του Προφήτη Ησαΐα επεκτάθηκε επί της βασιλείας του Ιωάθαμ, Άχαζ, Εζεκίου, ίσως δε και επί Μανασσή, από τον οποίο, όπως λέγεται καταδικάσθηκε σε θάνατο και εκτελέσθηκε με ξύλινο πριόνι, επειδή τον έλεγξε δημοσίως για την ασέβειά του.
Η εποχή κατά την οποία έζησε ο Ησαΐας ήταν πολύ δύσκολη για το Ισραηλιτικό βασίλειο. Οι Εβραίοι της εποχής εκείνης είχαν εκτραπεί σε μια υλόφρονα ζωή, για την ικανοποίηση της οποίας δεν δίσταζαν μπροστά σε καμία αδικία και παρανομία. Οι ιερείς ήταν μέθυσοι, οι ψευδοπροφήτες οργίαζαν, οι άρχοντες ήταν κλέφτες. Οι ψευδοευλαβείς εκείνοι, που νήστευαν και προσέφεραν θυσίες υποκριτικά και ήταν άδικοι και ανελεήμονες, είχαν πληθυνθεί και συνεργούσαν στη διαφθορά.
Μια τέτοια κατάπτωση ήταν επόμενο να οδηγήσει σε ολιγοπιστία, σε απιστία προς τον αληθινό Θεό και σε εκτροπή προς την ειδωλολατρία. Εξαιτίας της αμαρτωλότητας και ασέβειας που κυριαρχούσε, με σκοπό την παιδαγωγία, την επιστροφή του λαού και την υπακοή στον θείο νόμο, ο Θεός επέτρεπε συμφορές και θλίψεις, ιδιαίτερα δε τις καταστρεπτικές επιδρομές ξένων, γειτονικών και μακρινών λαών.
Έτσι το έργο του Προφήτη Ησαΐα, καθ' όλο το διάστημα της δράσεώς του, ήταν να ελέγχει την αμαρτωλότητα και ασέβεια, να καταδικάζει αυστηρότατα την αποστασία και ειδωλολατρία, να προλέγει θλίψεις κατά του αποστάτη λαού και να καλεί σε μετάνοια και επιστροφή προς τον Θεό. Σε περίοδο δε προφανών κινδύνων, επιδρομής εχθρών και δουλείας του λαού, ενθάρρυνε τους αποκαρδιωμένους, αναθέρμαινε την πίστη και υπακοή προς τον Θεό, καλλιεργούσε την ελπίδα της απολυτρώσεως. Αλλά εκείνο το οποίο χαρακτηρίζει εντονότερα τον Ησαΐα είναι κυρίως οι πολυάριθμες και καθαρότατες Χριστολογικές Προφητείες του. Φωτιζόμενος από το Πανάγιο Πνεύμα προανήγγειλε την εκ Παρθένου γέννηση του Λυτρωτού, όπως και το Όνομα Αυτού «Εμμανουήλ», το οποίο σημαίνει «ο Θεός μαζί μας». Γι' αυτό και ονομάσθηκε από τους Πατέρες, «Ευαγγελικός Προφήτης», οι δε Προφητείες του «Καθ' Ησαΐαν Ευαγγέλιον».
Το ιερό λείψανό του μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη, επί αυτοκράτορα Θεοδοσίου Β' (408 - 450 μ.Χ.) και κατατέθηκε στο ναό του Αγίου Μάρτυρα Λαυρεντίου που ήταν πλησίον των Βλαχερνών.
Άγιοι Ραφαήλ, Νικόλαος, Ειρήνη και οι συν αυτοίς





Άγιος Γεώργιος ο Μεγαλομάρτυρας και Τροπαιοφόρος



Εγγραφή σε:
Σχόλια (Atom)
